top of page

Τεχνητή γονιμοποίηση μετά τον θάνατο της συζύγου - (ΠΠρΘεσσαλ 4720/2020)

Της Βασιλικής Γκαύρου


Τεχνητή γονιμοποίηση μετά τον θάνατο της συζύγου

(ΠΠρΘεσσαλ 4720/2020)



 

Πότε είναι νόμιμη η μεταθανάτια τεχνητή γονιμοποίηση; Οι προϋποθέσεις της και οι περαιτέρω προβλέψεις του ΑΚ και του τυπικού νόμου. Η συνδρομή των μεθόδων της κρυοσυντήρησης γενετικού υλικού και της παρένθετης μητρότητας. Το δικαίωμα αναπαραγωγής και η μονογονεϊκή οικογένεια. Η κεκλεισμένων των θυρών συζήτηση της υπόθεσης.

 

Περίληψη επίσημου κειμένου


Το Πολυμελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης συζητά κατά την διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (739επ.ΚΠολΔ και 121ΕισΝΑΚ) την αίτηση ενός άνδρα για παροχή δικαστικής άδειας για τεχνητή γονιμοποίηση μετά τον θάνατο της συζύγου του. Η αίτηση γίνεται νομότυπα και άρα είναι παραδεκτή και το δικαστήριο καλείται να εξετάσει περαιτέρω την βασιμότητα του αιτήματος. Κατ’ αρχάς το αίτημα κρίθηκε νόμω βάσιμο, διότι ερείδεται στις διατάξεις 1455ΑΚ και 1457ΑΚ που αφορούν την τεχνητή γονιμοποίηση και δη την μεταθανάτια. Στο σκεπτικό της απόφασης το δικαστήριο αναλύει και ερμηνεύει τις προαναφερθείσες διατάξεις ύστερα από τις τροποποιήσεις που εισήχθησαν με τον ν.3089/2002 και ειδικά τις προϋποθέσεις που πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά: α) ο σύζυγος ή ο μόνιμος σύντροφος της γυναίκας να έπασχε από ασθένεια που συνδέεται με πιθανό κίνδυνο στειρότητας ή να υπήρχε κίνδυνος θανάτου του, β) ο σύζυγος ή ο μόνιμος σύντροφος της γυναίκας να είχε συναινέσει με συμβολαιογραφικό έγγραφο και στη μεταθανάτια τεχνητή γονιμοποίηση και επιπλέον γ) να μην έχει παρέλθει χρονικό διάστημα άνω της διετίας από τον θάνατο του συζύγου για την μεταθανάτια τεχνητή γονιμοποίηση.


Εν συνεχεία, αποτυπώθηκε το συνταγματικό θεμέλιο της τεχνητής γονιμοποίησης που δεν είναι άλλο από το άρθρο 5παρ.1Σ για την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας ενώ επισημάνθηκε ότι ο ν.3089/2002 συμπορευόμενος με τις κοινωνικές εξελίξεις επεκτείνει την παραπάνω δυνατότητα –πέρα από τα έγγαμα ζευγάρια- και στους μόνιμους συντρόφους που ζουν σε ελεύθερη ένωση. Το ίδιο νομοθέτημα θίγει και το παρεμφερές και επιπρόσθετο ζήτημα της μονογονεϊκής οικογένειας που προκύπτει από τις μεθόδους τεχνητής γονιμοποίησης και της παρένθετης μητρότητας καθώς και την νομική προστασία ενός τέτοιου οικογενειακού σχήματος.


Ερμηνεύοντας τις ως άνω κρίσιμες διατάξεις ουσιαστικού δικαίου το δικαστήριο διαπίστωσε σύγκρουση της γραμματικής διατύπωσης της 1457ΑΚ με το Σύνταγμα και συγκεκριμένα με την αρχή της ισότητας του άρθρου 4Σ, διότι παρέχεται το δικαίωμα τεχνητής αναπαραγωγής της συζύγου μετά τον θάνατο του συζύγου της και όχι το αντίστροφο. Η σύγκρουση αίρεται από τον ίδιο τον νομοθέτη ήδη στην εισηγητική έκθεση του ν.3089/2002 που προβλέπει αναλογική εφαρμογή της κρίσιμης διάταξης και για περιπτώσεις που ο σύζυγος επιθυμεί απόκτηση βιολογικών τέκνων μετά τον θάνατο της συζύγου του με την μέθοδο της κρυοσυντήρησης γονιμοποιημένου γενετικού υλικού και με την συνδρομή παρένθετης μητέρας.


