top of page

Τέλεση αδικοπραξίας από ανήλικο και τεκμήριο ευθύνης του εποπτεύοντος- (Εφ Δωδ 105/2019)

Της Κατερίνας Παπαθεοδώρου


Τέλεση αδικοπραξίας από ανήλικο και τεκμήριο ευθύνης του εποπτεύοντος- (Εφ Δωδ 105/2019)



 

Ανήλικος επιτίθεται αιφνιδιαστικά σε ανυποψίαστο πρόσωπο σε κέντρο νυχτερινής διασκέδασης. Ποια είναι η αδικοπρακτική του ευθύνη; Ποια είναι η ευθύνη των γονιών του; Πού εκτείνονται τα όρια της προσήκουσας επιμέλειας;

 

Περίληψη


Ανήλικος επιτίθεται αιφνιδιαστικά στον ενάγοντα σε κέντρο νυχτερινής διασκέδασης, χτυπώντας τον αδιάκοπα. Ο ενάγων υπέστη βαριά σωματική βλάβη, για την αποκατάσταση της οποίας υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση, ενώ η απρόκλητη επίθεση του προκάλεσε ηθική βλάβη.


Ο αποδέκτης της επίθεσης ενάγει αφενός τον πράττοντα, για την ηθική βλάβη που προκάλεσε η αδικοπρακτική του συμπεριφορά, αλλά και τους δύο γονείς του, ισχυριζόμενος ότι παραμέλησαν υπαίτια την προσήκουσα άσκηση της γονικής μέριμνας και επιμέλειας τού κατά τον χρόνο τέλεσης της πράξης ανηλίκου. Ο ενάγων ζήτησε την επιδίκαση 50.000 ευρώ κατά των εναγομένων για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που προκλήθηκε σε αυτόν, την κήρυξη της απόφασης ως προσωρινά εκτελεστής, προσωπική κράτηση των εναγομένων για ένα έτος, ως μέσο εκτέλεσης της απόφασης, καθώς και την κάλυψη των δικαστικών εξόδων. Το Πρωτοβάθμιο δικαστήριο δέχτηκε εν μέρει την ουσία της αγωγής, η οποία εκδικάσθηκε ερήμην των εναγομένων. Οι ερημοδικασθέντες εναγόμενοι άσκησαν έφεση κατά της πρωτοβάθμιας απόφασης, η οποία γίνεται δεκτή άνευ ετέρου, λόγω της ερμημοδικίας των εναγομένων, χωρίς να απαιτείται να ευσταθεί κάποιος λόγος έφεσης, κατά την απολύτως κρατούσα στην νομολογία γνώμη.


Το Εφετείο, αφού κράτησε και συζήτησε την υπόθεση, απάλλαξε τον πρώτο των εναγομένων από την ευθύνη προσωπικής αποζημίωσης του παθόντος. Στηρίχθηκε στην επιβοηθητική ρύθμιση της ΑΚ918, από την οποία συνάγεται ότι ο ανήλικος έως και 10 ετών, δεδομένου του ακαταλογίστου του, όπως προκύπτει από τις διατάξεις ΑΚ915-917, καταδικάζεται ο ίδιος σε εύλογη αποζημίωση από το δικαστήριο, αν δεν μπορεί να καλυφθεί η ζημία από αλλού, και ειδικότερα από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα και νόμιμη εποπτεία του, κατά τις διατάξεις του οικογενειακού δικαίου (ΑΚ1510, 1518), οι οποίοι φέρουν κατ’ αρχήν την ευθύνη για την παράνομη πρόκληση ζημίας εκ μέρους του εποπτευομένου (ΑΚ923).


