top of page

Παραγωγή Δεδικασμένου από Διαταγή Πληρωμής - Αντικειμενικά Όρια & Λειτουργία Δεδικασμένου (ΑΠ 58/19)

Της Παπαστράτη Μαρίας Χρύσας


Παραγωγή Δεδικασμένου από Διαταγή Πληρωμής - Αντικειμενικά Όρια & Λειτουργία Δεδικασμένου (ΑΠ 58/2019)



 

Ποιες λειτουργίες επιτελεί το δεδικασμένο μιας απόφασης;


Μέχρι που φτάνουν τα αντικειμενικά του όρια και τί συνέπειες επιφέρουν;


Τί συνεπάγεται για το οικοδόμημα της πολιτικής δικονομίας το δεδικασμένο που παράγεται από την διαταγή πληρωμής;

 

I. Περίληψη Απόφασης


Στην παρούσα μελέτη σχολιάζεται η απόφαση του Αρείου Πάγου ΑΠ 58/2019 και αναλύονται τα αναδυόμενα από αυτήν, κρίσιμα νομικά ζητήματα περί δικονομικού δεδικασμένου, τόσο στην τακτική, όσο και στις ειδικές διαδικασίες και συγκεκριμένα αναφύεται το ζήτημα σχετικά με την παραγωγή του δεδικασμένου από την διαταγή πληρωμής. Κατόπιν ενός μεγάλου και εξουθενωτικού δικαστικού αγώνα περί υπόθεσης αγωγής αποζημίωσης και χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης επί αδικοπραξίας, κατατίθεται αίτηση αναίρεσης, με την οποία προσβάλλεται η τελεσίδικη απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης, 2184/2015, η οποία απέρριψε την έφεση των αναιρεσειουσών, κατά της εκδοθείσας οριστικής απόφασης 17856 / 2013. Ο Άρειος Πάγος αποφασίζει και κρίνει ως βάσιμο τον υπ’ αριθ. 16ο λόγο αναίρεσης του άρθρου 559 ΚΠολΔ και επιβραδύνει την σχετική έρευνα των υπολοίπων λόγων αναίρεσης, εξαιτίας του εύρους της αναιρετικής εμβέλειας του πρώτου.


ΙI. Πραγματικά Περιστατικά


Στις 6 Μαρτίου 2017 συνεδρίασε το Α1 Πολιτικό Τμήμα του Αρείου Πάγου και πραγματεύθηκε μια υπόθεση αγωγής αποζημίωσης και χρηματικής ικανοποίησης, λόγω ηθικής βλάβης επί αδικοπραξίας. Συγκεκριμένα, το 2005, η Κ, φερόμενη ως διαχειρίστρια πολυκατοικίας, διαμέρισμα της οποίας βρίσκεται στην κυριότητα της Α, επισκέφθηκε την τελευταία, την οποία εξαπάτησε λέγοντάς της πως χρειάζεται την σύμφωνη γνώμη της μέσω της υπογραφής της, για έναρξη εργασιών στην πολυκατοικία και με αυτόν τον τρόπο υπέκλεψε την υπογραφή της σε συναλλαγματική 90.000 ευρώ.


Η Α όντας ηλικιωμένη, με εξαιρετικά σοβαρά προβλήματα υγείας, δεν αντιλήφθηκε την συμπαιγνία σε βάρος της. Κατ’ αποτέλεσμα η διορισθείσα προθεσμία λήξης της συναλλαγματικής,,παρήλθε άπρακτη. Αργότερα η Δ, πραγματική διαχειρίστρια της προαναφερθείσας πολυκατοικίας και μητέρα της Κ- όπως αργότερα απεδείχθει-, καταθέτει στον δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης αίτηση διαταγής πληρωμής.


