top of page

Διακεκριμένη κλοπή - ευτελούς αξίας κατ’ επάγγελμα κατά τον παλαιό και τον νέο Ποινικό Κώδικα

Διακεκριμένη κλοπή - ευτελούς αξίας κατ’ επάγγελμα κατά τον παλαιό και τον νέο Ποινικό Κώδικα


Της Μαριτίνας Λεοντίου

Αλυσιδωτή Αντίδραση: κλέφτης ποδηλάτου κόβει μια κλειδαριά, (Φωτογραφία: Michael Darter / Getty Images)


Αριθμός Απόφασης: ΕΑ 994/2013


Παράθεση Απόφασης:

«1) Στα Βριλήσσια Αττικής, επί της οδού …, την 12-4-2012 και ώρα …, αφαίρεσαν (οι κατηγορούμενοι) από κοινού και ύστερα από συναπόφαση και με κοινό δόλο τέλεσης και έχοντας ενωθεί για να διαπράττουν κλοπές, δύο ποδήλατα, χρώματος μαύρου και μπλε αντίστοιχα, ιδιοκτησίας ΡΙΖΟΥ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ, με σκοπό την παράνομη ιδιοποίησή τους[1] . Διαπράττουν δε κλοπές κατ’ επάγγελμα κατά συνήθεια, αφού από την επανειλημμένη τέλεση της κλοπής, προκύπτει σκοπός τους για πορισμό εισοδήματος και σταθερή ροπή τους προς τη διάπραξη του συγκεκριμένου εγκλήματος ως στοιχείο της προσωπικότητάς τους».


Ανάλυση Απόφασης / Αναφυόμενα νομικά ζητήματα


Τα διαπραγμένα αδικήματα κατά τον Ποινικό Κώδικα


Πρωταρχικό ζήτημα που ανακύπτει κατά την μελέτη και εξέταση της εν λόγω απόφασης, είναι η κλοπή. Η κλοπή κατά τον παλαιό Ποινικό Κώδικα προέκυπτε από το άρθρο 1 [2) Στα Βριλήσσια Αττικής, επί της οδού …, την 8/9-4-2012 και κατά τις ώρες …, αφαίρεσαν (οι κατηγορούμενοι) από κοινού ύστερα από συναπόφαση και με κοινό δόλο ένα ποδήλατο, μάρκας ΚΤΜ, χρώματος μαύρου – πορτοκαλί, μοντ. BOSTON, με αριθμό πλαισίου …, ιδιοκτησίας ΚΑΡΑΔΗΜΑ ΚΛΕΩΝΟΣ, με σκοπό την παράνομη ιδιοποίησή του. 3) Στα Βριλήσσια Αττικής, επί της οδού …, την 6-4-2012 και κατά τις ώρες …, αφαίρεσαν από κοινού (οι κατηγορούμενοι) ύστερα από συναπόφαση και με κοινό δόλο τέλεσης δύο ποδήλατα μάρκας GT AVALANS το ένα, χρώματος μαύρου γκρι, αξίας 1000€, μάρκας SPECIALISED το άλλο, χρώματος μωβ αξίας 1000€ αντίστοιχα, ιδιοκτησίας ΚΥΡΙΑΚΟΠΟΥΛΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ, με σκοπό την παράνομη ιδιοποίησή τους. 4) Στα Βριλήσσια Αττικής, επί της οδού …, την 24/25-3-2012 και κατά τις ώρες …, αφαίρεσαν από κοινού και ύστερα από συναπόφαση και με κοινό δόλο τέλεσης ένα ποδήλατο μάρκας BALISTIC, χρώματος μπλε, αξίας πενήντα (50) ευρώ, ιδιοκτησίας ΣΑΒΒΑΤΗ ΝΑΤΑΛΙ, με σκοπό την παράνομη ιδιοποίηση.] 374ΠΚ, άρθρο το οποίο με την αναθεώρηση του Κώδικα δεν άλλαξε θέση και μελετάται με τον ίδιο τρόπο έως σήμερα. Η συγκεκριμένη απόφαση όμως, παρά την παρούσα κατάσταση και τις ισχύουσες διατάξεις, θα αναλυθεί και ερμηνευθεί βάσει του παλαιού Ποινικού Κώδικα, γεγονός που μπορεί να προκαλέσει κάποιες αντιφάσεις/προβληματισμούς σχετικά με την ορθή αξιολόγηση μίας τέτοιας υπόθεσης στο παρόν. Δηλαδή μπορεί να υπάρξουν στιγμές που θα χρήζουν συγκεκριμένης αιτιολόγησης για την κατανόηση μίας απόφασης του αρμοδίου Δικαστηρίου και άλλα. Όπως προκύπτει επομένως από τον παλαιό Ποινικό Κώδικα κατά το άρθρο 372ΠΚ, κλοπή είναι «Όποιος αφαιρεί ξένο (ολικά ή εν μέρει) κινητό πράγμα από την κατοχή άλλου με σκοπό να το ιδιοποιηθεί παράνομα, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών, και αν το αντικείμενο της κλοπής είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας με φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών». Συνδυαστικά με το πιλοτικό αυτό άρθρο, θα εξεταστεί και το άρθρο 374ΠΚ, «η κλοπή τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών: δ) αν η κλοπή τελέστηκε από δύο ή περισσότερους που είχαν ενωθεί για να διαπράττουν κλοπές ή ληστείες, ε) αν η πράξη τελέστηκε από πρόσωπο που διαπράττει κλοπές ή ληστείες κατ’ επάγγελμα ή κατά συνήθεια ‘ή αν η συνολική αξία των αντικειμένων της κλοπής υπερβαίνει το ποσό των ‘εκατόν είκοσι χιλιάδων (120.000)’ ευρώ».