Κατόπιν της υπαγωγής των πραγματικών περιστατικών της υπόθεσης, όπως αυτά θα παρατεθούν αμέσως παρακάτω, στις εφαρμοστέες διατάξεις του νόμου οι οποίες ερμηνεύτηκαν σύμφωνα με το Σύνταγμα και συμβαδίζουν με τα χρηστά ήθη, το Πολυμελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης έκρινε την αίτηση και ουσία βάσιμη. Έτσι, στο διατακτικό της απόφασης υπαγορεύθηκε ότι πρέπει να παρασχεθεί άδεια στον αιτούντα κάτοικο Θεσσαλονίκης να χρησιμοποιήσει το κρυοσυντηρημένο γενετικό υλικό, το δικό του και της συζύγου του, μετά τον θάνατο της τελευταίας, ώστε να προβεί σε μεταθανάτια τεχνητή γονιμοποίηση μέσω παρένθετης μητέρας προς απόκτηση βιολογικών δικών του τέκνων.


Σε αυτό το σημείο αξίζει να σημειωθεί μια δικονομική ιδιαιτερότητα της συζήτησης της αίτησης. Το δικαστήριο έκρινε ότι η συζήτηση πρέπει να διεξαχθεί κεκλεισμένων των θυρών (799παρ.2ΚΠολΔ), ώστε να διασφαλιστεί η προστασία της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής των ενδιαφερομένων.


Πραγματικά περιστατικά


Ο αιτών γεννήθηκε στις 4.12.1982 (37 ετών όταν υπέβαλε την αίτηση) και συνήψε νόμιμο θρησκευτικό γάμο με την εκλιπούσα στις 30.7.2011 ενώ συναισθηματικό δεσμό διατηρούσαν από το έτος 2000. Ενόσω τελούσαν σε γάμο διαπιστώθηκε πάθηση του αιτούντος (αποφρακτική αζωοσπερμία) που κατέτεινε στην εξωσωματική γονιμοποίηση ως μοναδικού τρόπου απόκτησης τέκνων. Έτσι, τον Ιούλιο του 2015 το ζευγάρι επισκέφθηκε κέντρο υποβοήθησης αναπαραγωγής στη Θεσσαλονίκη και προέβησαν αμφότεροι σε λήψη γενετικού υλικού, κατόπιν γονιμοποίηση του και κρυόψυξη-κρυοσυντήρηση αυτού. Προκειμένου να είναι νόμιμη και ισχυρή η όλη διαδικασία, οι δύο σύζυγοι υπέγραψαν την από 7.7.2015 δήλωση ενημέρωσης και συναίνεσης των συζύγων/συντρόφων με σύμφωνο συμβίωσης του ν.3719/2008 για την κρυοσυντήρηση και την τύχη του γενετικού υλικού. Η ως άνω δήλωση μεταξύ άλλων προβλέπει για την περίπτωση θανάτου του ενός εκ των συζύγων την διατήρηση του γενετικού υλικού ή την χρησιμοποίησή του για ερευνητικούς ή θεραπευτικούς σκοπούς ή την καταστροφή του κατά τους όρους του νόμου (ν.3305/2005). Εάν όμως πρόκειται για μεταθανάτια τεχνητή γονιμοποίηση απαιτείται ξεχωριστή συμβολαιογραφική συναίνεση.


Από την όλη διαδικασία προέκυψαν πέντε (5) βλαστοκύστες (γονιμοποιημένα ωάρια). Από αυτά, όσο ήταν εν ζωή η σύζυγος του αιτούντος, χρησιμοποιήθηκαν τρία (3) σε προσπάθειες τεχνητής γονιμοποίησης και τα υπόλοιπα δύο (2) παρέμειναν στην τράπεζα κρυοσυντήρησης. Η τρίτη προσπάθεια στέφθηκε από επιτυχία και επετεύχθη κύηση της συζύγου του αιτούντος τον Δεκέμβριο του 2017. Ωστόσο, κατά τον 5ο μήνα της εγκυμοσύνης, ήτοι τον Απρίλιο του 2018, η έγκυος γυναίκα διαγνώσθηκε με κακοήθη όγκο του ήπατος. Προκειμένου να αντιμετωπιστεί ιατροφαρμακευτικά η ασθένειά της, ήταν επιτακτική η ανάγκη για διακοπή της κύησης. Έτσι, στις 2.5.2018 γεννήθηκε τέκνο (θηλυκού γένους) το οποίο απεβίωσε τελικά την 9.5.2018.