Η έκδοση της τελευταίας επέφερε την υποχρέωση της Α σε καταβολή του ποσού της συναλλαγματικής, ήτοι 90.000 ευρώ, πλέον τόκων και εξόδων εξαιτίας της μη έγκαιρης πληρωμής της. Ακολούθως η Δ επέσπευσε αναγκαστική εκτέλεση για την κατάσχεση του ως άνω διαμερίσματος, δυνάμει του αντιγράφου εξ απογράφου της διαταγής πληρωμής. Το 2006 λαμβάνει χώρα ο εκπλειστηριασμός του ακινήτου και η κατακύρωση του στον Υ, ήτοι σε τρίτο, ως πρώτου και τελευταίου υπερθεματιστή, αντί του ποσού των 70.000 ευρώ. Έπειτα, συντάχθηκε η έκθεση βίαιης αποβολής της Α - στην οποία κοινοποιήθηκε την λίγο αργότερα- από το ως άνω ακίνητό της και η εγκατάσταση του Υ σε αυτό. Προκειμένου η Δ να ικανοποιηθεί πλήρως για το ποσό που δεν καλύφθηκε από τον εκπλειστηριασμό δυνάμει της διαταγής πληρωμής, επισπεύδει αναγκαστική κατάσχεση τη διαταγή πληρωμής ως εκτελεστό τίτλο, στο 1/2 εξ αδιαίρετου του ακινήτου στο οποίο η Α κατοικεί και βρίσκεται στην κυριότητά της. Ο δικαστικός αγώνας για την Α εκκινεί με την άσκηση ανακοπής κατά της σε βάρος της διαταγής πληρωμής (632 ΚΠολΔ).


Με την παραπάνω, η Α αιτήθηκε την ακύρωση της διαταγής πληρωμής επί τη βάσει του ισχυρισμού περί πλαστότητας του εκτελεστού τίτλου, καθώς η υπογραφή της υπεκλάπη δολίως, καθιστώντας την αποδέκτρια της συναλλαγματικής. Ακόμη ισχυρίστηκε πως εξαιτίας δόλιας συμπαιγνίας της Δ, του δικαστικού επιμελητή, καθώς και του ταχυδρομικού υπαλλήλου, καμία εκ των επιδόσεων δεν έγινε πραγματικά προς το πρόσωπο της, πλην της διαταγής πληρωμής για την οποία έλαβε γνώση στις 23 Μαρτίου 2006. Η ανακοπή της Α απορρίφθηκε ως εκπρόθεσμη (633/2 ΚΠολΔ) με την υπ’ αριθμόν 18391/2006 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης.


Κατ’ αυτής της απόφασης στράφηκε η Α, ασκώντας έφεση, η οποία απορρίφθηκε κατ’ ουσίαν, δίχως περεταίρω διερεύνηση της ύπαρξης υποχρέωσης της ή μη, ως αποδέκτριας, δεχόμενη την άπρακτη παρέλευση των προαπαιτούμενων βάσει νόμου προθεσμιών για την άσκηση της ανακοπής (632/1 και 633/2 ΚΠολΔ).


Με αυτόν τον τρόπο η διαταγή πληρωμής απέκτησε ισχύ δεδικασμένου. Ο δικαστικός αγώνας για την Α συνεχίστηκε με την αγωγή της κατά των Δ και Κ, το 2010, στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης, η οποία έγινε δεκτή και επέφερε για τις εναγόμενες την υποχρέωση καταβολής εις ολόκληρον, του ποσού των 20.343,84 ευρώ για αποκατάσταση της ζημιάς και ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης.


Η απόφαση αυτή ήταν οριστική και προσβλήθηκε με έφεση των εναγόμενων - εκκαλούντων, στο Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, όπου και απορρίφθηκε. Έτσι οδηγούμαστε στην αίτηση αναίρεσης των αρχικώς εναγομένων, για την οποία συνεδριάζει ο Άρειος Πάγος και αποφασίζει με την ΑΠ 58/2019.


ΙIΙ. Διατακτικό της απόφασης


«Αναιρεί την απόφαση του Τριμελούς Εφετείου (υπ’ αριθμ. 2184/2015)…παραπέμπει την υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο παραπάνω Δικαστήριο, που θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές, εκτός εκείνων, που εξέδωσαν την αναιρούμενη απόφαση… διατάσσει την απόδοση στις αναιρεσείουσες του παραβόλου των τριακοσίων [300] ευρώ, που καταβλήθηκε από αυτές… καταδικάζει τις αναιρεσίβλητες στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσειουσών τα οποία ορίζει στο ποσό των τριών χιλιάδων [3000] ευρώ…»



ΙV. Ανάλυση Νομικών Ζητημάτων


Α. Λειτουργία Δεδικασμένου


Το δεδικασμένο συνιστά έναν από τους σημαντικότερους θεσμούς της δίκης, η ενέργεια του οποίου λαμβάνει χώρα αποκλειστικά στον δικονομικό κόσμο. Άλλωστε, χωρίς αυτόν, ήτοι άνευ της δεσμευτικότητας «των δια της αποφάσεως κριθέντων», η δίκη δεν ευρίσκει καν θετική εννοιολογική θεμελίωση (Μπέης 1974). Λαμβάνεται υπ’ όψιν αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο και προτείνεται στην κατ’ έφεση δίκη δίχως τους περιορισμούς του συγκεντρωτικού συστήματος.