Ως προς τον δεύτερο των εναγομένων και πρώτο εκκαλούντα, πατέρα του αδικοπρακτούντος, το δικαστήριο δέχθηκε ότι δεν ανέτρεψε επαρκώς με τους ισχυρισμούς του το εις βάρος του μαχητό τεκμήριο της ΑΚ923, περί της υπαιτιότητας που διέπει την αδυναμία προσήκουσας άσκησης της εποπτείας του ανηλίκου, αλλά και του αιτιώδους συνδέσμου της πλημμέλειάς του με την προκαλούμενη ζημία. Επομένως, δεν απαλλάχθηκε από την ευθύνη του λόγω της τέλεσης αδικοπραξίας εκ μέρους του υιού του και καταδικάστηκε στην αποκατάσταση των προκαλούμενων στο θύμα βλαβών, όπως εκτιμήθηκαν από το δικαστήριο, και στην καταβολή της δικαστικής δαπάνης του τελευταίου.


Αντιθέτως, το δικαστήριο έκρινε ότι η τρίτη εναγόμενη, μητέρα του ανηλίκου, δεν ήταν δυνατό να αποτρέψει τη ζημία, ασκώντας προσηκόντως την εποπτεία του ανηλίκου, καθώς διέμενε μακριά για λόγους πραγματικούς, σχετικούς με την υγεία της. Η εποπτεία είχε ανατεθεί στον πατέρα, με αποτέλεσμα το μαχητό τεκμήριο περί πλημμελούς άσκησης της εποπτείας να ανατραπεί για την τρίτη εναγόμενη, η οποία απαλλάχθηκε από την ευθύνη για την αποκατάσταση της ζημίας που προκλήθηκε από την αδικοπραξία.



Αναφυόμενα νομικά ζητήματα:


Το κύριο νομικό ζήτημα που ανακύπτει στην εν λόγω απόφαση αφορά την τέλεση αδικοπραξίας κατά τα άρθρα ΑΚ914επ., τόσο ως προς τις προϋποθέσεις και το περιεχόμενο της αδικοπρακτικής ευθύνης, αλλά και τις ειδικότερες εκφάνσεις της, αναφορικά με την ευθύνη του ίδιου του ανηλίκου και αυτήν των ασκούντων την εποπτεία του (ΑΚ918, 923).


Από την ΑΚ914, που ορίζει ότι «όποιος ζημιώσει άλλον παράνομα και υπαίτια, έχει υποχρέωση να τον αποζημιώσει», προκύπτει ότι οι προϋποθέσεις συνδρομής αδικοπρακτικής ευθύνης έγκεινται στους εξής πυλώνες. Απαιτείται (1) συμπεριφορά (2) ικανού προς καταλογισμό πράττοντος, (3) παράνομη και (4) υπαίτια, η οποία (5) να προκάλεσε ζημία σε άλλον και (6) η πράξη με την προκληθείσα ζημία να συνδέονται αιτιωδώς. Παράλληλα, η ΑΚ932 ρυθμίζει την ευθύνη λόγω πρόκλησης ηθικής βλάβης και της ψυχικής οδύνης, ορίζοντας ότι «Σε περίπτωση αδικοπραξίας, ανεξάρτητα από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη κατά την κρίση του χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Αυτό ισχύει ιδίως για εκείνον που έπαθε προσβολή της υγείας, της τιμής ή της αγνείας του ή στερήθηκε την ελευθερία του. Σε περίπτωση θανάτωσης προσώπου η χρηματική αυτή ικανοποίηση μπορεί να επιδικαστεί στην οικογένεια του θύματος λόγω ψυχικής οδύνης». Ηθική βλάβη είναι η ζημία η μη αποτιμητή σε χρήμα, η οποία προκύπτει από την προσβολή των εννόμων αγαθών του προσώπου, περιουσιακών ή μη, όπως προκύπτει από την ενδεικτική αναφορά στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου, στις περιπτώσεις προσβολής της υγείας και της προσωπικότητας. Δικαιούχος της αποζημίωσης για ηθική βλάβη είναι ο άμεσα υφιστάμενος την ζημία, ενώ αποκατάσταση της έμμεσης ηθικής βλάβης δεν προβλέπεται (ΑΠ553/2014, ΑΠ798/2012), με την επιφύλαξη της πρόβλεψης του τρίτου εδαφίου της ΑΚ932.


