Του Γιώργου Πασσά
Satybalova και άλλοι κατά Ρωσίας
Στις 30 Ιουνίου 2020 το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωµάτων του Ανθρώπου (Ε.Δ.Δ.Α.) εξέδωσε την απόφασή του επί της αιτήσεως υπ’ αριθµόν 79947/12, ήτοι στην υπόθεση Satybalova και άλλοι κατά Ρωσίας, µία υπόθεση που έφερε στο προσκήνιο νοµικά ζητήµατα γύρω από θεµελιώδη ανθρώπινα δικαιώµατα, όπως είναι το δικαίωµα στη ζωή και η απαγόρευση των βασανιστηρίων.
Τα πραγµατικά περιστατικά:
Στις 2 Μαΐου 2010, ο κ. Marat Satybalov και έξι φίλοι του πραγµατοποίησαν µία εξόρµηση στην εξοχή, όταν αναγκάστηκαν να σταµατήσουν σε ένα φαρµακείο για να προµηθευτούν παυσίπονα. Ενώ ένας εκ των ταξιδιωτών, ο κ. M.G., αγόραζε τα παυσίπονα, ο φαρµακοποιός θεώρησε ύποπτη τη γενειάδα του και κάλεσε την αστυνοµία. Μέχρι να ολοκληρωθεί η αγοραπωλησία είχαν ήδη καταφθάσει αστυνοµικές δυνάµεις από την ερευνητική-επιχειρησιακή µονάδα (COΓ) του αστυνοµικού τµήµατος του Kazbekovskiy (ROVD), οι οποίοι τον έψαξαν υπό την απειλή όπλου, τράβηξαν βίαια έξω από το αυτοκίνητό του ένα άλλο µέλος της παρέας, τον κ. M. Sh., ενώ ο διοικητής τους A. S. έσυρε από τη γενειάδα τον κ. Satybalov και τον χτύπησε στο κεφάλι µε το κοντάκι του πολυβόλου του. Εν συνεχεία οι αστυνοµικοί ξυλοφόρτωσαν τον κ. Satybalov, τον κ. M.G. και τον κ. M. Sh., µετaφέροντάς τους ακολούθως στο ROVD χωρίς να αναφερθούν στους λόγους της κράτησής τους.
Στο αστυνοµικό τµήµα οι κρατούµενοι ξυλοκοπήθηκαν εκ νέου µε γροθιές, κλοτσιές και χτυπήµατα µε τα πολυβόλα όπλα, ενώ επανειληµµένα ερωτήθηκαν από τους αστυνοµικούς γιατί έφεραν µακρές γενειάδες. Επιπλέον, ο διοικητής επανειληµµένα τραβούσε τη γενειάδα του κ. Satybalov, ενώ παραλλήλως βιντεοσκοπούσε µέσω του κινητού του την κακοµεταχείριση των τριών ανδρών εξυβρίζοντάς τους. Την ίδια στιγµή τα τέσσερα υπόλοιπα µέλη της παρέας έφτασαν στο αστυνοµικό τµήµα αναζητώντας τους φίλους τους, όπου και εκείνοι υπέστησαν κακοµεταχείριση στον προαύλιο χώρο, έως ότου ο κ. R.G., συγγενής ενός εκ των τεσσάρων νεοαφιχθέντων, εισηγήθηκε την απελευθέρωσή τους από τους συναδέλφους του, όπως και έγινε. Οι κ.κ. Satybalov, M. Sh. και M.G. µεταφέρθηκαν σε ένα παγωµένο κελί του αστυνοµικού τµήµατος, δίχως να τους παρασχεθεί ιατροφαρµακευτική περίθαλψη, φαγητό ή ποτό. Την εποµένη, 3 Μαΐου, οι τρεις κρατούµενοι καταδικάστηκαν από το Πρωτοδικείο του Kazbekovskiy σε καταβολή διοικητικού προστίµου για ανυπακοή σε σύννοµες προσταγές των αστυνοµικών οργάνων, χωρίς επιπλέον να τους επιδοθεί οποιοδήποτε έγγραφο αναφορικά µε την κράτηση ή τη δίκη τους.