Λίγους μήνες αργότερα, στις 18.8.2018 επήλθε και ο θάνατος της συζύγου του αιτούντος. Προηγουμένως και συγκεκριμένα την 18.7.2018 η θανούσα είχε συντάξει ιδιόγραφη διαθήκη, η οποία δημοσιεύτηκε νόμιμα στο Ειρηνοδικείο Θεσσαλονίκης την 6.12.2019. Μεταξύ άλλων, με αυτή η διαθέτις έδωσε ρητά την συναίνεσή της στον σύζυγό της-αιτούντα ώστε να διενεργήσει τις απαιτούμενες νόμιμες διαδικασίες προκειμένου να αξιοποιήσει τα δύο εναπομείναντα γονιμοποιημένα ωάρια προς απόκτηση βιολογικού τέκνου με την βοήθεια παρένθετης μητέρας. Επιπλέον, την επιθυμία αυτή εξέφρασε η θανούσα και στην οικογένειά της με ιδιόχειρο σημείωμα που απευθυνόταν στην μητέρα της και βρέθηκε στα προσωπικά της αντικείμενα αργότερα.


Ύστερα από όλα αυτά, ο σύζυγος της θανούσης ζητάει από το δικαστήριο να του δώσει άδεια για μεταθανάτια τεχνητή γονιμοποίηση, δηλαδή άδεια αξιοποίησης των γονιμοποιημένων ωαρίων που προέκυψαν από το γενετικό υλικό της εκλιπούσης συζύγου του και το δικό του με σκοπό την απόκτηση τέκνου. Στην αίτησή του προς το δικαστήριο επικαλείται την συναίνεση της συζύγου του που δόθηκε διά ιδιόγραφης διαθήκης. Επιπρόσθετα, επισημαίνει ότι, μολονότι βρίσκεται σε ηλικία φυσικής αναπαραγωγής, το γεγονός ότι πάσχει από σοβαρή ολιγοσπερμία δυσχεραίνει ουσιωδώς την φυσική αναπαραγωγή του.


Ανάλυση νομικών ζητημάτων


Δικονομικά ζητήματα


Πριν υπεισέλθουμε στα νομικά ζητήματα ουσιαστικού δικαίου που προκύπτουν από την παρούσα υπόθεση, υπάρχουν και κάποιες δικονομικές ιδιαιτερότητες που αξίζουν μνείας.


Το είδος της υπό κρίση υπόθεσης, δηλαδή η χορήγηση δικαστικής άδειας για μεταθανάτια τεχνητή γονιμοποίηση, εμπίπτει στην κατηγορία των περιπτώσεων που συζητούνται κατά την διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας κατά τις διατάξεις 121ΕισΝΑΚ, 739 και 740παρ.1ΚΠολΔ. Έτσι, ο ενδιαφερόμενος ασκεί αίτηση με δικόγραφο που κατατίθεται στην γραμματεία του δικαστηρίου στο οποίο απευθύνεται (747παρ.1ΚΠολΔ), εδώ στην γραμματεία του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης. Εν προκειμένω, ο αιτών έχει τηρήσει όλες τις απαιτούμενες δικονομικές προϋποθέσεις κατά τους όρους του νόμου κι επομένως το δικαστήριο έκρινε ότι η αίτησή του έγινε παραδεκτά. Έτσι, μπόρεσε να περάσει στο δεύτερο στάδιο κρίσης της αίτησης που είναι η νομική και ουσιαστική βασιμότητα αυτής.


Ο σκόπελος της νομικής βασιμότητας ξεπεράστηκε επίσης, καθώς η αίτηση βασιζόταν στις διατάξεις 1457ΑΚ και 1455ΑΚ του ουσιαστικού δικαίου. Περαιτέρω, για την διερεύνηση και της ουσιαστικής βασιμότητας της αίτησης αξιοποιήθηκε ένας βασικός θεσμός του δικαίου της απόδειξης επιπρόσθετα ως προς τα τεκμήρια και τα έγγραφα που προσκόμισε ο ίδιος ο αιτών και τους πραγματικούς ισχυρισμούς του, αυτός της ένορκης μαρτυρικής κατάθεσης (393επ.ΚΠολΔ). Συγκεκριμένα, η μητέρα της αποβιωσάσης εξετάστηκε ως μάρτυρας στο ακροατήριο συμπληρώνοντας και επιβεβαιώνοντας τα πραγματικά περιστατικά που επικαλείτο ο αιτών. Οι μάρτυρες αποτελούν τρίτα πρόσωπα ως προς την έννομη σχέση της πολιτικής δίκης, που καταθέτουν ό,τι οι ίδιοι γνωρίζουν για τα προς απόδειξη γεγονότα χωρίς να εκφέρουν προσωπικές κρίσεις. Αυτό συνέβη κι εν προκειμένω με την μάρτυρα-μητέρα της θανούσης, η οποία εξέθεσε τα πραγματικά περιστατικά όπως η ίδια τα αντιλήφθηκε.[1]


Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι το δικαστήριο αποφάσισε να συζητήσει την υπόθεση κεκλεισμένων των θυρών. Πρόκειται για μία δυνατότητα που δίνει ρητά ο νόμος στο δικαστήριο για υποθέσεις που αφορούν χορήγηση άδειας για μεταθανάτια τεχνητή γονιμοποίηση ή για κυοφορία τέκνου από άλλη γυναίκα (799ΚΠολΔ). Ακριβώς λόγω της ιδιαιτερότητας και της ευαίσθητης φύσης τέτοιου είδους υποθέσεων, ο ίδιος ο νομοθέτης προβλέπει δυνατότητα παρέκκλισης από την αρχή δημοσιότητας των πολιτικών δικών. Με αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνεται η προστασία της ιδιωτικότητας και της οικογενειακής ζωής των ενδιαφερομένων προσώπων. Αυτό θέλησε να διασφαλίσει το δικαστήριο και στην συγκεκριμένη περίπτωση, γι’ αυτό διέταξε την διεξαγωγή της συζήτησης απουσία κοινού που δεν εμπλέκεται με την υπόθεση με κάποιον δικονομικό τρόπο.[2]


Ουσιαστικού δικαίου ζητήματα


Το Πολυμελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης στο σκεπτικό της απόφασής του εντόπισε τις επίμαχες διατάξεις νόμου και προέβη σε σύμφωνη με το Σύνταγμα και τα χρηστά ήθη ερμηνεία τους πριν κάνει την υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών σε αυτές.


Συγκεκριμένα, η 1455παρ.1ΑΚ μετά την τροποποίηση της με τον ν.3089/2002 ορίζει ότι « η ιατρική υποβοήθηση στην ανθρώπινη αναπαραγωγή επιτρέπεται μόνο για να αντιμετωπίζεται η αδυναμία απόκτησης τέκνων με φυσικό τρόπο ή για να αποφεύγεται η μετάδοση στο τέκνο σοβαρής ασθένειας. Η υποβοήθηση αυτή επιτρέπεται μέχρι την ηλικία φυσικής ικανότητας αναπαραγωγής του υποβοηθούμενου προσώπου.» Ειδικότερα, για την μετά τον θάνατο του συζύγου ή του άνδρα με τον οποίο η γυναίκα συζούσε σε ελεύθερη ένωση τεχνητή γονιμοποίηση ρυθμίζει η 1457ΑΚ. « Αυτή επιτρέπεται με δικαστική άδεια μόνο εφόσον συντρέχουν σωρευτικώς οι εξής προϋποθέσεις: α) ο σύζυγος ή ο μόνιμος σύντροφος της γυναίκας να έπασχε από ασθένεια που συνδέεται με πιθανό κίνδυνο στειρότητας ή να υπήρχε κίνδυνος θανάτου του, β) ο σύζυγος ή ο μόνιμος σύντροφος της γυναίκας να είχε συναινέσει με συμβολαιογραφικό έγγραφο και στη μεταθανάτια τεχνητή γονιμοποίηση.

Η τεχνητή γονιμοποίηση δε, διενεργείται μετά την πάροδο έξι μηνών και πριν από την συμπλήρωση διετίας από τον θάνατο του άνδρα.»


Οι προαναφερθείσες διατάξεις εισήχθησαν με τον ν.3089/2002 στο βιβλίο του οικογενειακού δικαίου του ΑΚ, στο όγδοο κεφάλαιο αυτού περί την Ιατρική Υποβοήθηση στην Ανθρώπινη Αναπαραγωγή, με στόχο να πλαισιώσουν και νομικά τις διαδικασίες αναπαραγωγής του ανθρώπου με τεχνητά μέσα. Μάλιστα, κατά την κρατούσα άποψη το δικαίωμα στην τεχνητή αναπαραγωγή αποτελεί έκφανση της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας (5παρ.1Σ), οπότε οι μόνοι τρόποι για να αποκλειστεί παραδεκτά είναι να συγκρούεται με τα δικαιώματα των άλλων, με το ίδιο το Σύνταγμα και τα χρηστά ήθη.[3]


Ο τότε νομοθέτης αντιλαμβανόμενος τον σφυγμό της κοινωνίας και την τάση προς την ελεύθερη ένωση των ζευγαριών ήδη από το 2002, με τον ν.3089/2002 προέβλεψε ως δυνατότητα την τεχνητή αναπαραγωγή –εκτός από τα παντρεμένα ζευγάρια- και για τους μόνιμους συντρόφους. Δηλαδή, προβλέφθηκε ρητά στην ελληνική έννομη τάξη η δυνατότητα προγραμματισμένης τεκνοποιίας εκτός γάμου και η δημιουργία και προστασία του επακόλουθου οικογενειακού σχήματος.