Υπόχρεος σε αποζημίωση είναι ο ζημιώσας, δηλαδή το πρόσωπο στο οποίο συγκεντρώνονται οι προϋποθέσεις της αδικοπραξίας, όπως προαναφέρθηκαν, ενώ κατ’ εξαίρεση μπορεί να υποχρεούται σε αποζημίωση και τρίτο πρόσωπο (ΑΚ922,923). Εμβαθύνοντας στην ικανότητα προς καταλογισμό, γίνεται δεκτό ότι όλοι κατ’ αρχήν είναι ικανοί προς καταλογισμό, με εξαίρεση όσους εμπίπτουν στη ρύθμιση των άρθρων ΑΚ915-917. Ειδικότερα, όσον αφορά την ανηλικότητα, ο νόμος διακρίνει σε (1) ακαταλόγιστους, οι οποίοι δεν έχουν συμπληρώσει το δέκατο έτος της ηλικίας τους και δεν ευθύνονται για τυχόν ζημία που προκάλεσαν (ΑΚ916), (2) σε περιορισμένα ικανούς προς καταλογισμό, αν έχουν συμπληρώσει το δέκατο αλλά όχι το δέκατο τέταρτο έτος της ηλικίας τους, αν ενήργησαν με συνείδηση των πράξεων τους (ΑΚ917) και (3) τους πλήρως ικανούς προς καταλογισμό, οι οποίοι έχουν συμπληρώσει το δέκατο τέταρτο έτος της ηλικίας τους, όπως συνάγεται εξ αντιδιαστολής από το άρθρο ΑΚ917, εκτός βέβαια αν συντρέχει μία από τις προϋποθέσεις της ΑΚ915.


Η ΑΚ918, σύμφωνα με την οποία «αυτός που προξένησε τη ζημία, εφόσον κατά τις διατάξεις των άρθρων 915 έως 917 δεν έχει ευθύνη, μπορεί να καταδικαστεί από το δικαστήριο, ύστερα από εκτίμηση της κατάστασης των μερών, σε εύλογη αποζημίωση, αν η ζημία δεν μπορεί να καλυφθεί από αλλού», προβλέπει την υποχρέωση καταβολής μειωμένης αποζημίωσης από τον ακαταλόγιστο, σε περίπτωση που η ζημία δεν μπορεί να καλυφθεί από αλλού, με σκοπό την πρόταξη του συμφέροντος του ζημιωθέντος. Πρώτη προϋπόθεση εφαρμογής της ΑΚ918 είναι να συντρέχουν όλοι οι όροι που θεμελιώνουν την αδικοπραξία, εκτός από την ικανότητα προς καταλογισμό, να συντρέχει δηλαδή μία από τις περιπτώσεις ακαταλογίστου των ΑΚ915-917. Στο σημείο αυτό παρατηρείται ότι η άρση του καταλογισμού αποκλείει και την υπαιτιότητα, η συνδρομή της οποίας εξετάζεται μόνο εάν το πρόσωπο είναι ικανό προς καταλογισμό. Δεν γίνεται, δηλαδή, λόγος για υπαίτια πράξη, αν προέρχεται από πρόσωπο ανίκανο προς καταλογισμό. Αν και έχει υποστηριχθεί η άποψη ότι σε αυτή την περίπτωση ενδιαφέρει η εξεύρεση της αντικειμενικής ευθύνης, μια τέτοια παραδοχή θα οδηγούσε σε ανεπιεική αποτελέσματα για τον ακαταλόγιστο, ο οποίος θα ευθυνόταν σε εύλογη αποζημίωση για πράξη που δεν θα τον βάραινε αν ήταν πλήρως ικανός προς καταλογισμό.