Αφ’ ότου αφέθηκαν ελεύθεροι, οι κ.κ. M. Sh. και M.G. µετέφεραν στο νοσοκοµείο τον κ. Satybalov, όπου όµως ο γιατρός απλώς του χορήγησε κάποια παυσίπονα και τον έστειλε σπίτι. Εκεί οι κ.κ. Madina Satybalova, Luiza Satybalova και Taisa Nartayeva (αδερφή, σύζυγος και µητέρα του κ. Satybalov αντιστοίχως, οι οποίες είναι επίσης οι προσφεύγουσες) διαπίστωσαν τα βαριά τραύµατα των τριών ανδρών, µε τον κ. Satybalov να βρίσκεται στη χειρότερη κατάσταση: ανήµπορος να σταθεί όρθιος, όλο του το κορµί και το κεφάλι καλυµµένο µε µελανιές και αιµατώµατα, µέρος της γενειάδας του είχε αποκολληθεί, ενώ εµφάνιζε ακόµη εµφανή δυσχέρεια στην αναπνοή. Το επόµενο διήµερο η υγεία του χειροτέρεψε περαιτέρω και έτσι την 6η Μαΐου µεταφέρθηκε ξανά στο νοσοκοµείο Khasavyurt, όπου αµέσως υποβλήθηκε σε δύο έκτακτες χειρουργικές επεµβάσεις, καθώς αφ’ ενός είχε χάσει µεγάλη ποσότητα αίµατος λόγω εσωτερικής αιµορραγίας και αφ’ ετέρου διαπιστώθηκε πως είχε τρυπηµένους πνεύµονες, σπασµένα πλευρά, τραύµατα στην καρδιά και τις αρτηρίες και τα νεφρά του υπολειτουργούσαν. Στις 7 Μαΐου 2010 ο κ. Satybalov πέθανε στο νοσοκοµείο. Tην ίδια ηµέρα περίπου 600 κάτοικοι της περιοχής Kazbekovskiy έκλεισαν τον δρόµο ταχείας κυκλοφορίας Rostov-Baku, απαιτώντας τη δίωξη των υπεύθυνων αστυνοµικών, αίτηµα που υποσχέθηκε να ικανοποιήσει ο Υπουργός Εσωτερικών του Dagestan, κ. Ali M.
Τα ερωτήµατα και οι ενστάσεις των διαδίκων:
Οι προσφεύγουσες κινήθηκαν νοµικά κατά της ρωσικής κυβέρνησης, επικαλούµενες παραβιάσεις της Ευρωπαϊκής Σύµβασης Δικαιωµάτων του Ανθρώπου (Ε.Σ.Δ.Α.), και δη παραβίαση του:
● άρθρου 2 §1 (δικαίωµα στη ζωή):
Το δικαίωµα εκάστου προσώπου εις την ζωήν προστατεύεται υπό του νόµου. Εις ουδένα δύναται να επιβληθή εκ προθέσεως θάνατος, ειµή εις εκτέλεσιν θανατικής ποινής εκδιδοµένης υπό δικαστηρίου εν περιπτώσει αδικήµατος τιµωρουµένου υπό του νόµου δια της ποινής ταύτης.
● άρθρου 3 (απαγόρευση βασανιστηρίων):
Ουδείς επιτρέπεται να υποβληθή εις βασάνους ούτε εις ποινάς ή µεταχείρισιν απανθρώπους ή εξευτελιστικάς.
● άρθρου 5 (δικαίωµα στην ελευθερία και την ασφάλεια):
1. Παν πρόσωπον έχει δικαίωµα εις την ελευθερίαν και την ασφάλειαν. Ουδείς επιτρέπεται να στερηθή της ελευθερίας του ειµή εις τας ακολούθους περιπτώσεις και συµφώνως προς την νόµιµον διαδικασίαν:
[α. – β.]
γ. εάν συνελήφθη και κρατήται όπως οδηγηθή ενώπιον της αρµοδίας δικαστικής αρχής εις την περίπτωσιν ευλόγου υπονοίας ότι διέπραξεν αδίκηµα, ή υπάρχουν λογικά δεδοµένα προς παραδοχήν της ανάγκης όπως ούτος εµποδισθή από του να διαπράξη αδίκηµα ή δραπετεύση µετά την διάπραξιν τούτου.
