Της Ιωάννας Γκίνη
Maritime delimitation in the Indian Ocean (Somalia v. Kenya)
Judgement of 12 October 2021 on the maritime delimitation in the Indian Ocean, ICJ
Στην υπόθεση Somaliav. Kenyaενώπιον του ΔΔΧ, τίθενται ζητήματα αφορώντα στις προϋποθέσεις ύπαρξης συμφωνίας για τα θαλάσσια σύνορα μεταξύ δύο κρατών με παρακείμενες ακτές, καθώς και τα κυριαρχικά δικαιώματα του παράκτιου κράτους στην υφαλοκρηπίδα του.
Ιστορικό υπόθεσης
Στις 28 Αυγούστου 2014, η Σομαλία προσέφυγε κατά της Κένυας με σχετική κατάθεση στη Γραμματεία του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης (εφεξής ΔΔΧ) με σκοπό την εγκαθίδρυση ενός ενιαίου θαλάσσιου ορίου αιγιαλίτιδας ζώνης, ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας, συμπεριλαμβανομένης αυτής πέραν των 200 ν.μ. Η αμφισβητούμενη περιοχή είναι πλούσια σε αλιεύματα και σε υδρογονάνθρακες, ελκύοντας ως εκ τούτου το ενδιαφέρον και των δύο κρατών που την διεκδικούν. H δικαιοδοσία του Δικαστηρίου στηρίχθηκε στις δηλώσεις που έγιναν από τα δύο κράτη (το 1963 από τη Σομαλία και το 1965 από την Κένυα, αντίστοιχα), σύμφωνα με το άρθρο 36 παρ. 2 του Καταστατικού του Δικαστηρίου σε συνδυασμό με το άρθρο 282 της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας, που έχει υπογραφεί και επικυρωθεί από τα δύο μέρη. Η Κένυα από την πλευρά της, αρνήθηκε τόσο τη δικαιοδοσία, όσο και το παραδεκτό της προσφυγής, ενστάσεις που απορρίφθηκαν από το δικαστήριο. Η εκδίκαση της υπόθεσης ενώπιον του Δικαστηρίου έγινε τον Μάρτιο του 2021, ύστερα από συνεχή αιτήματα της Κένυας για αναβολή της διαδικασίας. Στην προφορική διαδικασία η Κένυα δεν συμμετείχε, αλλά το Δικαστήριο είχε αρκετά στοιχεία στη διάθεσή του, ώστε να προχωρήσει στην εξέταση της υπόθεσης επί της ουσίας.
Αιτήματα
Η Σομαλία ζήτησε από το Δικαστήριο να καθορίσει τα θαλάσσια όρια μεταξύ των δύο κρατών, παραθέτοντας τις ορθές, για αυτήν, συντεταγμένες. Επίσης, αιτήθηκε την αναγνώριση διεθνούς ευθύνης της Κένυας λόγω παραβίασης της κυριαρχίας της Σομαλίας, των κυριαρχικών δικαιωμάτων της και της δικαιοδοσίας της στην αμφισβητούμενη περιοχή, ενώ επίσης ζητήθηκε να καταβληθεί και η αρμόζουσα αποζημίωση. Η Κένυα, αρνήθηκε την ύπαρξη διεθνούς ευθύνης της και προσκόμισε τις δικές της συντεταγμένες, που ακολουθούν συγκεκριμένο γεωγραφικό παράλληλο (1° 39' 43.2" S). Τόσο η Σομαλία όσο και η Κένυα, είχαν υποβάλει αιτήσεις στην Επιτροπή για τα όρια της υφαλοκρηπίδας (CLCS), επιδιώκοντας την επέκταση αυτής πέραν των 200 ν.μ., αλλά η Επιτροπή δεν είχε διατυπώσει ακόμα τις συστάσεις της κατά τον χρόνο της προσφυγής της Σομαλίας στο Δικαστήριο.
