Προσβολή της Νόμιμης Μοίρας Συζύγου στο Πλαίσιο Επαγωγής της Κληρονομίας από Διαθήκη (ΕφΑιγ 10/2021)
- thelawproject
- Jan 25, 2022
- 8 min read
Της Έλενας Μαυρονικόλα
Προσβολή της Νόμιμης Μοίρας Συζύγου στο Πλαίσιο Επαγωγής της Κληρονομίας από Διαθήκη (ΕφΑιγ 10/2021)

Αποτελεί αναφαίρετο και αναγνωρισμένο δικαίωμα του κληρονομουμένου να ορίσει την τύχη της περιουσίας του μετά τον θάνατό του (Ελευθερία Διάθεσης) ως άμεση απόρροια του θεσμού της ατομικής ιδιοκτησίας.
Τι γίνεται όμως όταν η ελευθερία διάθεσης προσκρούει στα όρια που θέτει ο νόμος για την προστασία της οικογένειας;
Περίληψη Απόφασης
Με την παρούσα του απόφαση το δικαστήριο πραγματεύεται ζητήματα αφορόντα την νόμιμη μοίρα . Ειδικότερα στην απόφαση του δικαστηρίου παρουσιαζεται το ζήτημα της προσβολής της νόμιμης μοίρας του ζώντος συζύγου (εφεξίς Σ) ύστερα από επαγωγή της κληρονομίας με διαθήκη, της προστασίας αυτής καθώς και της νομιμοποίησης των κληρονόμων του θανόντος να συνεχίσουν την βιαίως διακοπείσα δίκη.
Πραγματικά Περιστατικά
Πιο συγκεκριμένα, στην ανωτέρω υπόθεση η κληρονομουμένη Κ απεβίωσε έχοντας συντάξει ιδιόγραφη διαθήκη με την οποία εγκατέστησε τον τότε σύζυγό της Σ κληρονόμο με δικαίωμα οίκησης επί της οικίας που διέμεναν στην νήσο Ίο, την στιγμή που η περιουσία της ήταν κατά πολύ μεγαλύτερη όπως αποδείχτηκε στην συνέχεια, προσβάλλοντας έτσι το ποσοστό της νόμιμης μοίρας του συζύγου της Σ (ΑΚ 1825). Εξ αυτού του λόγου ο Σ ξεκινά ένα δικαστικό αγώνα κατά των εναγομένων - τέκνων της Κ από τον προηγούμενό της γάμο, ζητώντας να αναγνωριστεί ότι είναι νόμιμος μεριδούχος της θανούσας συζύγου του κατά ποσοστό 1/8 εξ αδιαιρέτου επί της κληρονομιαίας περιουσίας και να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να του αποδώσουν το 1/8 εξ αδιαιρέτου των περιγραφόμενων στις αγωγές κληρονομιαίων ακινήτων και, σε περίπτωση άρνησής τους, να διαταχθεί η αποβολή τους από την κατοχή αυτών κατά το 1/8 εξ αδιαιρέτου και η εγκατάστασή του σε αυτά κατά το εν λόγω ποσοστό και να καταδικαστούν οι εναγόμενοι στα δικαστικά του έξοδα (ΕΦΑΙΓ 10/2021).
Μετά δε τον θάνατό του στις 23.10.2013, εγκαθιστά με ιδιόγραφη διαθήκη ως κληρονόμο του την νέα του σύζυγο Χ, η οποία ως μοναδική κληρονόμος αποφασίζει να συνεχίσει μόνη της τη βιαίως διακοπείσα δίκη, καθώς η Σ2 (θυγατέρα του Σ) έχει αποκληρωθεί από τη νόμιμη μοίρα της για το λόγο ότι δεν τήρησε κακόβουλα την υποχρέωσή της να διατρέφει τον πατέρα της Σ. Ωστόσο το δικαστήριο κηρύσσει απαράδεκτη την συζήτηση των αγωγών, πρώτον μεν γιατί πιθανολογείται η ύπαρξη ενός τεκτου του Σ, ο Σ1, και επιπλεον διότι η Χ δεν αποδεικνύει την αλήθεια του λόγου αποκλήρωσης της θυγατέρας ( Σ2) του ενάγοντος, γεγονός που θα εξασφάλιζε την θέση της ως μοναδικής κληρονόμου του Σ.