[δ. – στ.]
[2.]
3. Παν πρόσωπον συλληφθέν ή κρατηθέν, υπό τας προβλεποµένας εν παραγράφω 1γ του παρόντος άρθρου συνθήκας οφείλει να παραπεµφθή συντόµως ενώπιον δικαστού ή ετέρου δικαστικού λειτουργού νοµίµως εντεταλµένου όπως εκτελή δικαστικά καθήκοντα, έχει δε το δικαίωµα να δικασθή εντός λογικής προθεσµίας ή απολυθή κατά την διαδικασίαν. Η απόλυσις δύναται να εξαρτηθή από εγγύησιν εξασφαλίζουσαν την παράστασιν του ενδιαφεροµένου εις την δικάσιµον.
4. Παν πρόσωπον στερούµενον της ελευθερίας του συνεπεία συλλήψεως ή κρατήσεως έχει δικαίωµα προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου, ίνα τούτο αποφασίση εντός βραχείας προσθεσµίας επί του νοµίµου της κρατήσεώς του και διατάξη την απόλυσίν του εν περιπτώσει παρανόµου κρατήσεως.
[5.]
● άρθρου 13 (δικαίωµα πραγµατικής προσφυγής):
Παν πρόσωπον του οποίου τα αναγνωριζόµενα εν τη παρούση Συµβάσει δικαιώµατα και ελευθερίαι παρεβιάσθησαν, έχει το δικαίωµα πραγµατικής(ακριβέστερα: αποτελεσµατικής) προσφυγής ενώπιον εθνικής αρχής, έστω και αν η παραβίασις διεπράχθη υπό προσώπων ενεργούντων εν τη εκτελέσει των δηµοσίων καθηκόντων των.
Αρχικά, όσον αφορά το άρθρο 2, οι προσφεύγουσες έθεσαν τα ερωτήµατα εάν αφ’ ενός µεν υπάρχει παραβίαση του προβλεπόµενου στο άρθρο αυτό δικαιώµατος στη ζωή, αφ’ ετέρου δε εάν οι τοπικές αρχές διεξήγαγαν επαρκή έρευνα επί του περιστατικού, επικαλούµενες επιπλέον την υπόθεση Salman κατά Τουρκίας (υπ’ αρ. 21986/93, ECHR 2000-VII), όπου το Ε.Δ.Δ.Α. είχε κρίνει την παραβίαση του αντίστοιχου άρθρου σε συνδυασµό µε παραβίαση του άρθρου 1 της Ε.Σ.Δ.Α., όπου ρητά προβλέπεται η υποχρέωση των κρατών-µερών να προστατεύουν τα δικαιώµατα και τις ελευθερίες που προβλέπονται στην Ε.Σ.Δ.Α.1 Σχετικά µε το άρθρο 3, η κατηγορούσα αρχή ερωτά εάν ο κ. Satybalov υπήρξε θύµα απάνθρωπης και υποτιµητικής κακοµεταχείρισης, θέτοντας επιπλέον το ερώτηµα εάν οι τοπικές αρχές διερεύνησαν επαρκώς το περιστατικό, παραπέµποντας το Ε.Δ.Δ.Α. στην υπόθεση Labita κατά Ιταλίας (υπ’ αρ. 26772/95, ECHR 2000 – IV), υπόθεση στην οποία το Ε.Δ.Δ.Α. είχε κρίνει παραβίαση του άρθρου 3, εκ νέου σε συνδυασµό µε το άρθρο 1, καταλήγοντας πως µία επαρκής έρευνα του περιστατικού έχει ως απαραίτητο απότοκο την ταυτοποίηση και τιµώρηση των δραστών.2 Επιπροσθέτως, οι προσφεύγουσες έθεσαν το ερώτηµα εάν, κατά παραβίαση του άρθρου 5 §1 της Ε.Σ.Δ.