Κρίσιμα νομικά ζητήματα
Α) Ύπαρξη θαλάσσιων συνόρων μεταξύ Σομαλίας και Κένυας
Η Σομαλία, υποστήριξε αρχικά ότι δεν είχαν συμφωνηθεί θαλάσσια όρια των δύο παρακείμενων κρατών, ως εκ τούτου ζήτησε από το Δικαστήριο να τα καθορίσει, ακολουθώντας τη μέθοδο της ίσης απόστασης/ειδικές περιστάσεις στην αιγιαλίτιδα ζώνη και αυτή της ίσης απόστασης/προσήκουσες περιστάσεις για τις υπόλοιπες ζώνες. Προς υποστήριξη των επιχειρημάτων της, επικαλέστηκε τα άρθρα 15, 74, 83 της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας, τα οποία αφορούν στην οριοθέτηση της αιγιαλίτιδας ζώνης, της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ και απαιτούν την ύπαρξη συμφωνίας μεταξύ των μερών, η οποία λείπει στη συγκεκριμένη υπόθεση. Η ίδια προσθέτει πως για την ύπαρξη «συναίνεσης» την οποία επικαλείται η Κένυα, ως προς τα θαλάσσια όρια, λόγω έλλειψης ρητής αντίθεσης της Σομαλίας όσον αφορά τις ενέργειες της Κένυας σχετικά με τα ύδατα που της ανήκουν, απαιτείται προηγούμενη συνεχής και συνεπής πρακτική από την Κένυα και σαφής και συνεπής αποδοχή αυτής από την Σομαλία. Αντιθέτως, οι ενέργειες της Κένυας στην αμφισβητούμενη περιοχή ήταν σποραδικές, αλλά και πρόσφατες. Πράγματι, και στην Υπόθεση της αλιείας μεταξύ Νορβηγίας και Μεγάλης Βρετανίας1, το Δικαστήριο είχε δεχτεί την οριοθέτηση της αιγιαλίτιδας ζώνης της Νορβηγίας με το σύστημα των ευθειών γραμμών επειδή απουσίαζε σαφής αντίδραση της Βρετανίας παρά την άσκηση αυτής της πρακτικής για επαρκές χρονικό διάστημα από την Νορβηγία. Στην υπό κρίση υπόθεση, όμως, δεν φαίνεται πως υπήρξε αυτή η μακροχρόνια πρακτική από την Κένυα. Επίσης, ισχυρίζεται ότι είχε ήδη, από το 1974, ταχθεί υπέρ της αρχής της ίσης απόστασης όσον αφορά στις οριοθετήσεις των θαλάσσιων ζωνών, κατά τη διάρκεια της Τρίτης Συνδιάσκεψης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας, ενώ ενσωμάτωσε τη σχετική δήλωση και στην εθνική της νομοθεσία. Τέλος, δεδομένης της κατάστασης που επικρατούσε στη Σομαλία την περίοδο 1991-2005, δηλαδή του εμφύλιου πολέμου, δεν θα μπορούσε, λόγω της έλλειψης τυπικά και όχι ουσιαστικά και πραγματικά υπάρχουσας κυβέρνησης, να υποβάλει επίσημες διαμαρτυρίες κατά της διεκδίκησης από την Κένυα της διαμόρφωσης οριακής γραμμής στις θαλάσσιες ζώνες των δύο κρατών. Σε κάθε περίπτωση, έσπευσε να διαμαρτυρηθεί με τη λήξη του πολέμου και την απόκτηση κυβέρνησης.
Βασικό επιχείρημα της Κένυας είναι ότι υπάρχει ήδη καθορισμένο θαλάσσιο όριο μεταξύ αυτής και της Σομαλίας, εφόσον η τελευταία παρέλειψε να αντιδράσει στις ενέργειες της πρώτης εντός της αμφισβητούμενης περιοχής, παρά το γεγονός πως οι ενέργειες αυτές ισοδυναμούν με την άποψη της Κένυας σχετικά με το περιεχόμενο του εφαρμοστέου κανόνα δικαίου επί της περιοχής αυτής. Επομένως, το όριο αυτό δεν έχει προκύψει από μονομερείς ενέργειες της Κένυας, αλλά από σιωπηρή συμφωνία των μερών. Εξάλλου, η αντίδραση ήταν ανύπαρκτη και μετά τις διακηρύξεις του Προέδρου της Κένυας το 1979. Το 2005, δεν υπήρξε καμία αναφορά στην πρώτη από αυτές σε συναντήσεις των μερών που έλαβαν χώρα το 1980 και το 1981, αλλά ούτε και το 2007 και 2008, οπότε αποστάλθηκαν δύο Notes Verbales, με σαφή δήλωση για το όριο αυτό που ακολουθεί τον γεωγραφικό παράλληλο που διεκδικεί η Κένυα. Τέλος, ήταν δυνατή αντίδραση της Σομαλίας παρά την έλλειψη κυβέρνησης, δεδομένου ότι ακόμη και την περίοδο εκείνη εκπροσωπούνταν στα Ηνωμένα Έθνη και συμμετείχε σε επίσημες διαδικασίες, που της έδωσαν την ευκαιρία να αντιδράσει.