Έτσι, όπως δέχεται ο Γεωργιάδης, προκρίνεται η άποψη ότι η διάταξη αναφέρεται σε πράξη που θα ήταν υπαίτια αν δεν έλειπε η ικανότητα για καταλογισμό. Δεύτερη προϋπόθεση συνιστά η αδυναμία κάλυψης της προκληθείσας ζημίας από άλλη πηγή, όπως στην περίπτωση της ΑΚ923, όπου ευθύνεται ο εποπτεύων για την ζημία που προκαλεί ο ανήλικος. Πρόκειται, δηλαδή για επιβοηθητική ευθύνη, ένα ultimumrefugium για την αποκατάσταση της ζημίας που προκλήθηκε στον ζημιωθέντα. Έτσι, θα εφαρμοσθεί, για παράδειγμα στην περίπτωση της διάταξης ΑΚ923, μόνο αν οι ασκούντες την γονική μέριμνα και εποπτεία, για λόγους πραγματικούς ή νομικούς αδυνατούν να αποζημιώσουν, ολικά ή μερικά, τον ζημιωθέντα για την πράξη του ακαταλόγιστου. Σε αυτή, μάλιστα, την περίπτωση ακαταλόγιστος και εποπτεύων ευθύνονται εις ολόκληρον (ΑΚ918, 923, 926) και σε περίπτωση καταβολής από τον ακαταλόγιστο, ο τελευταίος αποκτά δικαίωμα αναγωγής κατά του εποπτεύοντος (ΑΚ927). Οι παραπάνω προϋποθέσεις πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά, διαφορετικά η εφαρμογή της διάταξης του ΑΚ918 αποκλείεται. Κατ’ αρχήν το βάρος απόδειξης της συνδρομής των προϋποθέσεων στοιχειοθέτησης αδικοπρακτικής ευθύνης και εφαρμογής των σχετικών διατάξεων φέρει ο ζημιωθείς.


Αντιστροφή του βάρους απόδειξης περιέχει η ΑΚ923, σχετικά με την ευθύνη του εποπτεύοντος ανηλίκου ή ενηλίκου που έχει τεθεί σε δικαστική συμπαράσταση, η οποία προβλέπει ότι «Όποιος έχει την εποπτεία ανηλίκου ή ενηλίκου ο οποίος τελεί υπό δικαστική συμπαράσταση ευθύνεται για τη ζημία που τα πρόσωπα αυτά προξενούν παράνομα σε τρίτον, εκτός αν αποδείξει ότι άσκησε την προσήκουσα εποπτεία ή ότι η ζημία δεν μπορούσε να αποτραπεί. Την ίδια ευθύνη έχει και όποιος ασκεί την εποπτεία με σύμβαση». Η εν λόγω διάταξη εισάγει μαχητό τεκμήριο κατά του εποπτεύοντος. Στην περίπτωση που ο εποπτευόμενος προκάλεσε παράνομα ζημία σε τρίτον τεκμαίρεται ότι ο εποπτεύων παραμέλησε το καθήκον εποπτείας του υπαίτια και ότι αυτή η παραμέληση συνδέεται αιτιωδώς με την πρόκληση ζημίας από τον εποπτευόμενο. Εισάγει ευθύνη νόθο αντικειμενική (Εφ.Δωδ.105/2019), από την οποία απαλλάσσεται ο εποπτεύων μόνο αν αποδείξει επαρκώς ότι άσκησε προσηκόντως την εποπτεία ή ότι η προκείμενη ζημία ήταν αναπότρεπτη, ανατρέποντας έτσι το εις βάρος του τεκμήριο.