Α., ο κ. Satybalov αποστερήθηκε το δικαίωµα του στην ελευθερία, ενώ αµφισβήτησαν ακόµη τη συµβατότητα αυτής της αποστέρησης µε τις παραγράφους 1-5 του ιδίου άρθρου. Τέλος, η κατηγορούσα αρχή έθεσε στο Ε.Δ.Δ.Α. το ερώτηµα εάν της διατέθηκαν από τις αρµόδιες εγχώριες αρχές τα απαραίτητα ένδικα µέσα για τις καταγγελίες της περί παραβίασης των άρθρων 2 και 3 της Ε.Σ.Δ.Α., όπως απαιτεί το άρθρο 13 της ίδιας Σύµβασης. 3
Από την άλλη µεριά, η ρωσική κυβέρνηση δεν επεδίωξε να διαψεύσει την κακοµεταχείριση του κ. Satybalov, αλλά ούτε τη σύνδεση µεταξύ του ξυλοδαρµού του και του θανάτου του λίγες ηµέρες αργότερα. Αντιθέτως, οι εκπρόσωποί της ανέφεραν απλώς πως ο κ. Satybalov οδηγήθηκε στο αστυνοµικό τµήµα λόγω µη συµµόρφωσης προς τις «σύννοµες διαταγές των αστυνοµικών οργάνων» και πως την εποµένη καταδικάστηκε από δικαστή στην καταβολή προστίµου.4 Αρχικά, αναφορικά µε την παραβίαση των άρθρων 2 και 3 της
Ε.Σ.Δ.Α. και εντός του δικονοµικού πλαισίου, η ρωσική κυβέρνηση αµφισβήτησε την εξάντληση των εγχώριων ενδίκων µέσων από µέρους των προσφευγουσών, αναφέροντας χαρακτηριστικά πως οι τελευταίες απέτυχαν να καταθέσουν εγκαίρως έφεση σχετικά µε την αδράνεια όσων διεξήγαγαν τις έρευνες, επισηµαίνοντας πως αυτή θα έπρεπε να έχει κατατεθεί εντός εξαµήνου µετά τις 13 Μαρτίου 2011, όταν και οι έρευνες διακόπηκαν για
δεύτερη φορά.5 Ανάλογους ισχυρισµούς προέταξε η ρωσική κυβέρνηση και για την
κατηγορία περί παραβίασης του άρθρου 5 της Ε.Σ.Δ.Α., ήτοι πως η προσφυγή στο Ε.Δ.Δ.Α. θα πρέπει να απορριφθεί λόγω µη εξάντλησης των εγχώριων ενδίκων µέσων και δυνατοτήτων εκ µέρους των προσφευγουσών όπως απαιτεί το άρθρο 35 §1 της Ε.Σ.Δ.Α.
Στην ουσία της υπόθεσης, οι νοµικοί εκπρόσωποι της ρωσικής κυβέρνησης αντέταξαν πως οι αρµόδιες αρχές συµµορφώθηκαν απολύτως µε τις επιταγές των άρθρων 2 και 3 της Ε.Σ.Δ.Α. περί των διαδικασιών και ερευνών, δίχως, όπως αναφέρθηκε και ανωτέρω, να αµφισβητήσουν την κακοµεταχείριση του κ. Satybalov.6 Τέλος, αναφορικά µε την παραβίαση του άρθρου 5 της ιδίας Σύµβασης ισχυρίστηκαν πως η διήµερη κράτηση του κ. Satybalov στο αστυνοµικό τµήµα πραγµατοποιήθηκε σε πλήρη συµµόρφωση µε τοπ άρθρο 5 της Ε.Σ.Δ.Α., καθώς και πως την επόµενη ηµέρα δικάστηκε, υποστηρίζοντας δηλαδή πως ενεργοποιούνται οι προβλέψεις 1.α. και 1.γ του άρθρου 5, γεγονός που καθιστά τη συνολική µεταχείριση του κ. Satybalov, όσον αφορά τις διαδικαστικές εξελίξεις, απολύτως σύννοµη.
