Του Χρήστου Ζαφειρόπουλου
Η συνεπιμέλεια ανήλικου τέκνου σύμφωνα με τον Ν. 4800/2021
(ΜονΠρΘεσσ 15942/2021)
Ποιες είναι οι προϋποθέσεις που θέτει ο ν. 4800/2021 για την επιλογή του θεσμού της συνεπιμέλειας σε περίπτωση διακοπής της έγγαμης συμβίωσης των συζύγων;
Με ποια κριτήρια αξιολογείται το ύψιστο συμφέρον του ανήλικου τέκνου;
Περίληψη Απόφασης
Η συγκεκριμένη ανάλυση δικαστικής απόφασης βασίζεται στο νέο νομό για την συνεπιμέλεια ανήλικου τέκνου (4800/2021). Κατή την εκδοθείσα απόφαση, συνεκδικάστηκαν και κρίθηκαν δύο αγωγές ασκηθείσες από τους συζύγους και συγκεκριμένα την ασκηθείσα από την ενάγουσα αγωγή διαζυγίου λόγω ισχυρού κλονισμού του γάμου (1439 ΑΚ), και την ασκηθείσα από τον εναγόμενο αγωγή για τον ακριβή καθορισμό του ποσού της διατροφής στην θυγατέρα του (1444 ΑΚ). Από το δικαστήριο έγιναν δεκτές και οι δύο αγωγές, καθώς συνέτρεχε τουλάχιστον ένας βάσιμος λόγος για να ευσταθεί καθεμιά από αυτές, όμως εν προκειμένω θα μας απασχολήσει το ζήτημα της ρύθμισης της επιμέλειας και μάλιστα υπό το πρίσμα του θεσμού της συνεπιμέλειας, που τέθηκε κατά την εξέτασή τους.
Πραγματικά Περιστατικά
Στην συγκεκριμένη υπόθεση έχουμε την Α και τον Β που σύναψαν γάμο το 2017 και απέκτησαν κατά τη διάρκειά του μία θυγατέρα. Μετά από λίγο καιρό η Α αποφάσισε να διακόψει την έγγαμη συμβίωση επικαλούμενη ισχυρό κλονισμό του γάμου, και καθώς η θυγατέρα ήταν ακόμα ανήλικη, έπρεπε να ρυθμιστεί το θέμα σχετικά με το ποιος θα αναλάβει την κηδεμονία της.
Νομικά ζητήματα της υπόθεσης
Στην συγκεκριμένη παράγραφο θα αναλύσουμε τα νομικά ζητήματα που εξέτασε το δικαστήριο για να εκδώσει την συγκεκριμένη απόφαση.
1) Σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 1439 παρ. 1, κάθε ένας από τους συζύγους μπορεί να επικαλεσθεί κλονιστικό γεγονός που να καθιστά την συνέχιση της έγγαμης συμβίωσης αφόρητη, ενώ αν αυτό το κλονιστικό γεγονός αφορά και τους δύο συζύγους το δικαστήριο δεν θα εξετάσει αν αυτό έγινε με υπαιτιότητα ή χωρίς. Σε αυτό οφείλουμε να σημειώσουμε ότι το δεδικασμένο της δίκης της διαζυγίου δεν εκτείνεται σε καμία περίπτωση στην δίκη της διατροφής για την ανήλικη (άρ.1442, 1444 ΑΚ).
2) Σύμφωνα με το άρθρο 1439 παρ. 3 ΑΚ, όταν οι δύο σύζυγοι βρίσκονται σε διάσταση συνεχώς για δύο τουλάχιστον χρόνια τεκμαίρεται ο ισχυρός κλονισμός του γάμου του, χωρίς να εμποδίζουν τον χρόνο της διάστασης μικρές διακοπές και επανασυνδέσεις του ζευγαριού για μικρό χρονικό διάστημα στην προσπάθεια τους να «σώσουν» τον γάμο τους», έστω και αν ο κλονισμός αφορά το πρόσωπο του ενάγοντα. Ως διάσταση, κατά την έννοια της διάταξης αυτής, νοείται η φυσική και ψυχική απομάκρυνση μεταξύ των συζύγων, με την πρόθεση τουλάχιστον του ενός εξ αυτών να μην έχουν πλέον κοινωνία βίου.
3) Σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 218, 219 παρ. 1 ΚΠολΔ σε συνδυασμό με το άρθρο 591 παρ. 1 ΑΚ, προκύπτει ότι σε περίπτωση επίκλησης από τον ενάγοντα συζύγου δύο βάσεων του άρθρου 1439 ΑΚ δυνάμει των οποίων αιτείται τη λύση του γάμου του και συγκεκριμένα, λόγω ισχυρού κλονισμού από λόγο που αφορά το πρόσωπο του εναγομένου συζύγου, σύμφωνα με την παράγραφο 1, αλλά και λόγω ισχυρού κλονισμού, που τεκμαίρεται, λόγω διετούς διάστασής τους, σύμφωνα με την παράγραφο 3, και ανεξάρτητα αν υπάρχει απλή σώρευση ή επικουρική, το δικαστήριο δεν είναι υποχρεωμένο, με βάση την αρχή της εξουσίας διάθεσης (άρθρο 106 ΚΠολΔ), να λάβει υπ’ όψιν τη σειρά προτεραιότητας που υποδεικνύει ο ενάγων
4) Σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 1510 παρ. 1 ΑΚ όπως τροποποιήθηκε με τον ν. 4800/2021, που ρύθμισε τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα που αφορούν την διαμόρφωση των σχέσεων μεταξύ των γονέων και του τέκνου μετά την λύση του γάμου ή του συυμφώνου συμβίωσης, η γονική μέριμνα «είναι καθήκον και δικαίωμα των γονέων», την οποία μπορούν να ασκούν από κοινού βάσει του Ν.4800/2021 για την συνεπιμέλεια. Κατά την διάταξη του άρθρου 1513 ΑΚ, όπως αυτή ισχύει μετά τον ν. 4800/2021, «στις περιπτώσεις διαζυγίου ή ακύρωσης του γάμου ή λύσης ή ακύρωσης του συμφώνου συμβίωσης ή διακοπής της συμβίωσης και εφόσον ζουν και οι δύο γονείς, εξακολουθούν να ασκούν από κοινού και εξίσου τη γονική μέριμνα. Ο γονέας με τον οποίο διαμένει το τέκνο επιχειρεί τις πράξεις που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 1516, κατόπιν προηγούμενης ενημέρωσης του άλλου γονέα». Έπειτα, σύμφωνα το άρθρο 1514 παρ. 2 ΑΚ όπως ισχύει μετά τον Ν. 4800/2021, αν ο γονέας αδυνατεί ή δεν τηρεί υπάρχουσα συμφωνία για το συμφέρον του τέκνου ή για το πως θα ασκείται η γονική μέριμνα, ή αν αυτή είναι αντίθετη προς το συμφέρον του τέκνου, τότε ο κάθε γονέας έχει δικαίωμα να προσφύγει σε διαμεσολάβηση (εξαίρεση αποτελούν οι περιπτώσεις ενδοοικογενειακής βίας), όπως προβλέπει ο νόμος. Αν οι δύο γονείς διαφωνούν ως προς τον τρόπο άσκησης της γονικής μέριμνας, τότε αποφασίζει το δικαστήριο ανάλογα φυσικά και την εκάστοτε περίπτωση, αλλά και βασιζόμενο στην παράγραφο 3 του άρθρου 1514 ΑΚ και δύναται α) να κατανείμει την άσκηση της γονικής μέριμνας μεταξύ των γονέων, να εξειδικεύσει τον τρόπο άσκησής της στα κατ’ ιδίαν θέματα ή να αναθέσει την άσκησή της γονικής μέριμνας στον ένα γονέα ή σε τρίτο, β) να διατάξει πραγματογνωμοσύνη ή τη λήψη οποιουδήποτε άλλου πρόσφορου μέτρου, να διατάξει διαμεσολάβηση ή την επανάληψη διακοπείσας διαμεσολάβησης, ορίζοντας συγχρόνως το διαμεσολαβητή. Για τη λήψη της απόφασής του το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη τους έως τότε δεσμούς του τέκνου με τους γονείς και τους αδελφούς του, καθώς και τις τυχόν συμφωνίες που έκαναν οι γονείς του τέκνου για την άσκηση της γονικής μέριμνας. Εξάλλου, στις παραγράφους 