Ας σημειωθεί ότι οι δύο χώρες είχαν καταλήξει σε ένα Memorandum of Understanding το 2009, αποσκοπώντας στην οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών τους μέσω διαπραγματεύσεων, ωστόσο οι διαπραγματεύσεις αυτές δεν προχώρησαν.
Β) Καθορισμός θαλάσσιων ορίων
Η Σομαλία ζήτησε από το δικαστήριο να προβεί το ίδιο στην οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών μεταξύ αυτής και της Κένυας, ακολουθώντας την αρχή της ίσης απόστασης, για την επίτευξη μιας δίκαιης λύσης. Με εφαρμογή της αρχής αυτής θα προέκυπτε ως όριο μια μέση γραμμή (median line). Η Κένυα, παρ’ όλο που ισχυρίζεται ότι η οριοθέτηση έχει ήδη λάβει χώρα, εντούτοις προτείνει ότι ακόμη και αν δεν γίνει δεκτό το αίτημά της για αναγνώριση αυτής, το Δικαστήριο θα πρέπει να οριοθετήσει τις θαλάσσιες περιοχές ακολουθώντας τον γεωγραφικό παράλληλο που έχει παρουσιάσει η ίδια. Αυτός ο γεωγραφικός παράλληλος βρίσκεται 45ο βόρεια από μια γραμμή ίσης απόστασης, δεδομένου ότι η Κένυα ευρισκόμενη ανάμεσα στη Σομαλία και την Τανζανία αποκόπτεται από μεγάλο τμήμα των υδάτων. Μάλιστα, το νησί Pemba που βρίσκεται κοντά στην υποθετική οριοθετική γραμμή μεταξύ Κένυας και Τανζανίας, επιτείνει αυτό το αποτέλεσμα αποκοπής. Εν προκειμένω, κρίσιμο είναι το ζήτημα που αφορά στην εξουσία του Δικαστηρίου να προβεί στην οριοθέτηση, δεδομένου ότι απαιτείται προηγούμενη υποβολή αιτήσεων στην Επιτροπή για τα όρια της Υφαλοκρηπίδας και εν συνεχεία, υποβολή προτάσεων από αυτήν, που είναι δεσμευτικές. Ειδικά για την υφαλοκρηπίδα που ξεπερνά τα 200 ν.μ., είναι ρητώς υποχρεωτική η πρόταση της Επιτροπής.2 . Οι δύο χώρες πράγματι είχαν ήδη υποβάλει αιτήσεις στην Επιτροπή, χωρίς αντιρρήσεις για την υποβολή του ετέρου κράτους, ωστόσο η Επιτροπή δεν είχε αποφανθεί κατά τον χρόνο της προσφυγής στο Δικαστήριο. Ως προς αυτό, η Σομαλία υποστήριξε ότι υπάρχει σαφής διάκριση στη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας μεταξύ των καθηκόντων του Δικαστηρίου, που συνίστανται στην οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας μεταξύ των μερών σύμφωνα με το άρθρο 83 που αφορά στην υφαλοκρηπίδα έως 200 ν.μ., και του ρόλου της Επιτροπής για τα όρια της υφαλοκρηπίδας, που αφορά σε συστάσεις στα παράκτια κράτη για θέματα που σχετίζονται με τον καθορισμό των εξωτερικών ορίων της υφαλοκρηπίδας τους σύμφωνα με το άρθρο 76 της Σύμβασης. Εξάλλου, επικαλέστηκε και προηγούμενες αποφάσεις του Δικαστηρίου, όπως στην Υπόθεση μεταξύ Νικαράγουας και Κολομβίας3, όπου δεν προέβη στην οριοθέτηση, όχι επειδή έδινε προτεραιότητα στις συστάσεις της Επιτροπής, αλλά επειδή δεν είχαν παρασχεθεί από τη Νικαράγουα στην Επιτροπή πληροφορίες που να επιβεβαιώνουν δικαιώματα σε μια εκτεταμένη υφαλοκρηπίδα. Και το Διεθνές Δικαστήριο για το Δίκαιο της Θάλασσας (ITLOS), προέβη στην οριοθέτηση στην Υπόθεση οριοθέτησης του θαλασσίου συνόρου μεταξύ του Μπαγκλαντές και της Μυανμάρ στον κόλπο της Βεγγάλης4, εφόσον διέθετε τις απαραίτητες πληροφορίες, παρά την έλλειψη σύστασης από την Επιτροπή.