Οι απαντήσεις του Ε.Δ.Δ.Α. και η τελική απόφαση:
Στους ανωτέρω ισχυρισµούς το Ε.Δ.Δ.Α. τοποθετήθηκε ως εξής: όσον αφορά αρχικά τις δικονοµικές ενστάσεις της ρωσικής κυβέρνησης επί του άρθρου 2 και 3 της Ε.Σ.Δ.Α. το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αποφάνθηκε πως, βάσει των πραγµατικών περιστατικών, το γεγονός της 13ης Μαρτίου 2011 που επικαλείται η υπεράσπιση δεν αποτελεί περιστατικό που δύναται να σηµάνει την έναρξη των χρονικών περιθωρίων. Παρ’ ότι οι προσφεύγουσες κατέθεσαν την αίτησή τους περίπου δύο χρόνια και επτά µήνες από το γεγονός και αν και αναγνωρίζει πως, γενικώς, δεν είναι θεµιτό µία κατηγορούσα αρχή να αναµένει επ’ αορίστως για την άσκηση των όποιων ενδίκων µέσων έχει στη διάθεσή της, εν προκειµένω οι προσφεύγουσες βρίσκονταν σε διαρκή επαφή µε τις αρµόδιες αρχές, καταθέτοντας αιτήµατα, παράπονα και εν γένει όντας ενεργές στη διαδικασία της ποινικής έρευνας, η οποία εν τέλει κατά την κατάθεση της αίτησης ήταν ουσιαστικά ακόµη ενεργή, µιας και οι αρµόδιες αρχές δεν είχαν εκδώσει επίσηµη και τελική απόφαση επί των περιστατικών.7 Έτσι το Ε.Δ.Δ.Α. δεν δέχθηκε την ένσταση της ρωσικής κυβέρνησης οδηγώντας την υπόθεση στην κατ’ ουσίαν εξέτασή της, απόρριψη που συµβαδίζει απολύτως µε τη νοµολογία. Στην υπόθεση Kushtova and others v. Russia, το Ε.Δ.Δ.Α. είχε και τότε απορρίψει ανάλογη ένσταση εκ µέρους της ρωσικής κυβέρνησης, αναφέροντας, όπως και στην παρούσα υπόθεση, ότι η κατηγορούσα αρχή βρισκόταν σε διαρκή επαφή µε τις αρµόδιες ερευνητικές αρχές και πως γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο διατηρεί το δικαίωµα άσκησης των ενδίκων µέσων, κρίνοντας επιπλέον πως ανάλογη παύση των ερευνών ενέπιπτε, όπως και τώρα, στο πλαίσιο των διαδικαστικών εξελίξεων και δεν εκλαµβάνεται ως οριστική παύση που σηµατοδοτεί την έναρξη της προθεσµίας άσκησης.8
Αναφορικά µε τις παρόµοιες δικονοµικές ενστάσεις των κατηγορουµένων επί της προσφυγής για παραβίαση του άρθρου 5 της Ε.Σ.Δ.Α., το Ε.Δ.Δ.Α. τις απέρριψε και αυτές. Αιτιολογώντας την εν λόγω απόρριψη, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αναφέρει χαρακτηριστικά πως, αφ’ ενός µεν το άρθρο 35 §1 της Ε.Σ.Δ.Α. αποσκοπεί στο να δοθεί η ευκαιρία στο εκάστοτε κράτος και τις αρµόδιες αρχές τους να απολογηθούν ή να άρουν το άδικο που έχουν θέσει µε τις ενέργειές τους,9 αφ’ ετέρου ξεκαθαρίζει δε πως οφείλει κανείς να µην προσεγγίζει τον νόµο τυπολατρικά.10 Έτσι, βάσει του νοήµατος του εν λόγω άρθρου, το οποίο δεν σκοπεύει να καταδικάσει τον προσφεύγοντα στην άσκηση ενδίκων µέσων που βάσει των σαφών ενδείξεων πρόκειται να µην επιφέρουν κάποιο ουσιαστικό αποτέλεσµα, καθώς και βάσει των «γενικώς αποδεκτών κανόνων του διεθνούς δικαίου», η κατηγορούσα αρχή µπορεί υπό προϋποθέσεις να µην αναγκαστεί να εξαντλήσει απολύτως κάθε πιθανό εγχώριο ένδικο µέσο που της διατίθεται.11 Η στάση του Ε.