2, 3 και 4 του άρθρου 1511 ΑΚ, που ομοίως τροποποιήθηκε δυνάμει του Ν. 4800/2021 (Κεφάλαιο Β΄, άρθρο 5), ορίζονται τα κάτωθι: «2. Στο βέλτιστο συμφέρον του τέκνου, που εξυπηρετείται ιδίως από την ουσιαστική συμμετοχή και των δύο γονέων στην ανατροφή και φροντίδα του, καθώς επίσης και από την αποτροπή διάρρηξης των σχέσεών του με καθένα από αυτούς, πρέπει να αποβλέπει και η απόφαση του δικαστηρίου, όταν αποφασίζει σχετικά με την ανάθεση της γονικής μέριμνας ή με τον τρόπο άσκησής της. Η απόφαση του δικαστηρίου συνεκτιμά παραμέτρους, όπως την ικανότητα και πρόθεση καθενός εκ των γονέων να σεβαστεί τα δικαιώματα του άλλου, τη συμπεριφορά κάθε γονέα κατά το προηγούμενο χρονικό διάστημα και τη συμμόρφωσή του με τις νόμιμες υποχρεώσεις του, δικαστικές αποφάσεις, εισαγγελικές διατάξεις και προηγούμενες συμφωνίες που είχε συνάψει με τον άλλο γονέα και αφορούν το τέκνο 3. Η απόφαση του δικαστηρίου πρέπει να σέβεται την ισότητα μεταξύ των γονέων και να μην κάνει διακρίσεις εξαιτίας ιδίως του φύλου, του σεξουαλικού προσανατολισμού, της φυλής, της γλώσσας, της θρησκείας, των πολιτικών ή όποιων πεποιθήσεων, της ιθαγένειας, της εθνικής ή κοινωνικής προέλευσης ή της περιουσίας 4. Ανάλογα την ωριμότητα του τέκνου πρέπει να ζητείται και να συνεκτιμάται η γνώμη του, πριν από κάθε απόφαση σχετική με τη γονική μέριμνα και τα συμφέροντά του». Επίσης, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1518 παρ. 1 ΑΚ «Η επιμέλεια του προσώπου του τέκνου περιλαμβάνει ιδίως την ανατροφή, την επίβλεψη, τη μόρφωση και την εκπαίδευσή του, καθώς και τον προσδιορισμό του τόπου διαμονής του». Σύμφωνα τώρα με τη διάταξη του άρθρου 1520 παρ.1 ΑΚ, όπως αντικαταστάθηκε δυνάμει του νόμου 4800/2021 (Κεφάλαιο Γ`, άρθρο 13) «Ο γονέας με τον οποίο δεν διαμένει το τέκνο, έχει το δικαίωμα και την υποχρέωση της, κατά το δυνατό, ευρύτερης επικοινωνίας με αυτό, στην οποία περιλαμβάνονται τόσο η φυσική παρουσία και επαφή με το τέκνο, όσο και η διαμονή του τέκνου στην οικία του. Ο γονέας, με τον οποίο διαμένει το τέκνο οφείλει να διευκολύνει και να προωθεί την επικοινωνία του τέκνου με τον άλλο γονέα σε τακτή χρονική βάση. Ο χρόνος επικοινωνίας του τέκνου με φυσική παρουσία με τον γονέα, με τον οποίο δε διαμένει, τεκμαίρεται στο 1/3 του συνολικού χρόνου, εκτός αν ο γονέας αυτό ζητά μικρότερο χρόνο επικοινωνίας ή επιβάλλεται να καθορισθεί μικρότερος ή μεγαλύτερος χρόνος επικοινωνίας για λόγους που αφορούν στις συνθήκες διαβίωσης ή στο συμφέρον του τέκνου, εφόσον σε κάθε περίπτωση δεν διαταράσσεται η καθημερινότητα του τέκνου. Αποκλεισμός ή περιορισμός της επικοινωνίας είναι δυνατός μόνο για εξαιρετικά σοβαρούς λόγους, ιδίως όταν ο γονέας με τον οποίο δε διαμένει το τέκνο, κριθεί ακατάλληλος να ασκεί το δικαίωμα επικοινωνίας. Για τη διαπίστωση της ακαταλληλότητας του γονέα το δικαστήριο μπορεί να διατάξει κάθε πρόσφορο μέσο, ιδίως την εκπόνηση εμπεριστατωμένης έκθεσης κοινωνικών λειτουργών