Οι βασικές θεωρίες που έχουν αναπτυχθεί για το δεδικασμένο ακούν στην ουσιαστική και στην δικονομική θεωρία. Ωστόσο η τελευταία φαίνεται να είναι και η κρατούσα, καθώς υπηρετεί την λειτουργική αποστολή του δεδικασμένου, ανταποκρίνεται στις θετικές ρυθμίσεις και διατυπώσεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, καθώς και στην νομική πραγματικότητας που επικρατεί σήμερα, αναφορικά με τον διαχωρισμό δικονομικής και ουσιαστικής έννομης τάξης.


Επί τη βάσει λοιπόν της δικονομικής θεωρίας, ο θεσμός του δεδικασμένου δεσμεύει μεν τον δικαστή μεταγενέστερης δίκης κατά την επανεκδίκαση ήδη κριθέντος δικαιώματος και ρυθμίζει τη συγκεκριμένη δικονομική του συμπεριφορά, δεν έχει δε, το περιθώριο επίδρασης στην εξώδικη συμπεριφορά των κοινωνών του δικαίου. Προκειμένου λοιπόν να εκπληρωθεί ο παραπάνω σκοπός, κρίνεται αναγκαία η ύπαρξη συνεκτικού συνδέσμου ανάμεσα στις δύο δικές.


Σε ποιες περιπτώσεις όμως, εντοπίζεται αυτός ο συνεκτικός σύνδεσμος;


Πρώτον, χρειάζεται το αντικείμενο που ήδη έχει κριθεί, να συνιστά αντικείμενο και της νέας δίκης.

Δεύτερον, δύναται τα αντικείμενα των δυο δικών να μην ταυτίζονται, αλλά η διάγνωση ενός εξ αυτών στην πρώτη δίκη, να συνιστά προδικαστικό ζήτημα της δεύτερης.

Τρίτον, όταν η ιστορική βάση ήδη προταθείσας στην προγενέστερη δίκη ένστασης, έχει κριθεί, μη δίνοντας στον δικαστή της δεύτερης δίκης το περιθώριο περαιτέρω διερεύνησης της, αν αυτή προταθεί ξανά.

Τέταρτον, αν προταθεί με την μορφή ένστασης, αξίωση που κρίθηκε με την αγωγή.


Β. Αντικειμενικά Όρια Δεδικασμένου


Η έννοια των αντικειμενικών ορίων του δεδικασμένου αποτυπώνεται στο άρθρο 322 παρ.1 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, σύμφωνα με το οποίο «το δεδικασμένο εκτείνεται στο ουσιαστικό ζήτημα που κρίθηκε, αν η απόφαση έκρινε οριστικά για μια έννομη σχέση που έχει προβληθεί με αγωγή, ανταγωγή, κυρία παρέμβαση ή ένσταση συμψηφισμού. Το δεδικασμένο εκτείνεται επίσης και στο δικονομικό ζήτημα που κρίθηκε οριστικά».


Αναφορικά με το δεδικασμένο επί δικονομικού ζητήματος, όπως παραδείγματος χάριν η ισχύς δεδικασμένου που απέκτησε η διαταγή πληρωμής της Δ στην υπόθεση μας, η απόφαση που εκδίδεται παράγει δεδικασμένο μόνο ως προς το συγκεκριμένο κριθέν ζήτημα και όχι ως προς το ουσιαστικό δικαίωμα -στην προκειμένη περίπτωση την ύπαρξη ή μη απαίτησης της Δ, ή τις συνθήκες υπό τις οποίες εκδόθηκε η επίδικη συναλλαγματική- το οποίο και ορθώς δεν εξετάσθηκε από το δικαστήριο.


Στο άρθρο 324 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας αποκρυσταλλώνονται τα αντικειμενικά όρια του δεδικασμένου.