Δ.Δ.Α. αιτιολογείται περαιτέρω από το γεγονός πως οι αρµόδιες αρχές, οι οποίες όπως έχει αναφερθεί δεν αµφισβητούν τις κατηγορίες επί των πραγµατικών περιστατικών, γνωστοποιήθηκαν για τις διαθέσεις των προσφευγουσών από τα παράπονα που αυτές κατέθεσαν, όπως και από αυτά που εκκίνησαν την όλη ερευνητική διαδικασία, γεγονότα επαρκή ώστε να καθίσταται το αίτηµα της ρωσικής κυβέρνησης για απόρριψη της προσφυγής απορριπτέο.12
Έχοντας απορρίψει τις δικονοµικές ενστάσεις της ρωσικής κυβέρνησης το Ε.Δ.Δ.Α. εξέτασε αυτές στην ουσία τους. Αρχικά, όσον αφορά την κατηγορία για παραβίαση του άρθρου 2 το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο ακολούθησε το εξής σκεπτικό: δεδοµένου ότι, σύµφωνα και µε τις υπαγορεύσεις της νοµολογίας,13 εάν ένας υγιής πολίτης αφεθεί ελεύθερος κατόπιν κρατήσεώς του από τις κρατικές αρχές όντας τραυµατισµένος ή άρρωστος, είναι υποχρέωση του κράτους να δώσει εξηγήσεις για την επιδείνωση της υγείας του κρατουµένου και δεδοµένου ακόµη ότι ο εν συνεχεία θάνατος του κρατουµένου συνιστά περαιτέρω
επιβαρυντική περίσταση,14 γεγονότα που εντείνουν την ενοχή συνυπολογιζοµένης της
σιωπηρής αποδοχής των περιστατικών εκ µέρους της ρωσικής κυβέρνησης, ήτοι τον βαρύτατο τραυµατισµό του κ. Satybalov και τον επελθόντα θάνατό του ως αποτέλεσµα του ξυλοδαρµού του από τις αστυνοµικές αρχές, η στάση των ρωσικών αρχών και η διεξαχθείσα έρευνα καθίστανται συµπεριφορές παραβατικές του άρθρου 2 της Ε.Σ.Δ.Α., οι οποίες είναι επιπλέον προβληµατικές επειδή δηµιουργούν τις προϋποθέσεις προς διακινδύνευση τόσο της ουσιαστικής προστασίας του δικαιώµατος στη ζωή, όσο και ειδικότερα του αναγκαστού της συµµόρφωσης των αρχών στις επιταγές της εγχώριας και διεθνούς νοµοθεσίας.15
Σχετικά µε την ουσιαστική παραβίαση του άρθρου 3 της Ε.Σ.Δ.Α. το Ε.Δ.Δ.Α. αποφάνθηκε πως, µιας και η ρωσική κυβέρνηση δεν αµφισβητεί την κακοµεταχείριση του κ. Satybalov από τα αστυνοµικά όργανα, το ζήτηµα έγκειται στο εάν αυτή η κακοµεταχείριση είναι απλώς τέτοια ή εάν πρέπει να εκληφθεί ως βασανιστήριο και να θεµελιώσει παραβίαση του άρθρου 3. Συµβαδίζοντας µε το σκεπτικό και τα κριτήρια που εντοπίζονται στη νοµολογία,16 το Ε.Δ.Δ.Α., συνυπολογίζοντας την έκταση της κακοποίησης, το µέγεθος του πόνου που προκλήθηκε στο θύµα, καθώς και τον σκοπό αυτής, που δεν ήταν άλλος πέρα από την τιµώρηση ή/και εκφόβιση του κ. Satybalov, καταλήγει πως εν προκειµένω δύναται η κακοποίηση του κ. Satybalov να χαρακτηριστεί ως βασανιστήριο και, εποµένως, υπάρχει παραβίαση της ουσίας του άρθρου 3 της Ε.Σ.Δ.Α.