Γ) Διεθνής ευθύνη και αποζημίωση
Σύμφωνα με το άρθρο 77 της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας το παράκτιο κράτος ασκεί κυριαρχικά και αποκλειστικά -υπό την έννοια ότι αν το παράκτιο κράτος δεν εξερευνά την υφαλοκρηπίδα ή δεν εκμεταλλεύεται τους φυσικούς της πόρους, κανείς δεν μπορεί να αναλάβει αυτές τις δραστηριότητες χωρίς ρητή συναίνεση του παράκτιου κράτους- δικαιώματα στην υφαλοκρηπίδα του προς τον σκοπό της εξερεύνησης και εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων αυτής. Με την επίκληση αυτού του άρθρου η Σομαλία υποστήριξε την παραβίαση των δικαιωμάτων της από τις οικονομικές δραστηριότητες της Κένυας στην αμφισβητούμενη περιοχή. Την παραβίαση αυτή, μάλιστα, στήριξε και στα άρθρα 74 παρ. 3 και 83 παρ. 3 της Σύμβασης, όπου αναφέρεται ότι εκκρεμούσης της συμφωνίας των μερών για την οριοθέτηση της ΑΟΖ και της υφαλοκρηπίδας, αντίστοιχα, τα ενδιαφερόμενα κράτη, σε πνεύμα κατανόησης και συνεργασίας, καταβάλλουν κάθε προσπάθεια για την επίτευξη προσωρινών διευθετήσεων πρακτικού χαρακτήρα κατά τη διάρκεια αυτής της μεταβατικής περιόδου, για να μην θέσουν σε κίνδυνο ή παρεμποδίσουν την επίτευξη οριστικής συμφωνίας. Παρά τις σχετικές προβλέψεις, η Κένυα παρεμπόδισε την επίτευξη οριστικής συμφωνίας με τις ενέργειές της, όπως την παροχή άδειας για εξερεύνηση σε ξένες εταιρίες πετρελαίου, σεισμικές έρευνες, και διάφορες γεωτρήσεις στην αμφισβητούμενη περιοχή, οι οποίες γεωτρήσεις θα είχαν ως συνέπεια μεταβολές στο θαλάσσιο περιβάλλον.