Ο νομοθέτης του 2002, όμως, δεν έμεινε μόνο εκεί. Προχώρησε ένα σημαντικό βήμα ακόμα και καθιέρωσε την μονογονεϊκή οικογένεια της άγαμης μοναχικής γυναίκας. Ένα τέτοιο οικογενειακό μόρφωμα είναι δυνατόν να δημιουργηθεί είτε επειδή η γυναίκα τεκνοποιεί με σπέρμα τρίτου δότη ή με μεταθανάτια τεχνητή γονιμοποίηση με γενετικό υλικό του συζύγου/συντρόφου της κατόπιν δικαστικής άδειας. Εξάλλου, δε θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά, αφού ο νομοθέτης αποδέχεται συνολικά τις μονογονεϊκές οικογένειες οι οποίες γίνονται όλο και περισσότερες στη σύγχρονη κοινωνία για διάφορους νομικούς ή κοινωνικούς λόγους.


Στη συνέχεια, θίγεται ένα ακανθώδες ερμηνευτικό ζήτημα του ν.3089/2002 που άπτεται και της υπό συζήτηση υπόθεσης. Μπορούν και οι άνδρες επιζήσαντες σύζυγοι/σύντροφοι να προσφύγουν στην μεταθανάτια τεχνητή γονιμοποίηση; Μια αρνητική απάντηση στο ως άνω ερώτημα θα καταστρατηγούσε τις διατάξεις 4παρ.1Σ και 4παρ.2Σ περί ισότητας. Έτσι, το κενό που προκύπτει από την γραμματική διατύπωση της 1457ΑΚ καλύπτεται από την εισηγητική έκθεση του ίδιου νόμου (3089/2002). Εκεί προβλέπεται η αναλογική εφαρμογή της επίμαχης διάταξης και στην περίπτωση που προαποβιώσει η σύζυγος/σύντροφος. Δηλαδή, ο επιζών σύζυγος/σύντροφος μπορεί να αξιοποιήσει τα κρυοσυντηρημένα ωάρια της θανούσης ή τα γονιμοποιημένα ωάρια που έχουν προκύψει προς απόκτηση βιολογικών τέκνων. Τότε, χρειάζεται η συνδρομή ενός τρίτου προσώπου, της παρένθετης μητέρας που θα κυοφορήσει το τέκνο (1458ΑΚ). Αυτό δεν αντίκειται ούτε στο Σύνταγμα, ούτε στα χρηστά ήθη, διότι η μονογονεϊκή οικογένεια που αποτελείται μόνο από πατέρα δεν είναι ασυνήθης ή πρωτοφανής, καθώς υπάρχουν κι άλλοι νομικοί ή φυσικοί λόγοι που κατατείνουν προς αυτό το μόρφωμα.[4]


Το Δικαστήριο, αφού ανέλυσε τα παραπάνω νομικά θέματα και έκανε την υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών, οδηγήθηκε στα ακόλουθα συμπεράσματα: Συντρέχουν οι προϋποθέσεις των αναλογικά εφαρμοζόμενων διατάξεων 1455ΑΚ και 1457ΑΚ, δηλαδή α) θάνατος της συζύγου, β) αποδεδειγμένη προϋπάρχουσα ασθένεια του συζύγου με πιθανό κίνδυνο στειρότητας, γ) πάροδος χρονικού διαστήματος 6 μηνών από το θάνατο της συζύγου και όχι περισσότερο από δύο χρόνια, δ) ηλικία φυσικής ικανότητας αναπαραγωγής του αιτούντος. Σχετικά με την προϋπόθεση ύπαρξης συμβολαιογραφικού εγγράφου για την συναίνεση της θανούσης, η οποία εδώ απουσίαζε, το Δικαστήριο έκρινε ότι, εφόσον η συναίνεση δίδεται με νόμιμη και σύμφωνη με τα χρηστά ήθη διάταξη τελευταίας βούλησης, αναπληρώνεται η έλλειψη συμβολαιογραφικού εγγράφου.