Οι προϋποθέσεις εφαρμογής της διάταξης είναι τέσσερις: Αρχικά, η άσκηση εποπτείας του ανηλίκου. Ερμηνεύοντας το γράμμα της ΑΚ923, εποπτευόμενος είναι ο ανήλικος που δεν έχει συμπληρώσει το δέκατο όγδοο έτος της ηλικίας του (ΑΚ127) και ο ενήλικος που έχει τεθεί σε δικαστική συμπαράσταση (ΑΚ1666). Εποπτεύοντες κατά τον νόμο στην περίπτωση του ανηλίκου, όπως καθορίζονται από τις διατάξεις ΑΚ1510 επ. του οικογενειακού δικαίου, είναι οι γονείς του στα πλαίσια άσκησης της γονικής τους μέριμνας ή επίτροπος (ΑΚ1589). Σε περίπτωση άσκησής της από τον έναν μόνο γονέα ή από άλλο πρόσωπο, η ευθύνη βαραίνει μόνο τον ασκούντα, αν συντρέχουν πραγματικοί ή νομικοί λόγοι απαλλαγής του άλλου. Εποπτεία είναι η προφύλαξη, η επιτήρηση και η επίβλεψη του εποπτευομένου, ο οποίος λόγω της ηλικίας του ή της ευαίσθητης ψυχολογικής ή διανοητικής του κατάστασης χρήζει παρακολούθησης.. Δεύτερη προϋπόθεση είναι η υπαίτια παραμέληση προσήκουσας άσκησής της, που, όπως προαναφέρθηκε τεκμαίρονται μαχητά. Καθόσον η εποπτεία είναι νομική έννοια, ο προσδιορισμός του μέτρου και της έκτασής της ερμηνεύεται βάσει πληθώρας παραγόντων, ανάμεσα στους οποίους και οι κατευθυντήριες γραμμές του άρθρου ΑΚ1518. Συμπεριλαμβάνονται, έτσι κριτήρια όπως η μόρφωση, η κοινωνική κατάσταση, η ανατροφή, οι επιμέρους συνθήκες. Σημαντικό ρόλο διαδραματίζει η ηλικία, τα ατομικά χαρακτηριστικά και το ευρύτερο περιβάλλον του εποπτευόμενου.


Έτσι, όταν πρόκειται για πρόσωπο που πλησιάζει στην ενηλικίωση, στο οποίο να μην έχει παρατηρηθεί ιδιαίτερη ανάγκη αυστηρής παρακολούθησης, δεν στοιχειοθετείται έδαφος για διαρκείς ειδικές επισημάνσεις. Αντίστοιχα, όταν πρόκειται για άτομο που έχει εκδηλώσει επιθετικές συμπεριφορές σε ανησυχητικό βαθμό, η προσήκουσα εποπτεία επιβάλλει να δοθεί περισσότερη έμφαση στην επιτήρησή του, ιδίως χάριν τρίτων. Τρίτον, απαιτείται ο εποπτευόμενος να προκάλεσε παράνομα ζημία σε τρίτον. Προκύπτει, λοιπόν, ότι για τη θεμελίωση ευθύνης της ΑΚ923, δεν απαιτείται υπαίτια πράξη εκ μέρους του ζημιώσαντος, αλλά αρκείται στον παράνομο χαρακτήρα αυτής. Στην περίπτωση που ο εποπτευόμενος είναι ικανός προς καταλογισμό, για τη στοιχειοθέτηση της δικής του αδικοπρακτικής ευθύνης εξετάζεται επιπλέον η υπαιτιότητα (ΑΚ914), διαφορετικά απαλλάσσεται, αφού δεν πληρούνται οι όροι θεμελίωσης ευθύνης, σε αντίθεση με αυτήν του εποπτεύοντος για την οποία πληρούνται και ελλείψει του στοιχείου της υπαιτιότητας. Τέλος, απαιτείται αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της παραμέλησης της εποπτείας και της επελθούσης ζημίας, η οποία επίσης τεκμαίρεται μαχητά.


Στην περίπτωση συνδρομής των παραπάνω προϋποθέσεων, ο εποπτεύων μπορεί να καταδικασθεί σε αποζημίωση για την ικανοποίηση της ζημίας και τυχόν ηθικής βλάβης του ζημιωθέντος, σε έκταση που σταθμίζεται από το δικαστήριο. Όριο της επιδικαζόμενης αποζημίωσης αποτελεί το ανώτατο ποσό που περιλαμβάνεται στο αίτημα του ενάγοντος (ΚΠολΔ106επ.).



Παράθεση νομολογίας


Για την βαθύτερη κατανόηση των αόριστων νομικών εννοιών, όπως αυτή του προσδιορισμού της έκτασης της προσήκουσας επιμέλειας, αλλά και την συμπλήρωση των κατευθυντήριων γραμμών που παρέχονται από τη θεωρία, αναφορικά με την εξέταση της υπαιτιότητας και της άρσης του καταλογισμού του ανηλίκου για την εφαρμογή των επιμέρους διατάξεων, χρήσιμη κρίνεται η αναφορά ορισμένων νομολογιακών αποφάσεων που παρέχουν το πρακτικό αντίκρισμα των παραπάνω διατάξεων.