Η απόφαση του Δικαστηρίου
Το Δικαστήριο, εξετάζοντας τη δικαιοδοσία του, επικαλέστηκε στο άρθρο 6 του Memorandum of Understanding, σύμφωνα με το οποίο, η θαλάσσια οριοθέτηση σε αμφισβητούμενες περιοχές θα πρέπει να συμφωνηθεί από τα μέρη μετά την εξέταση των αιτήσεων των κρατών από την Επιτροπή. Όπως το ερμήνευσε το Δικαστήριο, αυτή η διάταξη δεν το απέκλειε από το να αναλάβει την υπόθεση, αφού γίνεται λόγος περί προσφυγής ε διαπραγματεύσεις μεταξύ των μερών και όχι σε κατάληξη συμφωνίας. Επομένως, και πριν τις συστάσεις της Επιτροπής μπορούσαν τα μέρη να επιλύσουν τη μεταξύ τους διαφορά με τον τρόπο που ήθελαν και συμφωνούσαν, ακόμη και με προσφυγή στο Δικαστήριο. Στη συνέχεια, εξέτασε τα αιτήματα της Σομαλίας και τους ισχυρισμούς και των δύο μερών και κατέληξε στα συμπεράσματά του. Επανέλαβε όσα είχε το ίδιο αποφασίσει στην Υπόθεση οριοθέτησης των θαλασσίων ζωνών στον κόλπο του Maine5 ότι δηλαδή οριοθέτηση δεν μπορεί να γίνει με μονομερείς πράξεις ενός κράτους, αλλά απαιτείται συμφωνία μεταξύ των μερών, της οποίας έπονται διαπραγματεύσεις που αποσκοπούν πράγματι στην επέλευση ενός θετικού αποτελέσματος. Διαφορετικά, θα πρέπει να απευθυνθούν σε τρίτο μέρος, το οποίο έχει την αρμοδιότητα να προβεί στην οριοθέτηση. Σε κάθε περίπτωση, για την αναγνώριση σιωπηρής συμφωνίας μέσω αποδοχής και μη αντίθεσης στις ενέργειες άλλου κράτους προϋποτίθεται συνεπής και διαρκής συμπεριφορά του ενός κράτους, αλλά και σαφής αποδοχή του άλλου6. Για να εντοπίσει αν υπήρξε σταθερή διεκδίκηση από πλευράς της Κένυας για θαλάσσιο όριο στον γεωγραφικό παράλληλο που προτείνει η ίδια, το Δικαστήριο έλαβε υπόψη τη νομοθεσία της Κένυας για τα χωρικά ύδατα, η οποία χρονολογείται από το 1972. Εκεί αναφέρεται η μέση γραμμή ως τρόπος οριοθέτησης των χωρικών υδάτων της τελευταίας με τα παρακείμενα με αυτήν κράτη, αλλά δεν γίνεται καμία αναφορά στις υπόλοιπες θαλάσσιες ζώνες. Η σχετική διάταξη επαναλαμβάνεται και στην αναθεώρηση του νόμου το 1977, ενώ εξακολουθούσε να ισχύει το 1979. Τόνισε, μάλιστα, ότι σε αντίθεση με τα όρια με τη Σομαλία, η Κένυα είχε προβεί σε λεπτομερέστερη οριοθέτηση με την Τανζανία στο συγκεκριμένο νομοθέτημα. Ομοίως, από τα Notes Verbales των 2007 και 2008, αλλά και από μεταγενέστερες συναντήσεις των μερών, προκύπτει ότι δεν υπήρξε ούτε συνεπής και μακροχρόνια διεκδίκηση της Κένυας, ούτε συμφωνία αυτής με τη Σομαλία, αλλά περισσότερο προσκλήσεις προς τη Σομαλία για να συμφωνήσουν ως προς τα θαλάσσια όριά τους, συμφωνία η οποία δεν επετεύχθη. Εξάλλου, λαμβάνοντας υπόψη τους ισχυρισμούς των διαδίκων για διαφορετικό χρόνο έναρξης της μεταξύ τους διαφοράς, δεν μπορούσε το Δικαστήριο να εντοπίσει με ευχέρεια πότε πράγματι αυτή δημιουργήθηκε, οπότε βασίστηκε στον χρόνο σύναψης του Memorandum of Understanding το 2009. Με βάση αυτό, έκρινε ότι οποιαδήποτε ενέργεια καθενός από τα δύο κράτη στην αμφισβητούμενη περιοχή δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως βάση των αξιώσεών του σε αυτήν (την περιοχή) αφού θεμελιωθεί η διαφορά, καθώς θα μπορούσε το εν λόγω κράτος να προβεί σε αυτές τις ενέργειες αποκλειστικά προς στήριξη των σχετικών αξιώσεών του.7 Για τους παραπάνω λόγους, το Δικαστήριο αποφάσισε ότι το ενιαίο θαλάσσιο όριο μεταξύ Κένυας και Σομαλίας ήταν ανύπαρκτο. Ως εκ τούτου, συνέχισε, ώστε να βρει την κατάλληλη και δίκαιη οριοθετική γραμμή.