Επιπροσθέτως, συνεκτίμησε το γεγονός ότι υπήρχε έγγραφη συναίνεση της αποβιωσάσης συζύγου για υποβολή σε μεθόδους Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής (ΙΥΑ) με πρόβλεψη χρήσης του γενετικού υλικού σε περίπτωση θανάτου ενός εκ των δύο, την ύπαρξη νομότυπης ιδιόγραφης διαθήκης με ρητή την συναίνεση της συζύγου καθώς και την μεταγενέστερη ρύθμιση του ν.3305/2005 που απαιτεί συμβολαιογραφικό έγγραφο μόνο εάν πρόκειται για συντρόφους (όχι συζύγους) ή άγαμη γυναίκα.


Λαμβανομένων όλων αυτών υπ’ όψιν το Πολυμελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης παρέσχε την άδεια στον αιτούντα να προβεί σε τεχνητή γονιμοποίηση μετά τον θάνατο της συζύγου του αξιοποιώντας το γενετικό υλικό της θανούσης και το δικό του, ώστε και με την συνδρομή παρένθετης μητέρας να αποκτήσει βιολογικό/ά τέκνο/α.



Προσωπικές θέσεις-απόψεις


Ο θεσμός της Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής, με την όποια μορφή μπορεί να λάβει, εισήχθη στην ελληνική έννομη τάξη σχετικά πρόσφατα αναφορικά με την κωδικοποίηση των λοιπών διατάξεων του ΑΚ (1946). Οι δύο νόμοι που συνέβαλλαν σε αυτό ήταν οι 3089/2002 και 3305/2005.


Αυτές οι ρυθμίσεις είναι μία τρανή απόδειξη ότι ο έλληνας νομοθέτης δεν μένει ασυγκίνητος ενώπιων των κοινωνικών εξελίξεων και αναγκών, αλλά αντιθέτως δίκαιο και κοινωνία αλληλεπιδρούν και συμβαδίζουν. Η ιατρική υποβοήθηση επί σκοπώ απόκτησης τέκνου/ων έχει και συνταγματικό έρεισμα. Εν γένει το δικαίωμα στην αναπαραγωγή προστατεύεται ως έκφανση της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας στο άρθρο 5παρ.1Σ. Περαιτέρω η ελευθερία αυτή περιλαμβάνει και την επιλογή του τρόπου αναπαραγωγής του ατόμου, δηλαδή με απολύτως φυσικό τρόπο ή με την συνεπικουρία της ιατρικής επιστήμης εφ’ όσον πληρούνται οι όροι του νόμου. Αξίζει εδώ να αναφερθεί –έστω και ακροθιγώς- ότι το γενετικό υλικό ως προς τη νομική του φύση θεωρείται αναμφίβολα στοιχείο της προσωπικότητας του κάθε ατόμου κι επομένως πρέπει να απολαμβάνει την ανάλογη έννομη προστασία.[5]


Ο νόμος θέτει κάποιες βασικές προϋποθέσεις για όλες τις μορφές ΙΥΑ (Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής) στην 1455ΑΚ, ακριβώς γιατί πρόκειται για ένα ευαίσθητο νομικά και βιολογικά ζήτημα. Συγκεκριμένα, η ιατρική υποβοήθηση στην ανθρώπινη αναπαραγωγή επιτρέπεται μόνο για ορισμένους περιοριστικά αναφερόμενους στο νόμο λόγους: α) εάν υφίσταται αδυναμία απόκτησης τέκνων με φυσικό τρόπο ή β) για να αποφεύγεται η μετάδοση στο τέκνο σοβαρής ασθένειας, μόνο μέχρι την ηλικία φυσικής ικανότητας αναπαραγωγής ενώ η μέθοδος της κλωνοποίησης απαγορεύεται. Η επιλογή φύλου του τέκνου κατ’ αρχήν απαγορεύεται και επιτρέπεται μόνο προς αποφυγή σοβαρής κληρονομικής νόσου που σχετίζεται με το φύλο.


Επιπλέον, προκειμένου να είναι έγκυρη κάθε πράξη ΙΥΑ είναι απαρέγκλιτη προϋπόθεση η συναίνεση των προσώπων που επιθυμούν να αποκτήσουν τέκνο (1456ΑΚ). Αυτή δίδεται κατόπιν ενδελεχούς ενημερώσεως των ενδιαφερομένων για όλη την διαδικασία.[6] Ο νομοθέτης είναι πολύ ξεκάθαρος και συγκεκριμένος ως προς την ρύθμιση του ζητήματος αυτού και θέτει αναλυτικές και αυστηρές προϋποθέσεις. Στόχος του είναι να αποφευχθούν τυχόν καταχρήσεις των δικαιωμάτων που παρέχει ή η δημιουργία σοβαρών ηθικών διλημμάτων δεδομένου ότι εν προκειμένω υφίσταται μια γοητευτική αλλά ιδιάζουσα διεπιστημονικότητα, εμπλέκονται τα νομικά με την βιολογία και την ηθική. Επομένως, θεωρώ πλήρως δικαιολογημένη την ενάργεια και την όποια αυστηρότητα του νόμου.