Ύστερα από δυο προσκλήσεις της Χ και του Σ1, η δίκη συνεχίζεται με την ιδιότητα της Χ ως εκ διαθήκης κληρονόμου και του Σ1 ως νόμιμου μεριδούχου του Σ. Το δικαστήριο κατά την συζήτηση των αγωγών έκρινε αυτές ως κατ’ουσίαν βάσιμες - στο μέτρο που τις έκρινε νόμιμες – και αναγνώρισε το κληρονομικό δικαίωμα του αρχικώς ενάγοντος (Σ) ως αναγκαίου κληρονόμου της Κ σε ποσοστό 1/8 εξ αδιαιρέτου επί των αναφερόμενων κληρονομιαίων ακινήτων και υποχρέωσε τους εναγομένους να αποδώσουν στον Σ (ήτοι στους νόμιμους πλέον κληρονόμους αυτού που συνεχίζουν τη δίκη Χ & Σ1) συγκεκριμένο ποσοστό ο καθένας.
Συμπερασματικά το δικαστήριο δέχτηκε την εν λόγω έφεση ως προς το τυπικό της σκέλος αλλά την απέρριψε στην ουσία της.
Ανάλυση Αναφυόμενων Νομικών Ζητημάτων
Σε αυτό το στάδιο παρίσταται κατά την άποψή μου απαραίτητη η ανάγκη ανάλυσης των νομικών ζητημάτων που ανακύπτουν στο κείμενο της σχολιαζόμενης απόφασης του Εφετείου Αιγαίου. Το δικαστήριο επιλαμβάνεται κατά κύριο λόγο ζητημάτων που αφορούν την νόμιμη μοίρα εν γένει και γενικότερα τα χαρακτηριστικα αυτής, τον υπολογισμό, τυχόν περιορισμούς αυτής και τους τρόπους προστασίας της. Ένα επόμενο εξίσου σοβαρό ζήτημα είναι η νομιμοποίηση των κληρονόμων να συνεχίσουν την δίκη στη θέση του θανόντος ενάγοντος ή εναγομένου (εν προκειμένω του ενάγοντος Σ). Τέλος, σύντομη αναφορά θα ήταν σκόπιμο να γίνει στον θεσμό της αποκλήρωσης εν στενή και ευρεία έννοια καθώς επίσης και στον θεσμό του κληρονομητηρίου.
Η αναγκαστική διαδοχή ή άλλως γνωστή ως νόμιμη μοίρα, είναι ο τρίτος και τελευταίος λόγος κληρονομικής διαδοχής μετά την εκ διαθήκης και την εξ αδιαθέτου διαδοχή. Πρόκειται επί της ουσίας για διαδοχή εκ του νόμου με τις διατάξεις που την ρυθμίζουν να εισάγουν ius cogens (αναγκαστικό δίκαιο) που περιορίζουν το δικαίωμα του ελεύθερης διάθεσης του κληρονομουμένου υπέρ συγκεκριμένων μελών της οικογένειάς του. Η ρύθμιση αυτή πηγάζει από την αγάγκη προστασίας της οικογένειας, σε μια προσπάθεια εξασφάλισης ενός οικονομικού υποβάθρου για την καλύτερη διαβίωσή της. Δικαίωμα στην νόμιμη μοίρα έχουν οι κατιόντες, οι γονείς, ο σύζυγος και ο σύντροφος από σύμφωνο συμβίωσης, εφόσον θα είχαν κληθεί ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι (ΑΚ 1825, βλ. Γεωργιάδης Απ. Εγχειρίδιο κληρονομικού δικαίου , εκδόσεις Π.Ν Σάκκουλας).
Γενικά ως προς τη νόμιμη μοίρα, αυτή ανέρχεται στο μισό της εξ αδιαθέτου μερίδας και καταλείπεται με ποικίλους τρόπους με μερικούς από τους οποίους να είναι α) η εγκατάσταση του κληρονόμου σε ποσοστό της κληρονομίας ή σε δήλο πράγμα (ΑΚ 1825 παρ. 2), β) η σύσταση κληροδοσίερίδας που καταλήφθηκε στον μεριδούχο και τέλος την συγκρίνουμε με την μερίδα που κατά το νόμο δικαιούται ο μεριδούχος (νόμιμη μοίρα), για να διαπιστώσουμε αν θίγεται η νόμιμη μοίρα ή όχι. Παρά το γεγονός ότι ο κληρονομούμενος έχει υποχρέωση να καταλείψει την νόμιμη μοίρα στους μεριδούχους, στην πράξη τα πράγματα δεν είναι πάντοτε τόσο απλά , καθώς η νόμιμη μοίρα μπορεί να προσβληθεί ολικά ή μερικά.