Για τον καθορισμό αυτής, ξεκίνησε με τις κατάλληλες, σύμφωνα με την κρίση του και τις προτάσεις των διαδίκων, γραμμές βάσεις, αποκλείοντας κάποια μικρά νησιά ως σημεία έναρξης των γραμμών βάσης για την αποφυγή ενός δυσανάλογου αποτελέσματος στην τελική μέση γραμμή. Για την οριοθέτηση κατέφυγε στη μέθοδο τριών σταδίων, όπως αυτή χρησιμοποιήθηκε στην Υπόθεση της υφαλοκρηπίδας στη Βόρεια Θάλασσα.8 Αυτή περιλαμβάνει την κατασκευή μιας προσωρινής γραμμής ίσης απόστασης, την προσαρμογή αυτής της γραμμής αν συντρέχουν σχετικές περιστάσεις που απαιτούν ένα άλλο, δικαιότερο αποτέλεσμα και την υποβολή της προβλεπόμενης γραμμής στο τεστ δυσαναλογίας. Μετά την προσωρινή γραμμή, η Σομαλία επιχειρηματολόγησε κατά της προσαρμογής αυτής, εφόσον δεν υπήρχαν σχετικές περιστάσεις που να την επιβάλλουν, ενώ τα όρια μεταξύ Τανζανίας και Κένυας που μπορεί να περιορίζουν την τελευταία αποτελούν res inter alios acta. Από την άλλη, η Κένυα επικαλέστηκε πληθώρα λόγων που επιβάλλουν την προσαρμογή της γραμμής, μεταξύ των οποίων, λόγους ασφάλειας, μακροχρόνια και συνεπή συμπεριφορά σε σχέση με παραχωρήσεις σε εταιρίες για παραγωγή πετρελαίου, ναυτικές περιπολίες, αλιεία, για την αξιοπρεπή διαβίωση και την οικονομική ευημερία των αλιέων της. Ωστόσο, το Δικαστήριο δεν πείστηκε με κανέναν από αυτούς τους ισχυρισμούς, ώστε να αποτελέσουν επαρκείς λόγους για προσαρμογή της γραμμής. Αυτό, όπως και το ίδιο τονίζει, δεν σημαίνει ότι δεν λαμβάνει υπόψη μη γεωγραφικούς παράγοντες προκειμένου να γίνει η προσαρμογή αλλά ότι οι συγκεκριμένοι δεν υπήρξαν επαρκείς. Θεώρησε, όμως, σημαντική σε αυτή την κατεύθυνση την κοιλότητα που δημιουργείται στην ακτή της Κένυας σε συνδυασμό με τα όριά της με την Τανζανία, σημειώνοντας ότι η αποκοπή των δικαιωμάτων της Κένυας θα πρέπει να αξιολογηθεί σε μια ευρύτερη γεωγραφική διαμόρφωση και όχι μόνο στο πλαίσιο των ακτών των δύο διαδίκων κρατών.9 Αυτή η πρακτική είχε ακολουθηθεί και στην διαιτητική απόφαση στην Υπόθεση Γουινέας και Σενεγάλης.10 Πράγματι, λοιπόν, η γραμμή μετατοπίστηκε βορειότερα, χωρίς να δημιουργεί δυσανάλογο αποτέλεσμα, εις βάρος της Σομαλίας.