Πιο ειδικά για την μετά θάνατον τεχνητή γονιμοποίηση ρυθμίζει η 1457ΑΚ. Οι προϋποθέσεις που πρέπει να συντρέχουν σωρευτικώς είναι: α) ο θάνατος του συζύγου/συντρόφου της γυναίκας, β) η ύπαρξη γάμου ή ελεύθερης ένωσης, γ) ασθένεια ή κίνδυνος θανάτου, δ) συναίνεση του συζύγου όσο ήταν εν ζωή. Όσον αφορά τα χρονικά όρια, η διαδικασία πρέπει να γίνει μετά την πάροδο 6 μηνών από τον θάνατο του άνδρα αλλά όχι μετά το πέρας άνω των 2 ετών, ενώ πρέπει η γυναίκα να βρίσκεται σε φυσική αναπαραγωγική ηλικία. Τέλος, η μεταθανάτια τεχνητή γονιμοποίηση προϋποθέτει δικαστική άδεια κατόπιν υποβολής σχετικής αίτησης στο δικαστήριο από το ενδιαφερόμενο πρόσωπο.


Οι δύο προϋποθέσεις που ενδιαφέρουν περισσότερο στην προκειμένη υπόθεση είναι οι υπό α) και δ). Κατά το γράμμα του νόμου προϋποτίθεται θάνατος του άνδρα άρα το δικαίωμα της 1457ΑΚ χορηγείται μόνο στις γυναίκες. Κάτι τέτοιο, όμως, αντίκειται τόσο στο γράμμα όσο και στο πνεύμα του Συντάγματος περί ισότητας των φύλων (4παρ.2Σ). Έτσι, γίνεται δεκτό ότι η μεταθανάτια τεχνητή γονιμοποίηση εφαρμόζεται mutatis mutandis και σε περίπτωση που αποβιώσει η γυναίκα. Τότε, επικουρικά τίθεται σε εφαρμογή και η 1458ΑΚ περί παρένθετης μητρότητας. Αυτό συμβαίνει και στην προκειμένη περίπτωση που το δικαστήριο εφάρμοσε την ως άνω αναλογία στην εφαρμογή του νόμου για τον αιτούντα. Κατά την άποψή μου ορθώς τηρείται η προαναφερθείσα αναλογία στο πλαίσιο προώθησης και τήρησης της ισότητας των φύλων και της σύμπνοιας με το Σύνταγμα, που πρέπει να χαρακτηρίζει μία ευνομούμενη Πολιτεία.


Η επόμενη ειδική προϋπόθεση που απασχόλησε το δικαστήριο ήταν αυτή της συναίνεσης. Αυτή πρέπει να περιβάλλεται τον τύπο του συμβολαιογραφικού εγγράφου για να είναι έγκυρη η μεταθανάτια τεχνητή γονιμοποίηση και να αναφέρεται ρητώς και στην μεταθανάτια διαδικασία, όχι μόνο στην εν ζωή. Εδώ δεν τηρήθηκε ο τύπος του συμβολαιογραφικού εγγράφου, ωστόσο υπήρχε ρητή συναίνεση σε ιδιόγραφη διαθήκη της θανούσης, σε προσωπική επιστολή προς την οικογένειά της, ως μέρος του εγγράφου που είχε υπογράψει στην κλινική κρυοσυντήρησης, ενώ μπορεί να συναχθεί και από την συμπεριφορά της και τις πράξεις της εν ζωή, που ύστερα από πολλές προσπάθειες είχε επιτευχθεί τελικά εγκυμοσύνη. Όλα αυτά αθροιστικά κι εφόσον ερμηνευτούν σύμφωνα με το νόμο και τα χρηστά ήθη (173ΑΚ και 200ΑΚ) δείχνουν πως η αληθινή βούληση της θανούσης ήταν να αξιοποιηθεί το γενετικό της υλικό από τον σύζυγό της για την μετά τον θάνατό της τεχνητή γονιμοποίηση. Η βούληση αυτή, που μάλιστα φαίνεται αρκετά ισχυρή, μπορεί να θεραπεύσει την έλλειψη συμβολαιογραφικού τύπου. Αυτό έκρινε και το δικαστήριο και ξεπέρασε και τον σκόπελο της απουσίας συμβολαιογραφικής συναίνεσης.