Ειδικότερα όταν ο διαθέτης διαθέσει όλη την περιουσία του παραλέιποντας σκόπιμα ή μη τον μεριδούχο ή αποκλειρώνοντάς τον χωρίς την ύπαρξη λόγου αποκλήρωσης, γίνεται λόγος για ολική προσβολή νόμιμης μοίρας. Αν, ωστόσο, καταληφθεί ποσοστό μικρότερο από τη νόμιμη μοίρα τότε μιλάμε για μερική προσβολή αυτής και τυγχάνουν εφαρμογής τα άρθρα ΑΚ 1827 & 1829. Εύλογα ο νομοθέτης θέλησε να προστατεύσει τους μεριδούχους από τέτοιους περιορισμούς και του παρείχε κατ’ αρχήν την αξίωση για έγερση της αγωγής περί κλήρου (ΑΚ 1871 επ.) και την μέμψη άστοργης δωρεάς (ΑΚ 1835-1838).
Με την πρώτη ζητείται η αναγνώρηση του κληρονομικού δικαιώματος του μεριδούχου και η απόδοση των κληρονομιαίων στοιχείων της αρχικής κληρονομίας, τα οποία νέμονται τρίτοι ως κληρονόμοι.
Με την μέμψη άστοργης δωρεάς αιτούμαστε την ανατροπή στης άστοργης δωρεάς στο βαθμό που προσβάλλει τη νόμιμη μοίρα.
Ο θεσμός αυτός αποτελεί το βασικότερο μέσο προστασίας που παρέχει ο νομοθέτης στους κληρονόμους για να προστατευθούν από τις δωρεές στις οποίες προέβει ο κληρονομούμενος εν όσω ζούσε και οι οποίες επηρεάζουν τη νόμιμη μοίρα τους. Στα άρθρα 1835-1838 ΑΚ ρυθμίζονται αναλυτικά και με σαφήνεια οι προϋποθέσεις άσκησης της ειδικής αυτής αγωγής. Αρχικά με βάση το άρθρο 1831 ΑΚ θα πρέπει ο κληρονομούμενος να έχει προβεί σε δωρεές προς μεριδούχους ανεξάρτητα από το χρονικό διάστημα και τους λόγους για τους οποίους έγιναν, αν τις επέβαλαν, δηλαδή, λόγοι ευπρέπειας ή ιδιαίτερο ηθικό καθήκον. Συμπεριλαμβάνονται ακόμη και δωρεές που έγιναν σε μη μεριδούχους τα τελευταία δέκα χρόνια πριν από τον θάνατο του κληρονομουμένου, εκτός αν τις επέβαλαν λόγοι ευπρέπειας ή ιδιαίτερο ηθικό καθήκον. Το αμέσως επόμενο αναγκαίο στοιχείο είναι οι δωρεές αυτές να αποτελούν την αιτία που η κληρονομιαία περιουσία δεν επαρκεί για να καλύψει τη νόμιμη μοίρα. Κρίσιμο είναι να τονίσουμε πως σε περίπτωση περισσότερων δωρεών , ανατρέπουμε πρώτα τις χρονικά μεταγενέστερες με προθεσμία παραγραφής για την άσκηση τις αγωγής τα δυο έτη από το θάνατο του κληρονομουμένου.
Αναφορικά με την νομιμοποίηση των κληρονόμων να συνεχίσουν τη δίκη αξίζει τα αναφερθούν τα εξής: Με βάση την θεωρία της πολιτικής δικονομίας, διάδικος είναι αυτός που ζητά για λογαριασμό του δικαστική προστασία και εκείνος εναντίον του οποίου ζητείται αυτή – ήτοι ο αναφερόμενος στο δικόγραφο της αγωγής. Ο διάδικος μπορεί να είναι φυσικό ή νομικό πρόσωπο με βασική διαδικαστική προϋπόθεση να έχει ικανότητα διαδίκου, δηλαδή την ικανότητα να είναι υποκείμενο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων κατά τον ΑΚ (Νίκας Ν.) Τι γίνεται όμως σε περίπτωση που ο αρχικώς ενάγων πεθάνει; Ο θάνατος του διαδίκου αποτελέι βάσει του άρ. 286 ΚΠολΔ έναν από τους κυριότερους λόγους διακοπής της δίκης. Το επόμενο λογικό στάδιο είναι η επανάληψη της δίκης (εκούσια ή αναγκαστική), όπως γίνεται στην εν λόγω υπόθεση από τους αμέσως ενδιαφερόμενους, οι οποίοι έχουν έννομο συμφέρον.