Τέλος στο ίδιο πλαίσιο της εν λόγω κύριας έννοιας, κινείται και το άρθρο 377ΠΚ κατά το οποίο «1. Αν η κλοπή ή η υπεξαίρεση έχει αντικείμενο πράγμα ευτελούς αξίας, τιμωρείται με χρηματική ποινή ή με φυλάκιση έξι μηνών. Αν όμως η πράξη τελέστηκε από ανάγκη για άμεση χρήση ή ανάλωση του αντικειμένου της κλοπής ή υπεξαίρεσης, το δικαστήριο μπορεί να κρίνει την πράξη ατιμώρητη». Σε κάθε περίπτωση πρέπει να λάβουμε υπόψη και την εθνικότητα των κατηγορουμένων, οι οποίοι χαρακτηρίζονται ως Αραβικής καταγωγής. Συγκεκριμένα, θα μπορούσε να εφαρμοστεί το άρθρο 74ΠΚ §1 κατά το οποίο «Με την επιφύλαξη των σχετικών διατάξεων που περιλαμβάνονται σε διεθνείς συμβάσεις που έχουν κυρωθεί από τη χώρα, το δικαστήριο μπορεί να διατάξει την απέλαση αλλοδαπού που καταδικάσθηκε σε κάθειρξη, εάν κρίνει ότι η παραμονή του στη χώρα δεν συμβιβάζεται προς τους όρους της κοινωνικής συμβίωσης, λαμβάνοντας υπόψη ιδίως το είδος του εγκλήματος για το οποίο καταδικάστηκε, το βαθμό της υπαιτιότητάς του, τις ειδικές συνθήκες τέλεσης της πράξης, τις συνέπειες αυτής, το χρόνο παραμονής του στο ελληνικό έδαφος, τη νομιμότητα ή μη της παραμονής του, την εν γένει συμπεριφορά, τον επαγγελματικό προσανατολισμό, την ύπαρξη οικογένειας και γενικότερα το βαθμό ένταξης αυτού στην ελληνική κοινωνία. Αν ο αλλοδαπός κατά το χρόνο τέλεσης της πράξης ήταν ανήλικος, για την απέλασή του λαμβάνεται υπόψη και η τυχόν νόμιμη εγκατάσταση και παραμονή της οικογένειας του στη χώρα ή στην περίπτωση που η οικογένειά του διαμένει στην αλλοδαπή, ο υφιστάμενος στη χώρα προορισμού σοβαρός κίνδυνος κατά της ζωής, της σωματικής ακεραιότητας ή της προσωπικής ή γενετήσιας ελευθερίας του. Η απέλαση εκτελείται αμέσως μετά την έκτιση της ποινής ή την απόλυση από τις φυλακές. Το ίδιο ισχύει και όταν η απέλαση επιβλήθηκε από το δικαστήριο ως παρεπόμενη ποινή».


Αρχικά, αναλύοντας την εν λόγω απόφαση με τη σειρά των αναφυόμενων νομικών ζητημάτων, χρήζει σχολιασμού η δικανική διαδικασία καθώς και οι ποινές / ελαφρυντικές περιστάσεις που εφαρμόστηκαν στην πορεία αλλά και η τελεσίδικη απόφαση που πάρθηκε εντέλει.