ή ψυχιάτρων ή ψυχολόγων», ενώ συγχρόνως στην παρ. 3 εδ. α’ αυτού προβλέπεται ότι «τα σχετικά με την επικοινωνία ζητήματα καθορίζονται ειδικότερα είτε με Από το συνδυασμό των παραπάνω διατάξεων, όπως αυτές διαμορφώθηκαν με τις τροποποιήσεις που εισήγαγε ο νόμος 4800/2021 αποσκοπώντας στην εξυπηρέτηση του βέλτιστου συμφέροντος του τέκνου διά της ενεργούς παρουσίας και των δύο γονέων κατά την ανατροφή του και στην εκπλήρωση της ευθύνης έναντι αυτού (άρθρο 1 ν. 4800/2021), προκύπτει α) πως η από κοινού και εξίσου άσκηση της γονικής μέριμνας, μέρος της οποίας είναι η επιμέλεια του προσώπου του τέκνου, υπό την έννοια της κοινής και ισότιμης άσκησης της, κι όχι υπό την έννοια της χρονικής εξίσωσης και ισοκατανομής της (βλ. Κουνουγέρη- Μανωλεδάκη, Οικογενειακό Δίκαιο ΙΙ, 8η εκδ., σ. 291, Λέκκας, Η επιμέλεια του παιδιού κατά τον Αστικό Κώδικα, σ. 75 και 175), εξακολουθεί να ισχύει και μετά το διαζύγιο των γονέων β) ότι οι γονείς μπορούν οι ίδιοι να ρυθμίζουν και να κατανείμουν με έγγραφη συμφωνία τους την άσκηση της γονικής μέριμνας γ) σε περίπτωση που δεν είναι δυνατή η από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας εξαιτίας διαφωνίας των γονέων, ιδίως αν ο ένας γονέας αδιαφορεί ή δεν συμπράττει σε αυτή ή δεν τηρεί την τυχόν υπάρχουσα συμφωνία για την άσκηση ή τον τρόπο άσκησης της γονικής μέριμνας ή αν η συμφωνία αυτή είναι αντίθετη προς το συμφέρον του τέκνου ή αν η γονική μέριμνα ασκείται αντίθετα προς το συμφέρον του τέκνου, πριν την προσφυγή στο δικαστήριο, απαιτείται η προσφυγή στη διαμεσολάβηση, πλην των περιπτώσεων ενδοοικογενειακής βίας. έγγραφη συμφωνία των γονέων είτε από το δικαστήριο». Στην περίπτωση, δε, που η διαμεσολάβηση δεν τελεσφορήσει, το δικαστήριο, μεταξύ των άλλων, μπορεί πάντα με γνώμονα το βέλτιστο συμφέρον του ανήλικου τέκνου 1) να κατανείμει την άσκηση της γονικής μέριμνας μεταξύ των γονέων είτε λειτουργικά, υπό την έννοια της διάσπασης του περιεχομένου της γονικής μέριμνας και την ανάθεση ορισμένων λειτουργιών αυτής, όπως της επιμέλειας ή ακόμα και ειδικότερων πτυχών κάθε λειτουργίας στον ένα γονέα και άλλων στον άλλο, είτε χρονικά υπό την έννοια της διατήρησης συμπαγούς του περιεχομένου της και την εναλλάξ ανάθεσή της πρώτα στον ένα γονέα και έπειτα στον άλλο, έτσι ώστε κάθε γονέας να ασκεί τη γονική μέριμνα στο σύνολό της κατά χρονικά διαστήματα που επανέρχονται περιοδικά 2) να εξειδικεύσει τον τρόπο άσκησης της γονικής μέριμνας στα κατ’ ιδίαν θέματα, ως μία ελάσσων δυνατότητα για την περίπτωση που το δικαστήριο θα θεωρήσει ότι δεν χρειάζεται ρύθμιση ως προς το πρόσωπο που ασκεί τη γονική μέριμνα, αλλά αρκεί μια ρύθμιση των συγκεκριμένων και ειδικά προσδιορισμένων θεμάτων της άσκησης της γονικής μέριμνας, που δημιουργούν τριβές 3) να αναθέσει την άσκησή της γονικής μέριμνας στον ένα γονέα ή σε τρίτο. Όταν λέμε επιμέλεια του παιδιού κατά τον Αστικό Κώδικα, εννοούμε την από κοινού ανατροφή του τέκνου από τους γονείς.