Σκόπιμο θα ήταν σε συνέχεια των παραπάνω να αναφερθούν λίγα λόγια για το ζήτημα της αποκλήρωσης, το οποίο παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον.
Ο διαθέτης, πέραν της δυνατοτητάς του να εγκαταστήσει κληρονόμους μέσω της διαθήκης του, μπορεί ακόμα να αποκληρώσει τους συγγενείς ή τον συζυγο του από την κληρονομία. Η αποκλήρωση από ένα εξ αδιαθέτου κληρονομικό δικαίωμα αποτελεί την αποκλήρωση εν ευρεία έννοοια, ενώ η αποκλήρωση από το δικαίωμα της νόμιμης μοίρας αφορά την περίπτωση της εν στενή έννοια αποκλήρωσης. Η εν ευρεία έννοια αποκλήρωση μπορεί ακόμα να είναι και σιωπηρή, ενώ δεν απαιτείται αιτιολογία. Στο μέτρο όμως που αυτή θα λάβει χώρα πρέπει να είναι νόμιμη και σύμφωνη με τα χρηστά ήθη, άλλως θα είναι άκυρη η δήλωση αποκλήρωσης (ΑΚ 174,178). Η αποκλήρωση υπό ευρεία έννοια δεν αποκλείει τον αποκληρούμενο σύζυγο ή συγγενή από το δικαίωμα στην νόμιμη μοίρα, εφόσον αυτός είναι αναγκαίος μεριδούχος (ΑΚ 1713). Από την άλλη μεριά υπάρχουν κάποιοι λόγοι περιοριστικά αναφερόμενοι στο νόμο, οι οποίοι ενεργοποιούν την αποκλήρωση εν στενή έννοια (ΑΚ 1839). Μπορούμε να διακρίνουμε τους λόγους αυτούς και να τους κατατάξουμε σε 3 θεμελειώδεις κατηγορίες : Α) Λόγοι υπερ του ανιόντος – ΑΚ 1840 , Β) Λόγοι υπερ του κατιόντος -ΑΚ 1841 και Γ) Λόγοι υπερ του συζύγου- ΑΚ 1842.
Το επόμενο ζήτημα που ανακύπτει είναι αυτό του κληρονομητηρίου.
Το συγκεκριμένο πιστοποιητικό εκδίδεται από τον ειρηνοδίκη του δικαστηρίου της κληρονομίας και δημιουργεί τεκμήριο ότι ο κατονομαζόμενος σε αυτό ως κληρονόμος κατέχει το κληρονομικό δικαίωμα που αναφέρεται σε αυτό (AK 1956 & 1962). Ενεργητικά νομιμοποιούμενος να υποβάλει την εν λόγω αίτηση είναι μεταξύ άλλων ο κληρονόμος , ο κληροδόχος , ο καταπιστευματοδόχος, ο εκτελεστής διαθήκης, καθώς επίσης και οι δανειστές της κληρονομίας , οι οποίοι νομιμοποιούνται πλαγιαστικά κατά το άρ. 72 ΚΠολΔ . Στην αίτηση για έκδοση κληρονομητηρίου θα πρέπει να αναφέρονται κάποια ουσιώδη στοιχεία όπως: το ονοματεπώνυμο του ενδιαφερομένου, η χρονολογία θανάτου του κληρονομουμένου και στοιχεία της ταυτότητάς του, η διαθήκη και το περιεχόμενό της, ενώ κρίσιμη είναι η αναφορά ότι δεν υπάρχουν άλλα πρόσωπα που να αποκλείουν ή να περιορίζουν το κληρονομικό δικαίωμα του αιτούντος (ΑΚ 1957, Γεωργιάδης Α. όπ. παρ.) Αν πληρούνται οι ανωτέρω προϋποθέσεις, το πιστοποιητικό αυτό παράγει νόμιμο μαχητό τεκμήριο για το κληρονομικό δικαίωμα του κληρονόμου, έχοντας διττή μάλιστα λειτουργία, την νομιμοποιητική και την αποδεικτική. Τα δε σημαίνουν κατά πρώτον ότι ο κληρονόμος έχει ενεργητική και παθητική νομιμοποίηση σε κάθε δίκη που αφορά το βεβαιούμενο δικαίωμα (νομιμοποιητική λειτουργία) και κατά δεύτερον ότι το εν λόγω έγγραφο έχει αυξημένη αποδεικτική ισχύ (αποδεικτική λειτουργία).