Ειδικότερα, ορίζει πως «δεδικασμένο υπάρχει μεταξύ των ίδιων προσώπων με την ίδια ιδιότητα μόνο για το δικαίωμα που κρίθηκε και εφόσον πρόκειται για το ίδιο αντικείμενο και την ίδια ιστορική και νομική αιτία». Πιο αναλυτικά, ταυτότητα ιστορικής αιτίας υφίσταται όταν το πραγματικό της νομικής διάταξης που εφαρμόσθηκε στην προγενέστερη δίκη, συγκροτήθηκε από τα ίδια πραγματικά περιστατικά που συναπαρτίζουν το πραγματικό της νομικής διάταξης που θα εφαρμοστεί στην νέα δίκη. Ήτοι, όταν το ίδιο ιστορικό γεγονός μεταβάλλεται προκειμένου να υπάγεται στο πραγματικό άλλου κανόνα δικαίου. Ωστόσο, η θεμελίωση της ίδιας αξίωσης σε περισσότερες ιστορικές βάσεις και η προέλευση αυτών των βάσεων από πληθώρα γεγονότων, εξαλείφουν κάθε αμφιβολία και ο διάδικος που στήριξε την αξίωση του σε μια βάση, μπορεί να επανέλθει σε επόμενη δίκη αιτούμενος την διάγνωση της ίδιας αξίωσης, στηριζόμενης αυτή την φορά σε μια εκ των ιστορικών βάσεων που δεν προτάθηκαν στην προγενέστερη δίκη (Νίκας 2018).


Η δεύτερη προϋπόθεση από την οποία διέπεται το δεδικασμένο, ανάγεται στην ταυτότητα νομικής αιτίας, δηλαδή στην νομική βάση του επίδικου δικαιώματος.


Έτσι, με την παρεμβολή της νομικής αιτίας επιτυγχάνεται η στενή οριοθέτηση του δεδικασμένου για μεγαλύτερη ασφάλεια δικαίου. Εντούτοις, νέα αγωγή για το ίδιο δικαίωμα και για την ίδια ιστορική αιτία, δεν παρεμποδίζεται από το δεδικασμένο, αν εμφανιστεί με διαφορετικό νομικό ένδυμα, ήτοι βρει έρεισμα σε διαφορετική νομική διάταξη (Νίκας 2018).



Γ. Παραγωγή Δεδικασμένου από Διαταγή Πληρωμής


Η διαταγή πληρωμής αποκτά ισχύ δεδικασμένου, αν δεν ασκηθεί κατ’ αυτής ανακοπή, εντός 15 ημερών από την δεύτερη επίδοσή της (633 πας.2 ΚΠολΔ) - 10 ημέρες από την δεύτερη επίδοση, στην υπόθεση που μας απασχολεί, καθώς η ένδικη διαδικασία εκκίνησε πριν τον ν. 4640/2019. Ενδεχομένως η κατάθεση αγωγής αδικοπραξίας της Α για δόλια κτήση του εκτελεστού τίτλου από τις Δ και Κ, δεν δύναται να ανατρέψει εμμέσως το παραπάνω δεδικασμένο.


Ωστόσο, το δεδικασμένο δεν έχει αναπτυχθεί κατά το διάστημα όπου εκκρεμεί η έκδοση απόφασης περί του εκπρόθεσμου της ασκηθείσας ανακοπής, δημιουργώντας έτσι την ενδεχόμενη ύπαρξη ενός εκτελεστού τίτλου, χωρίς την συνδρομή των νόμιμων προϋποθέσεων.


Ακόμη, αν δεν λάβει χώρα η δεύτερη επίδοση της διαταγής πληρωμής, ανοίγει ο δρόμος για την άσκηση της ανακοπής του άρθρου 933 ΚΠολΔ και επίκλησης λόγων που αφορούν το κατ’ ουσίαν υποστατό της υπόθεσης, ήτοι την απαίτηση. Όπως προκύπτει από τα πραγματικά περιστατικά της ανωτέρω υπόθεσης, η προβλεπόμενη προθεσμία παρήλθε άπρακτη, καθώς η Α δεν έλαβε ουδέποτε γνώση περί της πραγματικής επίδοσης προς το πρόσωπο της, ισχυρισμός που ωστόσο δεν αφορά το επιληφθέν δικαστήριο. Φαίνεται όμως έντονα πως είτε με τον έναν τρόπο, είτε με τον άλλο, ο οφειλέτης έχει την δυνατότητα να προστατευτεί, απλώς στην μια εκ των περιπτώσεων επέρχεται ο αποκλεισμός της ανακοπής κατά της διαταγής πληρωμής και προβολής ισχυρισμού που δεν καλύπτεται από το δεδικασμένο.