Αφού παρουσιάζονται το προεδρείο, οι κατηγορούμενοι και οι συνήγοροι των τελευταίων, αλλά και οι βοηθητικοί συμμετέχοντες πχ. ο διερμηνέας των αλλοδαπών κατηγορούμενων (που ορίζεται και ορκίζεται κατά τα άρθρα 234ΚΠΔ και 236ΚΠΔ αντίστοιχα), ξεκινά η δικαστική διαδικασία. Για τον πρώτο κατηγορούμενο, ενώ αρχικά εμφανίζεται χωρίς υπεράσπιση, ορίζεται αυτεπάγγελτα σχετικός συνήγορος (κατά το άρθρο 340ΚΠΔ για προσωπική εμφάνιση του κατηγορουμένου) με αρμοδιότητα την σύντομη προετοιμασία αυτού και τη διακοπή της δίκης για την πραγματοποίηση της διαδικασίας. Μετά την προσωρινή διακοπή της δίκης, επανέρχεται η διαδικασία με την Εισαγγελέα να απαγγέλει την κατηγορία και τη γνωστοποίηση, κατά το άρθρο 326ΚΠΔ, των εμπλεκόμενων μαρτύρων.


Έτσι, ξεκινάει η αποδεικτική διαδικασία, με την κατάθεση του πρώτου μάρτυρα, ο οποίος ασκεί το επάγγελμα του αστυνομικού. Εξιστορεί τα γεγονότα καθώς και ότι συνέλαβε με τους συνεργάτες του τους δύο κατηγορούμενους εν δράσει (έχοντας αφαιρέσει οι τελευταίοι δηλαδή υπαίτια και παράνομα τα σχετικά ποδήλατα). Ακολουθεί η κατάθεση του δεύτερου μάρτυρα, ο οποίος ασκεί εξίσου το επάγγελμα του αστυνομικού, εξηγεί πώς συνδέθηκαν οι κατηγορίες με τα απτά στοιχεία του τότε γεγονότος.


Στη συνέχεια της αποδεικτικής διαδικασίας, προσέρχεται άλλος μάρτυρας κατηγορίας, οποίος λειτούργησε σαν θύμα της κλοπής, για την οποία εν προκειμένω κατηγορούνται οι δύο αλλοδαποί συνεργοί. Σύμφωνα με την εν λόγω μαρτυρία, γίνεται αισθητό το πρόσημο της πράξης των δύο κατηγορουμένων, με την «εξαφάνιση» ενός καλά δεμένου ποδηλάτου στα κάγκελα του σπιτιού. Στην πορεία, προβλήθηκαν και αναγνώσθηκαν σχετικά έγγραφα τα οποία επικυρώνουν την συγκεκριμένη κατηγορία: «α) δύο εκθέσεις σύλληψης, β) μία υποβλητική αναφορά στου τμήματος ασφαλείας Βριλησσίων, γ) ένα ένταλμα προσωρινής κράτησης».


Αφού πραγματοποιήθηκαν όλα τα σχετικά βήματα της συνηθισμένης διαδικασίας, κι αφού συνέβαλε η διερμηνεία του αποκλειστικώς απεσταλμένου από την σχετική πρεσβεία επαγγελματία διερμηνέα στην καλύτερη κατανόηση των μαρτυριών και των εγγράφων, η πρόεδρος καλεί μέσω του τελευταίου, τους αλλοδαπούς κατηγορούμενους, για τη σχετική μαρτυρία και απολογία τους. Έχοντας ακούσει όμως τις δύο κατηγορίες, διαπιστώνουμε πως αρχικά υπάρχουν κάποιες ασάφειες ως προς τι πραγματικά συνέβη, καθώς ο εκάστοτε κατηγορούμενος παρουσιάζει τα γεγονότα από διαφορετική οπτική γωνία. Είναι διακριτή η γενικότερη προσπάθεια για αποσιώπηση των σημαντικών κατηγοριών και για επίταση της προσοχής στο ότι «έκαναν χαζομάρα και ζητούν συγγνώμη». Έγινε γνωστή η ημερομηνία εισόδου τους στη χώρα, συγκεκριμένα τον Ιούνιο και τον Δεκέμβριο αντίστοιχα του 2011. Τέλος, με την αναφορά των δύο αλλοδαπών κατηγορουμένων στα συμβαίνοντα, κλείνει επισήμως η διαδικασία της συζήτησης (αφού ολοκληρωθεί και η διαδικασία της υποβολής ερωτήσεων από τους συνηγόρους).