Ένα ζήτημα που έχει παγιωθεί νομολογιακά και δεν προκύπτει ρητά από το γράμμα του νόμου είναι η θεμελίωση αιτιώδους συνάφειας ανάμεσα στην πράξη του ζημιώσαντος και στη ζημία αλλά και της έλλειψης προσήκουσας εποπτείας και της πράξης του εποπτευομένου που οδήγησε στη ζημία.


Η απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης υπ’ αριθμόν 19493/2017, θέτει μεταξύ άλλων ότι «…..Θα πρέπει δηλαδή η ζημιογόνα συμπεριφορά του εποπτευομένου να στοιχειοθετεί την αντικειμενική υπόσταση μιας αδικοπραξίας από τις προβλεπόμενες στην ΑΚ 914 επ. χωρίς να απαιτείται οπωσδήποτε και πταίσμα του εποπτευόμενου, θα πρέπει περαιτέρω να υπάρχει και αιτιώδης συνάφεια ανάμεσα στην παραμέληση της εποπτείας από τον εποπτεύοντα και ζημιογόνο συμπεριφορά του εποπτευομένου …». Υπό το ίδιο πρίσμα, σύμφωνα με την απόφαση 55/2013 του Εφετείου Λαμίας, «…Περαιτέρω, αν και ο πατέρας του ανηλίκου γνώριζε ότι ο τελευταίος, προερχόμενος από το σχολείο του, σκόπευε να μεταβεί στο προαναφερθέν ψιλικατζίδικο… όμως, δεν αποδείχθηκε οποιοδήποτε πταίσμα των παρεμπιπτόντως εναγομένων γονέων του ανηλίκου για παραμέληση εποπτείας επ’ αυτού, καθόσον δεν δύναται να νοηθεί ως εποπτεία η συνεχής επίβλεψη και συνοδεία του ανηλίκου σε οποιαδήποτε κίνησή του… Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο … επιδίκασε υπέρ του ανηλίκου τα ανωτέρω χρηματικά ποσά και απέρριψε ως αβάσιμη κατ’ ουσίαν την παρεμπίπτουσα αγωγή, δεν έσφαλε, αλλά ορθώς ερμήνευσε και εφάρμοσε τον νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις…».


Η απόφαση 31/2018 του Εφετείου Λάρισας, παρουσιάζει ολοκληρωμένα τη δυνατότητα εφαρμογής των ΑΚ914 και ΑΚ923 που οδηγούν σε εις ολόκληρον ευθύνη εποπτεύοντος και εποπτευομένου. Ειδικότερα, σύμφωνα με την εν λόγω απόφαση, η αδικοπρακτική ευθύνη του εποπτεύοντος λόγω πλημμελούς άσκησης της γονικής του μέριμνας, συναντάται τόσο στην περίπτωση των ανηλίκων κάτω των δεκατεσσάρων ετών, όσο και στην περίπτωση αυτών που έχουν συμπληρώσει το δέκατο τέταρτο έτος. Στην τελευταία περίπτωση αν η πράξη του ανηλίκου είναι υπαίτια και πληροί τις λοιπές προϋποθέσεις τέλεσης αδικοπραξίας, θεμελιώνεται εις ολόκληρον ευθύνη εποπτεύοντος και εποπτευομένου βάσει της ΑΚ926.


Παρατηρείται ολοένα και συχνότερα στη νομολογία, μια προσπάθεια μείωσης κατά το δυνατόν της ευθύνης του εποπτεύοντος, ειδικά όταν πρόκειται για εποπτευόμενους ηλικιών δεκαπέντε έως δεκαεπτά χρονών, δεδομένου ότι κατά την κοινή πείρα, διαθέτουν αφενός αυξημένη ωριμότητα, λογική και κρίση για να σταθμίσουν και να αναλάβουν την ευθύνη των πράξεών τους, χωρίς την επιτακτική παρακολούθηση των γονέων τους, και αφετέρου η άσκηση της επιμέλειας και της συνήθους εποπτείας δεν μπορεί να λάβει τις διαστάσεις και την αυστηρότητα της εποπτείας ενός νηπίου ή εφήβου. Δεδομένης αυτής της απόκλισης θεωρίας και νομολογίας, η θέση περιορισμών αναφορικά με τα ηλικιακά όρια στις περιπτώσεις ευθύνης του εποπτεύοντος, ίσως αποτελέσει αντικείμενο προβληματισμού του σύγχρονου αστικού νομοθέτη.