Τέλος, το Ε.Δ.Δ.Α. αποφάνθηκε πως υπάρχει και παραβίαση του άρθρου 5 της Ε.Δ.Δ.Α. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η νοµολογία,17 το εν λόγω άρθρο αποτελεί, όπως και τα άρθρα 2 και 3, µέρος των γενικών διατάξεων της Ε.Σ.Δ.Α., οι οποίες τοποθετούνται στο πρώτο επίπεδο προάσπισης θεµελιωδών ανθρωπίνων δικαιωµάτων και αρχών και συνιστούν την ακρογωνιαία λίθο κάθε δηµοκρατικής κοινωνίας. Η τήρηση των επιταγών του εν λόγω άρθρου καθίσταται, εποµένως, βαρύνουσας σηµασίας, ενώ δεν νοείται απουσία δικαιολογητικών για την κράτηση ή φυλάκιση ενός πολίτη,18 ενώ, όπως διαπιστώνει το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, σύµφωνα µε την επίσηµη έρευνα (27/07/2010) των περιστατικών οι απόψεις των ρωσικών αρχών επί των αιτιών σύλληψης και κράτησης του κ. Satybalov φαίνονται να διίστανται από τα αίτια που αναφέρει η δικαστική απόφαση, καθώς η µεν κάνει λόγο για «έλλειψη ειλικρίνειας, ανηθικότητα και ψευδείς πληροφορίες»,19 η δε για ανυπακοή προς σύννοµες εντολές των αστυνοµικών αρχών.20
Όσα αφορούν την ανεπαρκή έρευνα που διεξήχθη, η οποία αφ’ ενός µεν απέτυχε να πληροφορήσει επαρκώς τις προσφεύγουσες, αφ’ ετέρου δε συνεχίστηκε επί ετών δίχως να καταλήγει σε κάποιο συµπέρασµα, γεγονός που δεν συνοδευόταν από περιστάσεις που να αιτιολογούν αντικειµενικά την εν λόγω κωλυσιεργία, αλλά, αντιθέτως, συνδυάστηκε µε αρνητικά σχόλια και επικρίσεις από τα επιτηρούντα όργανα, ισχύουν και για το άρθρο 2 και για το άρθρο 3, θεµελιώνοντας έτσι παραβίαση και της διαδικαστικής πτυχής των εν λόγω άρθρων.
Αναφορικά µε το άρθρο 13 δεν κρίνεται απαραίτητη η περαιτέρω ανάλυση της παραβίασής του σύµφωνα µε το Ε.Δ.Δ.Α. δεδοµένης της παραβίασης τόσο της ουσιαστικής όσο και της διαδικαστικής πτυχής του άρθρου 2. Έτσι, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, εφαρµόζοντας και τα όσα προβλέπουν τα άρθρα 41 και 44 της Ε.Σ.Δ.Α. για τη δίκαιη ικανοποίηση και τις οριστικές αποφάσεις αντιστοίχως, καταδίκασε τη ρωσική κυβέρνηση σε καταβολή εύλογης αποζηµίωσης στις προσφεύγουσες συνολικού ύψους 100.500€.
Επίλογος:
Στην υπόθεση αυτή η κατηγορούσα αρχή δικαιώθηκε απολύτως, µιας και το Ε.Δ.Δ.Α αποφάνθηκε πως η ρωσική κυβέρνηση όχι µόνο παραβίασε τόσο τη διαδικαστική όσο και την ουσιαστική πτυχή των άρθρων 2, 3 και 5 της Ε.Σ.Δ.Α., αλλά επιπλέον πως οι όποιες ενστάσεις αυτής ήταν αβάσιµες. Παρ’ όλα αυτά, δεδοµένου ότι πρόκειται για µία παραβίαση τόσο θεµελιωδών δικαιωµάτων και αρχών, όπως το δικαίωµα στη ζωή και η απαγόρευση των βασανιστηρίων, εύλογα ίσως διερωτάται κανείς εάν τέτοιες χρηµατικές ποινές επαρκούν, είτε αυτή η επάρκεια εξετάζεται ως προς την επανόρθωση της ζηµίας που προκλήθηκε στις συγγενείς του αποθανόντος, είτε πάλι ως προς την έκταση και τη δυναµική του αποτρεπτικού χαρακτήρα της εν λόγω ποινής. Ορισµένα κράτη, ιδίως κάποια µε κυβερνήσεις που κινούνται στις παρυφές της αυταρχικότητας παραβιάζουν συχνότατα θεµελιώδεις ανθρωπιστικές αρχές, δίχως να λαµβάνουν µέτρα προς τον περιορισµό αυτών των φαινοµένων. Η Ρωσία δε, έχει σωρεία καταδικαστικών αποφάσεων εις βάρος της, µέχρι και για παράνοµη παρακολούθηση πολιτών,21 ενώ η αντίδραση του κράτους δεν ήταν η συµµόρφωση, όπως απαιτείται από το άρθρο 46 §1 της Ε.