Εφαρμογή ελαφρυντικών περιστάσεων


Όπως σε κάθε δικανική διαδικασία, έτσι και τώρα, κατόπιν της περατωμένης συζήτησης, επεμβαίνουν οι συνήγοροι των κατηγορουμένων και πράττουν την ειδικότερη υπεράσπιση των πελατών τους. Συγκεκριμένα, ζητώνται ελαφρυντικές περιστάσεις που μπορούν είτε αυτοτελώς είτε συνδυαστικά να περιορίσουν κατά τι την επιβαλλόμενη ποινή του εν λόγω αδικήματος. Όμως, στην προκειμένη περίπτωση, απορρίπτονται όλες οι ελαφρυντικές περιστάσεις αλλά και οι αυτοτελείς ισχυρισμοί (κατά το άρθρο 133ΠΚ – μετεφηβική ηλικία συνδυαστικά με το ελαφρυντικό του άρθρου 84§2ΠΚ «ε) ότι ο υπαίτιος συμπεριφέρθηκε καλά για σχετικά μεγάλο διάστημα μετά την πράξη του» για τον πρώτο κατηγορούμενο, και ξανά κατά το άρθρο 84§2ΠΚ για τον δεύτερο κατηγορούμενο «α) ότι ο υπαίτιος έζησε έως το χρόνο που έγινε το έγκλημα έντιμη, ατομική, οικογενειακή, επαγγελματική και γενική κοινωνική ζωή»).


Σε συνέχεια της διαδικασίας, κατόπιν της μυστικής συνεδρίασης του Δικαστηρίου, δημοσιεύεται η σχετική απόφαση με αριθμό 131/13 και αναλύεται ως εξής: Το Δικαστήριο έχει πειστεί για την τέλεση των πράξεων για τις οποίες κατηγορούνται οι αλλοδαποί και αποφασίζει ότι πρέπει να κριθούν ένοχοι, σύμφωνα με τις διατάξεις της κλοπής όπως ορίζονται στα άρθρα 372§1ΠΚ (παλαιού Ποινικού Κώδικα). Έτσι διευκρινίζεται η θετική ενέργεια (και όχι παράλειψη) που είχε ως απώτερο σκοπό την αφαίρεση και την παράνομη ιδιοποίηση των ποδηλάτων. Επίσης εδώ διασφαλίζεται η ουσία της κλοπής, καθώς οι κατηγορούμενοι, παρά την συνάντησή τους με την ελληνική αστυνομία αποφάσισαν να μην παραδώσουν τα κλοπιμαία όταν τους ζητήθηκε και προτίμησαν να επιταχύνουν και να τραπούν σε φυγή. Όπως εξετάστηκε και παραπάνω, προβάλλεται το άρθρο 374ΠΚ κατά το οποίο «η κλοπή τιμωρείται με κάθειρξη εάν… δ) η κλοπή τελέστηκε από δύο ή περισσότερους που είχαν ενωθεί για να διαπράττουν κλοπές ή ληστείες και αν ε) η πράξη τελέστηκε από πρόσωπο που διαπράττει κλοπές ή ληστείες κατ’ επάγγελμα». Εν προκειμένω συνειδητοποιούμε, πως τα δύο αυτά κριτήρια εφαρμόζουν πλήρως στην συγκεκριμένη υπόθεση καθώς έχουμε συνεκτέλεση και συναπόφαση (δηλαδή συνέργεια) μεταξύ των κατηγορουμένων για την κλοπή του ποδηλάτου. Όπως συνάγεται και από συναφείς υποθέσεις και γεγονότα που καταγράφονται στο ποινικό τους μητρώο, η τάση για κλοπή ποδηλάτων (ή γενικότερα μέσων μεταφοράς που φέρουν τα χαρακτηριστικά ποδηλάτου) αποτελεί συνήθεια αυτών, κατ’ εξακολούθηση και κατ’ επάγγελμα, δηλαδή με ρυθμό συχνό και συστηματικό.