Αντιπαράθεση Νομολογίας και Θεωρίας
Στο σημείο αυτό, εφόσον έχει γίνει ήδη λόγος για τα σημαντικότερα νομικά ζητήματα που ανακύπτουν στην σχολιαζόμενη απόφαση του Εφετείου Αιγαίου, παρίσταται η ανάγκη εξέτασης της κρατούσας νομολογίας, η οποία δεν φαίνεται να παρουσιάζει καμία απόκληση από την θεωρία την οποία αναλύσαμε παραπάνω. Το Εφετείο Αιγαίου, λαμβάνοντας υπόψη τις διατάξεις των άρθρων 1142, 1166, 1800 παρ. 2, 1820 παρ1, 1825, 1827 & 1829 ΑΚ καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η διαθήκη του αποβιώσαντος συζύγου με την οποία εγκαθιστά τον επιζώντα σύζυγο ως κληρονόμο σε μόνη την επικαρπία κληρονομιαίων πραγμάτων, ενώ η ψιλή κυριότητα αυτών καταλείφθηκε σε άλλους, αποτελεί περιορισμό των δικαιωμάτων του ως μεριδούχου, που θεωρείται σαν να μην έχει γραφεί στο βαθμό που περιορίζει την νόμιμη μοίρα. Όμοια αντιμετώπιση στο συγκεκριμένο ζήτημα υιοθετεί και η απόφαση του 1332/2019 ΑΠ.
Παρατηρούμε λοιπόν πως η θεωρία και η νομολογία των ελληνικών δικαστηρίων συγκλίνουν ως προς την αντιμετώπιση των ζητημάτων αυτών, που αφορούν σε θέματα νόμιμης μοίρας και περιορισμού αυτής.
Προσωπικές Θέσεις
Φτάνοντας στο τέλος του άρθρου αυτού, θα ήθελα εν συντομία να εκφράσω την προσωπική μου άποψη επί του θέματος. Η γραμμή που χωρίζει την ζωή από τον θάνατο είναι πολύ λεπτή και οι ανθρώπινες σχέσεις ευάλωτες. Είναι πολύ σημαντικό κατά την άποψή μου για τους κληρονόμους να εξακολουθούν να αισθάνονται την ασφάλεια που είχαν ακόμα πριν τον θάνατο του κληρονομουμένου. Σε αυτό το κομμάτι λοιπόν, ασπάζομαι την άποψη της θεωρίας για την νόμιμη μοίρα, η οποία κάνει λόγο για την προστασία της οικογένειας και την εξασφάλιση σε αυτήν του ίδιου ή τουλάχιστον αξιοπρεπούς επιπέδου διαβίωσης μετά τον θάνατο του κληρονομουμένου. Παρίσταται ως εκ τούτου άμεση η ανάγκη καταβολής έστω της νόμιμης μοίρας στους μεριδούχους και οπωσδήποτε η προστασία αυτής από κάθε είδους περιορισμούς. Συνεπώς οι αποφάσεις της νομολογίας επί του θέματος με βρίσκουν απόλυτα σύμφωνη και θεωρώ πως το ζήτημα δεν θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί πιο ορθολογικά.
Βιβλιογραφία
Βάρκα – Αδάμη Αλεξάνδρα , Το Κληρονομητήριο , Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα , Αθήνα – Κομοτηνή 1994 , σελ. 53-58, 65-85
Απόστολος Σ. Γεωργιάδης , Εγχειρίδιο Κληρονομικού Δικαίου , Εκδόσεις Π.Ν. Σάκκουλας 2014
Γεώργιος Α. Γεωργιάδης , Η προστασία της νόμιμης μοίρας , Εκδόσεις Π.Ν. Σάκκουλας ,σελ. 127-150
ΑΠ 1332/2019
Έλενα Μαυρονικόλα, Νομική Σχολή – ΕΚΠΑ, 3ο έτος φοίτησης,
Μέλος της ομάδας Σχολιασμού Δικαστικών Αποφάσεων Τομέα Αστικού Δικαίου,
The Law Project
Commentaires