Εντούτοις η διαταγή πληρωμής στην συγκεκριμένη υπόθεση δεν ανέπτυξε αμέσως ισχύ δεδικασμένου, αφού η ανακοπή απορρίφθηκε ως εκπρόθεσμη (άρθρο 632 παρ. 2). Κατόπιν της έφεσης της Α κατά της απόφασης που απέρριψε την ανακοπή, η οποία επίσης δεν έγινε δεκτή, η διαταγή πληρωμής απέκτησε ισχύ δεδικασμένου, ήτοι εξομοιώθηκε με τελεσίδικη δικαστική απόφαση. Το δεδικασμένο όμως αυτό, δεν καλύπτει την ύπαρξη ή μη της απαίτησης για την οποία η Δ επέσπευσε επίδικη αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος της Α, ούτε τον τρόπο και τις συνθήκες υπό τις οποίες εκδόθηκε η επίδικη συναλλαγματική, αφού το δικαστήριο διερεύνησε μόνο το νομότυπο των δύο επιδόσεων.


Τόσο τα αντικειμενικά, όσο και τα υποκειμενικά όρια του δεδικασμένου της διαταγής πληρωμής, ρυθμίζονται από τις γενικές διατάξεις που αναφέρθηκαν παραπάνω (άρθρα 322, 324-325 επ.). Το αν και σε ποιες περιπτώσεις παράγεται δεδικασμένο από την ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής και για την απαίτηση, είναι σχετικό και διαφοροποιείται ανάλογα με το αν μαζί με την ανακοπή προτάθηκαν και ισχυρισμοί περί της απαίτησης ή όχι. Πάντως, η ισχύς της διαταγής πληρωμής εξισορροπεί την διπλή δυνατότητα δικαστικής ακρόασης του οφειλέτη, φαινόμενο ιδιαίτερα πιο έντονο από ότι στην αμφισβητούμενη διαδικασία (Πανταζόπουλος 2019).


V. Συμπεράσματα


Ο θεσμός του δεδικασμένου συνιστά έναν πολύτιμο λίθο για το οικοδόμημα της πολιτικής δικονομίας, καθώς και έναν θεμελιώδη πυλώνα για την δίκαιη δίκη, υπηρετώντας την ασφάλεια δικαίου και την ορθή απονομή της δικαιοσύνης. Παρά το γεγονός πως στην ανωτέρω υπόθεση τα πραγματικά περιστατικά που ισχυρίζεται η Α, ενδεχομένως δύνανται να είναι αληθή, παρατηρούμε πως η ακεραιότητα που αποπνέει το σύνολο κανόνων που συναπαρτίζουν τον θεσμό του δεδικασμένου ειδικά σε ότι αφορά αυτό που πηγάζει από την διαταγή πληρωμής, δεν της επέτρεψε να ευδοκιμήσουν οι νομικές της προσπάθειες στα πλαίσια του δικαστικού της αγώνα, καθώς προσέκρουαν σε τυπικά σφάλματα. Αυτό εκ πρώτης όψεως θα μπορούσε να θεωρηθεί άδικο, καθώς φαίνεται να δημιουργεί κωλύματα ως προς την αναζήτησή της αλήθειας, εντούτοις δίνονται περιθώρια μέσω άλλων νομικών και δικονομικών οδών προκειμένου να εκπληρωθεί ο σκοπός του δίκαιου, να διασφαλισθεί η δικονομική ορθότητα και οι κληρονόμοι της Α (καθώς αυτή απεβίωσε) να διεκδικήσουν όσα τους ανήκουν, αρκεί πάντοτε όλα τα παραπάνω να μπορούν να αποδειχθούν ενώπιον του δικαστηρίου. Αυτή είναι μια από τις πολλές εκφάνσεις της «διαρκούς δίκης».


VI. Βιβλιογραφία


Μπέης K Πολιτική Δικονομία, ΙΙα Σάκκουλας Π.Αφοι, 1974

Νίκας Ν, Εγχειρίδιο Πολιτικής Δικονομίας, Π.Ν Σάκκουλας, 2018 (Γ’ έκδοση)

Πανταζόπουλος Στ. Η ανακοπή κατά διαταγής πληρωμής, Π.Ν Σάκκουλας 2019 (Δ΄έκδοση)




Παπαστράτη Μαρία Χρύσα, Νομική Αθηνών ΕΚΠΑ ,Τέταρτο (4ο) έτος

Μέλος της ομάδας σχολιασμού δικαστικών αποφάσεων του τομέα αστικού δικαίου του The LawProject



194 views0 comments
bottom of page