Μελετώντας την απόφαση του Δικαστηρίου, αναφέρεται πως η αξία των ποδηλάτων ξεπερνά αθροιστικά τα δύο χιλιάδες ευρώ (2.000€) με αποτέλεσμα να αποτρέπεται η μετατροπή της κλοπής σε κλοπή ευτελούς αξίας. Επομένως, αφού χαρακτηρίστηκε ως τέτοια από το δικαστήριο πρέπει να αιτιολογηθεί ο πυρήνας αυτής της απόφασης καθώς και σε αντίθετη περίπτωση που ισχύει εν προκειμένω, να αιτιολογηθεί ο λόγος μη χαρακτηρισμού αυτής ως κλοπής ευτελούς αξίας (παράδειγμα μπορούμε να πάρουμε από τη σχετική απόφαση του Αρείου Πάγου Ν. 1625/2010, για το τι ορίζεται ως ευτελής αξία και πώς προσμετράται). Κατά το 377§1ΠΚ, η άμεση χρήση, στην οποία προέβησαν οι κατηγορούμενοι, μπορεί να τους απαλλάξει, μπορεί να τους χορηγήσει ελαφρυντικό; Εδώ δεν συναντάται κάποια ανάγκη ή γενικότερα κάποια αδυναμία χρήσης μέσου κυκλοφορίας έτσι ώστε να καθίσταται αναγκαία ή σωτήρια η κλοπή των ποδηλάτων. Άρα, δε μπορούμε να αναφερθούμε σε απαλλαγή των κατηγορούμενων από τις σχετικές κατηγορίες.


Επιπρόσθετα, προβάλλεται το άρθρο 133ΠΚ κατά το οποίο «Το δικαστήριο μπορεί να επιβάλει ποινή ελαττωμένη (κατά το άρθρο 83ΠΚ) σε όποιον, κατά το χρόνο που τέλεσε αξιόποινη πράξη, είχε συμπληρώσει το δέκατο όγδοο, όχι όμως και το εικοστό πρώτος έτος της ηλικίας του. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζονται οι παράγραφοι 2 και 3 του άρθρου 130». Το Δικαστήριο έκρινε όμως, παρά την πλήρωση των εν λόγω προϋποθέσεων, τη μη εφαρμογή του σχετικού νόμου. Ειδικότερα, η απόρριψη αυτή στηρίζεται στην οργανωμένη προσπάθεια των δύο κατηγορουμένων για κλοπή και εντέλει φυγή με τα κλοπιμαία, δηλαδή το μικρό της ηλικίας του πρώτου κατηγορουμένου (που γεννήθηκε το 1991) δεν τον εμπόδισε από το να οργανώσει μεθοδικά και πλήρως την συγκεκριμένη θετική ενέργεια κλοπής. Επομένως, δεν εφαρμόζεται ούτε το άρθρο 133ΠΚ ούτε το άρθρο 83ΠΚ (για ελάφρυνση της ποινής). Στη συνέχεια, κρίνεται απαραίτητο να μη γίνει δεκτή η πρόταση του δεύτερου κατηγορούμενου για εφαρμογή του ελαφρυντικού για πρότερο έντιμο βίο (όπως αναφέρθηκε σε παραπάνω σχολιασμό κατά το άρθρο 83§2αΠΚ) λόγω της παραβατικής συμπεριφοράς που αποδείχτηκε ότι έχει κατά τη διάρκεια της δικανικής διαδικασίας (δίκης).



Διαδικασία επιδίκασης ποινής και τελική απόφαση


Αφού ανακοινώνεται η κατηγορία («κλοπές κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια με σκοπό για πορισμό εισοδήματος και σταθερή ροπή τους – των κατηγορουμένων – προς τη διάπραξη του συγκεκριμένου εγκλήματος ως στοιχείο της προσωπικότητάς τους»), προτείνονται πιθανές ποινές ως προς τους κατηγορουμένους. Αρχικά, προβάλλεται η ποινή της κάθειρξης οκτώ (8) ετών. Αιτιολογείται κατά το άρθρο 79ΠΚ κατά το οποίο «κατά την επιμέτρηση της ποινής στα όρια που διαγράφει ο νόμος το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη: α) τη βαρύτητα του εγκλήματος που έχει τελεστεί και β) την προσωπικότητα του εγκληματία». Το δικαστήριο προσπαθεί μέσα από τη διεξαγωγή της διαδικασίας και τη συζήτηση, να διαπιστώσει και να διαμορφώσει το ‘προφίλ’ των κατηγορουμένων, ώστε να καταλήξει σε ένα αντικειμενικό αποτέλεσμα που να άπτεται της πραγματικότητας. Η όλη τους εικόνα και συμπεριφορά όπως συνάγονται από τις τετελεσμένες πράξεις, επιβεβαιώνουν τις διαπραχθείσες παραβατικές συμπεριφορές τους και σκιαγραφούν το προφίλ των κατηγορουμένων για κλοπή καθ’ έξιν.