Προσωπική θέση γράφουσας


Κατά την προσωπική θέση της γράφουσας, στην προκείμενη απόφαση δεν χωρεί εφαρμογή του άρθρου ΑΚ918 για την απαλλαγή του ανηλίκου, ενώ αμφιλεγόμενη κρίνει την επιδίκαση αποζημίωσης στον πατέρα του ζημιώσαντος ως μη ασκούντος προσηκόντως την εποπτεία του τελευταίου.


Ειδικότερα, όπως αναλύθηκε παραπάνω, προϋπόθεση για την εφαρμογή της ΑΚ918 είναι η άρση του καταλογισμού του ζημιώσαντος με βάση τις διατάξεις των ΑΚ915-917. Στην εξεταζόμενη, μάλιστα, απόφαση γίνεται ειδική μνεία στο άρθρο ΑΚ916, που θεμελιώνει το ακαταλόγιστο. Πρόκειται, όμως, σύμφωνα με το άρθρο, για ανηλίκους που δεν έχουν συμπληρώσει το δέκατο έτος της ηλικίας τους, ενώ ο εναγόμενος στην εν λόγω απόφαση είναι κατά τον χρόνο τέλεσης της πράξης δεκαεπτά ετών. Επομένως, εφόσον δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του ακαταλόγιστου λόγω ηλικίας (ΑΚ916-917), ούτε φαίνεται από τα πραγματικά περιστατικά να θεμελιώνεται άρση του καταλογισμού βάσει ΑΚ915, καθώς ο ανήλικος δεν φαινόταν να παρουσιάζει κάποια ψυχική ή διανοητική διαταραχή, δεν μπορεί να γίνει λόγος για έλλειψη ικανότητας προς καταλογισμό. Ανάλογη εφαρμογή των άρθρων ΑΚ915-917 σε ευρύτερο πλαίσιο δεν νοείται, σύμφωνα με τη θεωρία, και πρέπει να αποκλειστεί. Επομένως, θα έπρεπε να γίνει δεκτό ότι ο 17χρονος είναι πλήρως ικανός για καταλογισμό. Ανάλογη εφαρμογή της διάταξης ΑΚ918 ελλείψει της συνδρομής της ανικανότητας προς καταλογισμό μπορεί να νοηθεί στις εξής περιπτώσεις: (1) όταν ο ανήλικος των 10-14 ετών πράξει έχοντας συνείδηση και άρα ικανότητα προς καταλογισμό, όπου παρ’ όλα αυτά, δεν βαρύνεται με πταίσμα, (2) όταν λόγω των ψυχικών ή διανοητικών διαταραχών (ΑΚ915) ο ζημιώσας δεν μπορούσε να εξουσιάσει βουλητικά τη συμπεριφορά του και άρα δεν υπάρχει καν πράξη. Η περίπτωση της σχολιαζόμενης απόφασης δεν εμπίπτει σε καμία από αυτές τις περιπτώσεις, επομένως ο 17χρονος εναγόμενος, εφόσον πληροί τις λοιπές προϋποθέσεις της αδικοπρακτικής ευθύνης, είναι υπόχρεος να αποκαταστήσει τυχόν περιουσιακή και ηθική βλάβη του ζημιωθέντος (ΑΚ914, ΑΚ932).