Προκειμένου να χορηγήσει την ζητούμενη άδεια, το δικαστήριο συνυπολόγισε και μια πιο μακροπρόθεσμη συνέπεια, την μονογονεϊκή οικογένεια με μόνη την πατρική φιγούρα, που θα προκύψει. Ο νομοθέτης αποδέχεται και προστατεύει το μόρφωμα των μονογονεϊκών οικογενειών γενικά εν όψει και των ευρύτερων κοινωνικών εξελίξεων. Το να εξαιρούμε τις μονογονεϊκές οικογένειες με πατέρα ή όσες προκύπτουν από μεταθανάτια τεχνητή γονιμοποίηση θα συνιστούσε εξόφθαλμη διάκριση και διαφορετική μεταχείριση που θα προσέκρουε στο Σύνταγμα και στα χρηστά ήθη. Επομένως, η εξέταση και η επιχειρηματολογία του δικαστηρίου επ’ αυτού του παρεπόμενου ζητήματος συνετέλεσε τόσο στην πληρέστερη εικόνα του για την υπόθεση όσο και στην εμπεριστατωμένη τελική κρίση του.


Βάσει όλων των παραπάνω πιστεύω ότι το Πολυμελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης ορθώς χορήγησε άδεια στον αιτούντα για μετά τον θάνατο της συζύγου του τεχνητή γονιμοποίηση. Όσον αφορά την συζήτηση της υπόθεσης κεκλεισμένων των θυρών, το δικαστήριο αξιοποίησε την δικονομική δυνατότητα που του δίνει ο ίδιος ο νόμος. Θεωρώ πως είναι απολύτως δικαιολογημένη αυτή η απόφαση. Πρόκειται για ένα ευαίσθητο ζήτημα που εκτός των άλλων άπτεται και προβλημάτων υγείας ενώ θίγει και πολλές ακόμα πτυχές προσωπικών δεδομένων που χρήζουν προστασίας από την ίδια την Πολιτεία. Εξάλλου, μια τέτοια υπόθεση εάν εξεταζόταν δημόσια θα μπορούσε εύκολα να εκφύγει του αμιγώς νομικού ενδιαφέροντος και να καταντήσει βορρά στις αδιάκριτες συζητήσεις και τα σχόλια του κοινού.


Βιβλιογραφία

Βλαχόπουλος Σπύρος, Θεμελιώδη Δικαιώματα, Νομική Βιβλιοθήκη,2017

Γεωργιάδης Σ. Απόστολος, Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου, Π.Ν.Σάκκουλας,2019

Απόστολος Σ. Γεωργιάδης, Εγχειρίδιο Οικογενειακού Δικαίου, Εκδόσεις Σάκκουλα Β’ έκδοση, 2017

Ν.Κ.ΚΛΑΜΑΡΗΣ, Σ.Ν.ΚΟΥΣΟΥΛΗΣ, Σ.Σ.ΠΑΝΤΑΖΟΠΥΛΟΣ, Πολιτική Δικονομία, Εκδόσεις Σάκκουλα,2022

Νικόλαος Θ. Νίκας, Εγχειρίδιο Πολιτικής Δικονομίας, Εκδόσεις Σάκκουλα Γ’ έκδοση, 2018

Εισηγητική Έκθεση ν.3089/2002, https://www.hellenicparliament.gr


Βασιλική Γκαύρου,

Τριτοετής φοιτήτρια της Νομικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών,

Μέλος της ομάδας Σχολιασμού Δικαστικών Αποφάσεων του The Law Project.


 

[1] Νικόλαος Θ. Νίκας, Εγχειρίδιο Πολιτικής Δικονομίας, Εκδόσεις Σάκκουλα Γ’ έκδοση, 2018 [2]Ν.Κ.ΚΛΑΜΑΡΗΣ, Σ.Ν.ΚΟΥΣΟΥΛΗΣ, Σ.Σ.ΠΑΝΤΑΖΟΠΥΛΟΣ, Πολιτική Δικονομία, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2022. [3] Γεωργιάδης Σ. Απόστολος, Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου, Π.Ν.Σάκκουλας, 2019. Βλαχόπουλος Σπύρος, Θεμελιώδη Δικαιώματα, Νομική Βιβλιοθήκη, 2017. [4] Εισηγητική Έκθεση ν.3089/2002, https://www.hellenicparliament.gr [5] Απόστολος Σ. Γεωργιάδης, Εγχειρίδιο Οικογενειακού Δικαίου, Εκδόσεις Σάκκουλα Β’ έκδοση, 2017 [6] Απόστολος Σ. Γεωργιάδης, Εγχειρίδιο Οικογενειακού Δικαίου, Εκδόσεις Σάκκουλα Β’ έκδοση, 2017

31 views0 comments
bottom of page