Στην παρούσα φάση της δίκης, επεμβαίνουν οι συνήγοροι με σκοπό την υπεράσπιση των πελατών τους και το αίτημα για ελαχιστοποίηση της ήδη επιβεβλημένης ποινής. Ζητούν συγκεκριμένα την αφαίρεση του χρόνου προσωρινής κράτησης, έτσι ώστε να μειωθεί όσο το δυνατόν περισσότερο το σύνολο των ετών φυλάκισης (κατά το άρθρο 371ΚΠΔ «Το δικαστήριο αφαιρεί από την ποινή που επιβλήθηκε το χρόνο της προσωρινής κράτησης του καταδικασμένου σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του ποινικού κώδικα»). Στη συνέχεια, το δικαστήριο ορίζει πως κατά το άρθρο 74§1ΠΚ, υποχρεούται να απαλλάξει τους αλλοδαπούς κατηγορουμένους από τη χώρα, μετά την έκτιση της ποινής τους ή την απόλυσή τους από τις φυλακές «Με την επιφύλαξη των σχετικών διατάξεων που περιλαμβάνονται σε διεθνείς συμβάσεις που έχουν κυρωθεί από τη χώρα, το δικαστήριο μπορεί να διατάξει την απέλαση αλλοδαπού που καταδικάσθηκε σε κάθειρξη, εάν κρίνει ότι η παραμονή του στη χώρα δεν συμβιβάζεται προς τους όρους της κοινωνικής συμβίωσης, λαμβάνοντας υπόψη ιδίως το είδος του εγκλήματος για το οποίο καταδικάστηκε, το βαθμό της υπαιτιότητάς του, τις ειδικές συνθήκες τέλεσης της πράξης, τις συνέπειες αυτής,… και γενικότερα το βαθμό ένταξης αυτού στην ελληνική κοινωνία». Αφού το δικαστήριο συμπεριλάβει τις εν λόγω διατάξεις στην απόφαση, ορίζει και την επιβολή των εξόδων της δίκης τα οποία υποχρεούνται να καταβάλουν οι κατηγορούμενοι, και ανέρχονται στα διακόσια ευρώ (200€).


Συμπερασματικά, κατά τις αρχές του δικανικού συλλογισμού όπως αναπτύχθηκε παραπάνω με την εφαρμογή των σχετικών άρθρων, το δικαστήριο αποφασίζει την αφαίρεση του χρόνου προσωρινής κράτησης από τους κατηγορουμένους, ειδικότερα αφαίρεση εννέα (9) μηνών και έντεκα (11) ημερών από το συνολικό χρονικό πλαίσιο της ποινής τους, καταλήγοντας εντέλει στην οριστική ποινή της κάθειρξης επτά (7) ετών, δύο (2) μηνών και δεκαεννέα (19) ημερών. Στη συνέχεια, όπως ορίστηκε από το άρθρο 74§1ΠΚ, διατάζεται από το δικαστήριο η οριστική απέλαση αυτών από την χώρα (μετά το πέρας της εκτιθείσας ποινής ή της απόλυσής τους από τη φυλακή). Τέλος, η έδρα ενημερώνει τους κατηγορουμένους για τα δικαιώματά τους όσον αφορά στην άσκηση έφεσης χωρίς όμως ανασταλτικό αποτέλεσμα.


Προσωπική τοποθέτηση


Μελετώντας την απόφαση, συνειδητοποιεί κανείς πως έχουν τελεστεί δεόντως όλα τα στάδια της δικανικής διαδικασίας. Έχει πραγματοποιηθεί η συζήτηση, έχουν απολογηθεί οι κατηγορούμενοι, έχουν προσκομιστεί αποδεικτικά στοιχεία όπως και έχουν ληφθεί υπόψη όλες οι πιθανότητες/προϋποθέσεις για την εφαρμογή ελαφρυντικών περιστάσεων και μείωσης της οριστικής ποινής. Θα ήθελα όμως να εφιστήσω την προσοχή σε κάποια άλλα σημεία της υπόθεσης, που ίσως χρήζουν ερμηνείας ή σχολιασμού.


Όπως έγινε σαφές από την αρχή του σχολιασμού, η απόφαση, λόγω της παλαιάς ημερομηνίας πραγματοποίησης της δίκης, σχολιάζεται με τον παλαιό Ποινικό Κώδικα, δηλαδή με τον Κώδικα που ίσχυε τότε κατά την τέλεση των εγκλημάτων και την επιβολή της ποινής αντίστοιχα. Με τις αλλαγές που προέκυψαν κατά την ανανέωση του Ποινικού Κώδικα το 2019, υπάρχουν κάποιες αποκλίσεις όσον αφορά στην αριθμητική τοποθέτηση των άρθρων μέσα στο κείμενο αλλά ίσως και αυστηροποιήσεις ή διαφοροποιήσεις στην ουσία των νόμων.