Εν προκειμένω, μάλιστα, θα μπορούσε να γίνει αναφορά στην διάταξη ΑΚ929, η οποία, σύμφωνα με την κρατούσα γνώμη, δεν εκτοπίζει, αλλά βαίνει παράλληλα με τη ρύθμιση των ΑΚ914επ, με προληπτική δράση ως προς τα τυχόν τραύματα ή προκαλούμενη αναπηρία. Εφόσον, δηλαδή, έγινε επίκληση και απόδειξη της ζημίας του θύματος, αναφορικά με την ακεραιότητά του αλλά και τις μελλοντικές στερήσεις, όπως εν προκειμένω η χειρουργική επέμβαση και η απαγόρευση γυμναστικής για το προσεχές διάστημα, θα μπορούσε να καλυφθεί και βάσει της εν λόγω διάταξης, η οποία επιπροσθέτως και κατ’ εξαίρεση από τον γενικό κανόνα, προβλέπει και αποκατάσταση του εμμέσως ζημιωθέντος, όπως του συζύγου ή τυχόν οικογένειας.


Ένας τελευταίος προβληματισμός εναπόκειται στην θεμελίωση ευθύνης του πατέρα. Σύμφωνα με την ΑΚ923 τεκμαίρεται μαχητά η ευθύνη του, από την οποία απαλλάσσεται μόνο αν αποδείξει ότι άσκησε προσηκόντως την επιμέλεια ή ότι δεν μπορούσε να αποτραπεί η επελθούσα ζημία. Εν προκειμένω, η απόφαση αναπτύσσει ότι «Η προσήκουσα εποπτεία ενός ανηλίκου, ιδίως όταν αυτός διανύει την κρίσιμη φάση της μετάβασης από την εφηβεία στην ενηλικίωση, δεν εξαντλείται στην απλή παρακολούθηση των επιδόσεων αυτού στα σχολικά του μαθήματα, αλλά αποτελεί εκδήλωση της ορθής άσκησης της επιμέλειας αυτού, ήτοι της παρακολούθησης της εξωσχολικής του συμπεριφοράς και της συναισθηματικής προσέγγισης αυτού από τους γονείς του, κατά τρόπο τέτοιο ώστε αυτός να καθοδηγείται και να προφυλάσσεται από έκνομες συμπεριφορές». Τίθεται, εδώ και πάλι το ζήτημα της έκτασης ορθής άσκησης επιμέλειας σε μία ώριμη ηλικία και ο βαθμός παρακολούθησης που δύναται να ασκήσει ο γονέας, καθώς και αν ο ζημιώσας είχε επιδείξει βίαιες, επιθετικές ή ανάρμοστες συμπεριφορές. Ωστόσο, εφόσον ο πατέρας δεν προσκόμισε στο δικαστήριο κανένα αποδεικτικό στοιχείο, προκειμένου να επιδείξει την πνευματική ωριμότητα του ανηλίκου, καθώς και πράξεις προσήκουσας εποπτείας κατά το παρελθόν, το δικαστήριο ορθά του καταλογίζει ευθύνη, καθώς δεν προβλήθηκε η απαραίτητη απόδειξη από τον διάδικο (ΚΠολΔ106επ.) προκειμένου να ανατραπεί το τεκμήριο και να απαλλαγεί από την ευθύνη.


Η απαλλαγή της μητέρας ως εναγομένης, λόγω της απουσίας και των προβλημάτων υγείας που αντιμετώπιζε, βρίσκει σύμφωνη την γράφουσα, δεδομένης της αδυναμίας πρόβλεψης και αποτροπής του συμβάντος. Τυχόν προσπάθεια διαμονής της μαζί με το ανήλικο, ενείχε τον κίνδυνο πρόκλησης σοβαρών διαταραχών στο περιβάλλον του τελευταίου, το οποίο συνιστά την ανάθεση της επιμέλειας στον πατέρα συνετή και προσήκουσα. Τυχόν πλημμελής ανατροφή στο παρελθόν, δεν μπορεί να θεμελιώσει επαρκώς αιτιώδη συνάφεια με την προκείμενη πράξη.


Κατερίνα Παπαθεοδώρου, Νομική Σχολή Αθηνών, 4ο έτος,

Μέλος της ομάδας σχολιασμού δικαστικών αποφάσεων του Law Project



367 views0 comments
bottom of page