5) Τέλος, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1516 παρ.2 ΑΚ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 10 ν. 4800/2021, στις περιπτώσεις διακοπής της συμβίωσης των γονέων, διαζυγίου ή ακύρωσης του γάμου τους, καθώς και όταν πρόκειται για τέκνο γεννημένο χωρίς γάμο των γονέων του, καθένας από τους γονείς μπορεί να ασκεί τις αξιώσεις διατροφής που έχει το τέκνο κατά του άλλου γονέα ή τρίτου. Από τις διατάξεις, δε, των άρθρων 1485, 1486, 1489 και 1493 ΑΚ προκύπτει ότι οι γονείς, είτε υπάρχει μεταξύ τους γάμος και συμβιώνουν, είτε έχει διακοπεί η συμβίωση, είτε έχει εκδοθεί διαζύγιο, έχουν κοινή και ανάλογη με τις δυνάμεις τους υποχρέωση να διατρέφουν το ανήλικο τέκνο τους, ακόμη και εάν αυτό έχει περιουσία, της οποίας, όμως, τα εισοδήματα ή το προϊόν της εργασίας του ή άλλα τυχόν εισοδήματά του δεν αρκούν για τη διατροφή του. Το μέτρο της διατροφής προσδιορίζεται με βάση τις ανάγκες του ανηλίκου δικαιούχου, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες ζωής του, η δε δικαιούμενη (ανάλογη) διατροφή του περιλαμβάνει όλα τα αναγκαία για τη συντήρηση, ανατροφή και εν γένει εκπαίδευσή του έξοδα. Ως συνθήκες ζωής νοούνται οι συγκεκριμένοι όροι διαβίωσης, που ποικίλουν ανάλογα με την ηλικία, τον τόπο κατοικίας, την ανάγκη επιτήρησης, εκπαίδευσης και την κατάσταση υγείας του δικαιούχου, σε συνδυασμό με την περιουσιακή κατάσταση του υπόχρεου.
Κατά την γνώμη μου το δικαστήριο έκρινε σωστά που εν τέλει αφού εξέτασε όλες τις παραμέτρους που προανέφερα τελικά εφάρμοσε τον ν. 4800/2021 στην συγκεκριμένη υπόθεση.
Κοινωνιολογική Προσέγγιση του Ν. 4800/2021
Κατά την προσωπική μου άποψη ο νόμος για την συνεπιμέλεια τέκνου (4800/2021) έχει πολλά οφέλη όσο και πολλά ελλατώματα για την κοινωνία μας γενικότερα. Πρώτο και βασικό όφελος από τον νόμο αυτόν είναι ότι εφόσον φυσικά οι γονείς έχουν καλές σχέσεις μεταξύ τους παρά τον χωρισμό τους, θα έχουν πλέον την δυνατότητα να ζητήσουν από το δικαστήριο την συνεπιμέλεια του παιδιού τους, για να παίρνουν τις αποφάσεις που το αφορούν από κοινού, με σκοπό να μην «χαλάσει» η αρμονία και το «δέσιμο» της οικογένειας παρά τον χωρισμό των δύο, που αυτό θα επιδράσει θετικά τόσο στην ψυχολογία των γονέων, όσο και στην ψυχολογία του παιδιού που θα έχει όπως είναι λογικό υποστεί ένα ισχυρό «σοκ» μετά τον χωρισμό των γονέων του και τις ξαφνικές αλλαγές που επέφερε αυτός στην ζωή του. Ένα άλλο πλεονέκτημα που εντοπίζω σχετικά με αυτόν τον νόμο είναι ότι πλέον θα έχουμε γρηγορότερη απονομή της δικαιοσύνης σε τέτοιου είδους δίκες, καθώς πλέον οι γονείς μπορούν μόνο με μια αίτηση να ζητήσουν την συνεπιμέλεια του παιδιού τους από το δικαστήριο, ενώ παλαιότερα που την επιμέλεια του παιδιού που έπρεπε να την πάρει μόνο ο ένας από τους δύο γονείς, τέτοιου είδους δίκες ήταν χρονοβόρες, ψυχοφθόρες και πολυδάπανες και για τους δύο αντίδικους.
Από την άλλη, πλευρά ο συγκεκριμένος νόμος έχει ένα βασικό μειονέκτημα και συγκεκριμένα τέτοιο συνιστά το γεγονός ότι πολλές φορές δίνεται η συνεπιμέλεια του παιδιού και στους δύο γονείς κατά τον χρόνο έκδοσης της απόφασης, αλλά μετά από λίγο καιρό προκύπτουν θέματα σεξουαλικής κακοποίησης και σωματικής και ψυχολογικής βίας από τον έναν σύζυγο στον άλλον, με αποτέλεσμα να είναι δύσκολο για το άτομο που την υφίσταται να μπορεί να ξεφύγει από αυτή την κατάσταση, γιατί φοβάται πως αυτό θα έχει συνέπειες. Επομένως, κλείνοντας, θεωρώ πως ο νόμος για την συνεπιμέλεια του παιδιού και από τους δύο γονείς θα πρέπει να θέσει ακόμα πιο αυστηρά κριτήρια για την εφαρμογή του, έτσι ώστε να αποφεύγονται τέτοιου είδους δυσάρεστες καταστάσεις.
Χρήστος Ζαφειρόπουλος,
Εθνικό και καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (τελειόφοιτος), Μέλος σχολιασμού Δικαστικών Αποφάσεων THE LAW PROJECT.
Comentários