Με μία γενικότερη ματιά, θα έλεγε κανείς πως η ποινή είναι αρκετά αυστηρή και ίσως δυσανάλογη με το μέγεθος και το βαθμό του τετελεσμένου εγκλήματος. Ίσως η κάθειρξη οκτώ ετών στην αρχή και στη συνέχεια επτά, για μία τετελεσμένη κλοπή (η οποία οδήγησε τους κατηγορουμένους στο δικαστήριο), πρόκειται για ένα μέτρο υπερβολικό. Στηρίζω τη θέση μου στον εξής ισχυρισμό: η δίκη που διεξήχθη δεν αφορούσε σε πολλαπλές κλοπές ούτε σε κατ’ επάγγελμα εγκληματική συμπεριφορά. Η συγκεκριμένη δίκη (αυτοτελώς) αφορούσε στην κλοπή των δύο ποδηλάτων από τον ιδιοκτήτη Ρίζο Χριστόφορο, και όχι από τους υπόλοιπους που προστέθηκαν στο δικόγραφο. Στη συζήτηση της δίκης δεν έγινε αναφορά σε άλλες κλοπές ούτε σε άλλα περιστατικά της ίδιας περιοχής με πανομοιότυπα στοιχεία και σημάδια. Το γεγονός ότι υπήρχε ταυτότητα κινήσεων σε αντίστοιχες κλοπές και εγκληματικές ενέργειες της περιοχής, δε μπορεί να αποτελέσει το μοναδικό «αποδεικτικό» στοιχείο ώστε να προστεθούν στην συνολική κατηγορία και άλλες σχετικές κλοπές. Άρα, υπό αυτό το πρίσμα, όταν στην παρούσα δίκη εξετάζεται μία μεμονωμένη κλοπή, το να προστίθενται κι άλλες που απλά ομοιάζουν, είναι ατελέσφορο, άδικο και ίσως αφελές, για έμπειρους νομικούς. Σαφώς και κατά το άρθρο 374ΠΚ (και του παλαιού και του νέου Κώδικα) «η κλοπή τιμωρείται με κάθειρξη έως δέκα έτη εάν δ) τελέστηκε από δύο ή περισσότερους που είχαν οργανωθεί με σκοπό την τέλεση κλοπών», όμως κατά τα στοιχεία που προβάλλονται εν συνόλω στη διαδικασία, δε μπορεί κανείς να συνάγει με βεβαιότητα ότι πρόκειται για οργανωμένη ενέργεια για τέλεση κλοπών. Φυσικά υπάρχει συναπόφαση και συνεκτέλεση, όμως αυτό δεν αποδεικνύει την ΄ενοχή΄ και στις υπόλοιπες κλοπές που προστέθηκαν στο διατακτικό. Μπορεί να τεθεί ακόμα και το επιχείρημα της πραγματικής βούλησης του δράστη σχετικά δηλαδή με δόλο ή ενσυνείδητη αμέλεια – αν πχ. είχε συμφωνηθεί μεταξύ τους να τα χρησιμοποιήσουν και μετά από λίγο να τα γύρναγαν. Τίποτα όμως δε μπορεί να αποδειχθεί με σιγουριά αν δεν υπάρχουν απτά αποδεικτικά στοιχεία όπως αποτυπώματα, τεστ DNA κτλ.


Σε τέτοιες περιπτώσεις, για την διεξαγωγή μίας ορθής και κατά τα γεγραμμένα δίκαιης δίκης, το μονομελές πρωτοδικείο ίσως καθίσταται ανεπαρκές. Υπό άλλες συνθήκες, Τριμελή πρωτοδικεία μπορούν να καταλήξουν σε πιο αμερόληπτες και αντικειμενικές αποφάσεις, καθώς το τελικό/οριστικό αποτέλεσμα ορίζεται από την πλειοψηφία των δικαστών, και όχι από την μοναδική γνώμη (και ίσως προμελετημένη, αυθαίρετη ή στερεοτυπική κάποιες φορές) του ενός δικαστή του μονομελούς. Αναστολή φυσικά δε μπορεί να ζητηθεί από τη στιγμή που η ποινή ορίστηκε για εφτά έτη, καθώς μέχρι τα τρία έτη φυλάκισης υπάρχει το δικαίωμα για σχετική αναστολή. Αξίζει επίσης να τονιστεί πως η συγκεκριμένη απόφαση δεν προχώρησε στο εφετείο (όπου υπό κανονικές συνθήκες η απόφαση του εφετείου ‘αναιρεί΄ την πρωτόδικη απόφαση). Κατά το άρθρο 497§3 ΚΠΔ «Αν η επιβληθείσα ποινή φυλάκισης είναι μεγαλύτερη των τριών ετών, η έφεση έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα, εκτός αν το δικαστήριο κρίνει αλλιώς». Είδαμε λοιπόν ότι το δικαστήριο ‘διέταξε΄ το μη ανασταλτικό της εφέσεως, με αποτέλεσμα να κριθεί ανούσια η μετάβαση της συγκεκριμένης απόφασης στο επόμενο στάδιο. Έτσι, δεν έχουμε αυτοδίκαιη αναστολή της ποινής για τους παραπάνω λόγους.