Σ.Δ.Α., αλλά αντιθέτως η υιοθέτηση νοµοθεσίας που να επιτρέπει στο ρωσικό Συνταγµατικό Δικαστήριο να ανατρέπει αποφάσεις του Ε.Δ.Δ.Α. καθιστώντας τις µη εφαρµόσιµες. Η µη συµµόρφωση ενός µέρος µε µία απόφαση και συναποτελεσµατικά η µη εφαρµογή της εκ µέρους του αντιµετωπίζεται από το άρθρο 46 §4, όπου προβλέπεται πως σε περίπτωση που εκφρασθεί σχετική κρίση από την Επιτροπή των Υπουργών, το ζήτηµα µπορεί να παραπεµφθεί εκ νέου στο Δικαστήριο. Σαφέστατα, το ζητούµενο σε ανάλογες µε αυτήν του κ. Satybalov υποθέσεις δεν είναι ο πλουτισµός των προσφευγουσών, παρά ταύτα πιθανώς να έχει έρθει η στιγµή να βρεθούν τρόποι προς ενίσχυση της σπουδαιότητας ανάλογων αποφάσεων από τη µία, καθώς και εάν και κατά πόσο η συµβολικότητα ως αυτοσκοπός ή και όχι, ιδίως σε περιπτώσεις πολύ χαλαρών νοµοθετικών περιθωρίων, έχει το επιθυµητό αποτέλεσµα.
1 E.C.H.R., Salman v. Turkey, no. 21986/93, 27 June 2000, § 104
2 E.C.H.R., Labita v. Italy, no. 26772/95, 6 April 2000, § 131
3 E.C.H.R., Satybalova and others v. Russia, Statement of Facts, no. 79947/12, 27 June 2017
4 E.C.H.R., Satybalova and others v. Russia, no. 79947/12, 30 September 2020, §56
5 E.C.H.R., Satybalova and others v. Russia, no. 79947/12, 30 September 2020, §59
6 E.C.H.R., Satybalova and others v. Russia, no. 79947/12, 30 September 2020, §68
7 E.C.H.R., Satybalova and others v. Russia, no. 79947/12, 30 September 2020, §62
8 E.C.H.R., Kushtova and others v. Russia, no. 60806/08, 03 July 2017, §66-68
9 E.C.H.R., Hutten-Czapska v. Poland, no. 35014/97, 16 September 2003
10 E.C.H.R., Satybalova and others v. Russia, no. 79947/12, 30 September 2020, §84
11 E.C.H.R., Akdivar and Others v. Turkey, no. 21893/93, 16 September 1996, §§66-67
12 E.C.H.R., Satybalova and others v. Russia, no. 79947/12, 30 September 2020, §§84-85; E.C.H.R., Leonid Petrov v. Russia, no. 52783/08, 11 October 2016, §50
13 E.C.H.R., Selmouni v. France, no. 25803/94, 28 July 1999, §87
14 E.C.H.R., Salman v. Turkey, no. 21986/93, 27 June 2000, §99
15 E.C.H.R., Satybalova and others v. Russia, no. 79947/12, 30 September 2020, §71
16 E.C.H.R., El-Masri v. “the former Yugoslav Republic of Macedonia”, no. 39630/09, 13 December 2012, §197
17 E.C.H.R., S., V. and A. v. Denmark, nos. 35553/12 and 2 others, 22 October 2018, §73; E.C.H.R., McKay v. the United Kingdom, no. 543/03, 3 October 2006, §30
18 E.C.H.R., Kurt v. Turkey, no. 24276/94, Reports 1998-III, 25 May 1998, §125
19 E.C.H.R., Satybalova and others v. Russia, no. 79947/12, 30 September 2020, §37
20 E.C.H.R., Satybalova and others v. Russia, no. 79947/12, 30 September 2020, §26
21 E.C.H.R., Roman Zakharov v. Russia, no. 47143/06, 4 December 2015
Γιώργος Πασσάς, δευτεροετής φοιτητής στο τµήµα Νοµικής του Ε.Κ.Π.Α.,
µέλος της οµάδας σχολιασµού δικαστικών αποφάσεων Διεθνούς Δικαίου
Comments