Τέλος, δεν δέχτηκε το αίτημα της Σομαλίας για ευθύνη της Κένυας και υποχρέωσή της προς αποζημίωση, καθώς δεν έλαβε χώρα παραβίαση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Σομαλίας στις περιοχές που ανέπτυξε δραστηριότητα η Κένυα. Την απόφαση αυτή στήριξε στο γεγονός ότι αυτές οι ενέργειες έγιναν καλή τη πίστει και, κυρίως, σε μια περιοχή που δεν είχε ακόμη αποδοθεί σε κάποιο από τα δύο κράτη από το Δικαστήριο. Έτσι, για να δεχτεί ότι πράγματι η Κένυα παρεμπόδισε ή διακινδύνευσε την επίτευξη συμφωνίας, σημασία έχει το χρονικό σημείο μετά την προσφυγή στο δικαστήριο, οπότε δεν υπήρξε παραβίαση, αφού ακολούθησε αναστολή των δραστηριοτήτων στην περιοχή το 2016 από την Κένυα. Παρ’ όλα αυτά, το ίδιο το ΔΔΧ είχε κρίνει στην Υπόθεση της υφαλοκρηπίδας της Βόρειας Θάλασσας ότι τα δικαιώματα του παράκτιου κράτους στη ζώνη της υφαλοκρηπίδας υπάρχουν ipso facto και ab initio, είναι δικαιώματα συμφυή και για τη θεμελίωσή τους δεν είναι αναγκαία καμία συστατική πράξη. Πώς, λοιπόν, εν προκειμένω, το ίδιο Δικαστήριο ορίζει ότι τα κυριαρχικά δικαιώματα στην υφαλοκρηπίδα ασκούνται και παραβιάζονται μόνο μετά από δικαστική απόφαση που την αναγνωρίζει σε ένα κράτος;
Επίλογος
Κατά την άποψη της γράφουσας, το Δικαστήριο όφειλε να απόσχει από την έκδοση απόφασης για τα θαλάσσια σύνορα, δεδομένου ότι έλειπαν οι απαραίτητες συστάσεις της Επιτροπής για αυτά. Η γραμματική ερμηνεία του Memorandum of Understanding, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι πράγματι ήταν απαραίτητες οι συστάσεις πριν τη δικαστική διευθέτηση της διαφοράς. Εξάλλου, ακόμη και με επαρκείς πληροφορίες από τα έγγραφα που προσκόμισαν οι διάδικοι, η σκιαγράφηση των ορίων προϋποθέτει ειδικές γνώσεις γεωλογίας και γεωφυσικής, τις οποίες το Δικαστήριο δεν κατέχει, καθιστώντας, έτσι, απαραίτητες τις προηγούμενες συστάσεις της Επιτροπής. Λόγω της έλλειψης αυτών των γνώσεων δεν δύναται να εξεταστεί η ορθότητα του τρόπου οριοθέτησης.
Ηλεκτρονικές πηγές
1 Fisheries (United Kingdom v. Norway), Judgement, I.C.J. Reports 1951, pp. 138-139, διαθέσιμο στο https://www.icj-cij.org/en/case/5
2 Article 76, para. 8, Convention on the Law of the Sea, 10 December 1982, διαθέσιμο στο https://www.un.org/depts/los/convention_agreements/texts/unclos/unclos_e.pdf
3 Territorial and Maritime Dispute (Nicaragua v. Colombia), Judgment, I.C.J. Reports 2012 (II), p. 669, para. 129, διαθέσιμο στο https://www.icj-cij.org/en/case/124
4 Dispute concerning delimitation of the maritime boundary between Bangladesh and Myanmar in the Bay of Bengal (Bangladesh/Myanmar), Judgement, ITLOS Reports 2012, διαθέσιμο στο https://www.itlos.org/index.php?id=108
5 Delimitation of the Maritime Boundary in the Gulf of Maine Area (Canada/United States of America), Judgment, I.C.J. Reports 1984, p. 299, para. 112 (1), διαθέσιμο στο https://www.icj-cij.org/en/case/67
6 supra note 1
7 §82 ICJ’s Judgement of 12.10.2021
8 Maritime Delimitation in the Black Sea (Romania v. Ukraine), Judgment I.C.J. Reports 2009, paras. 115-122, διαθέσιμο στο https://www.icj-cij.org/en/case/132
9 §167 ICJ’s Judgement of 12.10.2021
10 Case concerning the Arbitral Award of 31 July 1989 (Guinea-Bissau v. Senegal), διαθέσιμο στο https://www.icj-cij.org/en/case/85
Βιβλιογραφία
Ρούκουνας Ε. (2019), Δημόσιο Διεθνές Δίκαιο, Νομική Βιβλιοθήκη
Delimiting the Extended Continental Shelf Between Somalia and Kenya: The ICJ’s Debut or a Hostage to Fortune, Kaiqiang Zhang, 02.12.2021
A Commentary on the Dispute Concerning the Maritime Delimitation in the Indian Ocean (Somalia v. Kenya), Nikolas A. Ioannides and Constantinos Yiallourides, 22.10.2021
Ιωάννα Γκίνη
Τριτοετής φοιτήτρια της Νομικής Σχολής Αθηνών
Μέλος της ομάδας Σχολιασμού Δικαστικών Αποφάσεων του The Law Project
Comments