Κατά τον παλαιό Ποινικό Κώδικα λοιπόν, η προφυλάκιση (που απορρίφθηκε εντέλει από το δικαστήριο) ορίστηκε βάσει της κλοπής κατ’ επάγγελμα όπως ονομάστηκε. Κατά το 374ΠΚ, όπως ορίζεται από τον παλαιό ΠΚ, μπορεί να επιβληθεί μόνο δεκαετής κάθειρξη για τέλεση κλοπής (σχετικά με τους λόγους που αναφέρονται στο σχετικό χωρίο). Όμως κατά τον νέο ΠΚ παρατηρείται ενίσχυση της ποινής όχι με πολλαπλάσια έτη, δηλαδή παραμένει η δεκαετής κάθειρξη, απλά προστίθεται και η χρηματική ποινή σαν αυστηρότερο μέτρο αντιμετώπισης της διακεκριμένης κλοπής. Αν η συγκεκριμένη υπόθεση, είχε δικαστεί αρχικά το 2018 και μπορούσε να ασκηθεί έφεση το 2019 μετά την αναθεώρηση του Ποινικού Κώδικα, θα έχρηζε διαφορετικής αντιμετώπισης; Δηλαδή θα μπορούσε να ζητηθεί αφαίρεση της επιπρόσθετης χρηματικής ποινής από την οριστική επιμέτρηση της ποινής; Εντέλει μπορεί να παίξει κομβικό ρόλο η σχετική ανανέωση του Κώδικα, σαν μέτρο ελαφρυντικό για περιπτώσεις που στο μέλλον δύνανται να αυστηροποιηθούν και να τεντώσουν περισσότερο τα σκοινιά.



 

1 [2) Στα Βριλήσσια Αττικής, επί της οδού …, την 8/9-4-2012 και κατά τις ώρες …, αφαίρεσαν (οι κατηγορούμενοι) από κοινού ύστερα από συναπόφαση και με κοινό δόλο ένα ποδήλατο, μάρκας ΚΤΜ, χρώματος μαύρου – πορτοκαλί, μοντ. BOSTON, με αριθμό πλαισίου …, ιδιοκτησίας ΚΑΡΑΔΗΜΑ ΚΛΕΩΝΟΣ, με σκοπό την παράνομη ιδιοποίησή του. 3) Στα Βριλήσσια Αττικής, επί της οδού …, την 6-4-2012 και κατά τις ώρες …, αφαίρεσαν από κοινού (οι κατηγορούμενοι) ύστερα από συναπόφαση και με κοινό δόλο τέλεσης δύο ποδήλατα μάρκας GT AVALANS το ένα, χρώματος μαύρου γκρι, αξίας 1000€, μάρκας SPECIALISED

το άλλο, χρώματος μωβ αξίας 1000€ αντίστοιχα, ιδιοκτησίας ΚΥΡΙΑΚΟΠΟΥΛΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ, με σκοπό την παράνομη ιδιοποίησή τους. 4) Στα Βριλήσσια Αττικής, επί της οδού …, την 24/25-3-2012 και κατά τις ώρες …, αφαίρεσαν από κοινού και ύστερα από συναπόφαση και με κοινό δόλο τέλεσης ένα ποδήλατο μάρκας BALISTIC, χρώματος μπλε, αξίας πενήντα (50) ευρώ, ιδιοκτησίας ΣΑΒΒΑΤΗ ΝΑΤΑΛΙ, με σκοπό την παράνομη ιδιοποίηση.]



Της Μαριτίνας Λεοντίου,

δευτεροετούς φοιτήτριας στη Νομική Σχολή Αθηνών,

Μέλος της ομάδας σχολιασμού́ δικαστικών αποφάσεων του The Law Project.

52 views0 comments
bottom of page