Της Μένη Ολυμπίας
Friends of the Irish Environment κατά Ιρλανδίας
Υπόθεση C-254/19, ΔΕΕ
Κρίσιμα ζητήματα: Εάν το Εθνικό Σχέδιο Μετριασμού της Ιρλανδίας παραβίασε τις διατάξεις του θεσμικού δικαίου, το ιρλανδικό Σύνταγμα και την υποχρέωση σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, επειδή δεν επρόκειτο να έχει ως συνέπεια την ικανοποιητική μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στο άμεσο μέλλον.
Η υπόθεση:
Στις 31 Μαρτίου 2008 χορηγήθηκε από το An Bord Pleanála, την εποπτεύουσα ιρλανδική αρχή χωροταξικού σχεδιασμού, άδεια έργου για τερματικό σταθμό φυσικού αερίου, ακριβέστερα τερματικού σταθμού επαναεροποίησης υγροποιημένου φυσικού αερίου. Το σχεδιαζόμενο έργο επρόκειτο να υλοποιηθεί σε τοποθεσία η οποία γειτνιάζει με δύο τόπους ενταγμένους σήμερα στο δίκτυο Natura 2000, και συγκεκριμένα i) την ειδική ζώνη διατηρήσεως βάσει της οδηγίας περί οικοτόπων «Lower River Shannon» (κατώτερο τμήμα του ποταμού Shannon – κωδικός τόπου IE0002165) και ii) τη ζώνη ειδικής προστασίας βάσει της οδηγίας για την προστασία των πτηνών «River Shannon and River Fergus Estuaries» (εκβολές του ποταμού Shannon και του ποταμού Fergus – κωδικός τόπου IE0004077). Κατά το αιτούν δικαστήριο, η αρχική άδεια δεν περιείχε καμία αναφορά ούτε στην οδηγία περί οικοτόπων ούτε στους δύο προστατευόμενους τόπους οι οποίοι μπορεί να επηρεάζονταν από το επίμαχο στην κύρια δίκη έργο και δεν περιείχε πλήρη, ακριβή και οριστικά συμπεράσματα και διαπιστώσεις, ώστε να αίρεται κάθε εύλογη αμφιβολία επιστημονικής φύσεως, όσον αφορά τις επιπτώσεις των σχεδιαζόμενων εργασιών. Τον Σεπτέμβριο 2017, η κατασκευή του εν λόγω τερματικού σταθμού δεν είχε ακόμη ξεκινήσει και ο κύριος του έργου υπέβαλε στο συμβούλιο χωροταξίας, βάσει του άρθρου 146 B του PDA 2000, αίτηση για παράταση της διάρκειας ισχύος της άδειας κατασκευής. Η αρχική άδεια έληξε την 31η Μαρτίου 2018 χωρίς να έχουν πραγματοποιηθεί εργασίες. Στις 13 Ιουλίου 2018, δόθηκε παράταση πέντε ετών εκ μέρους του συμβουλίου χωροταξίας για την υλοποίηση του έργου κατασκευής του τερματικού σταθμού, ήτοι παρατάθηκε η διάρκεια ισχύος της αρχικής άδειας έως την 31η Μαρτίου 2023 (στο εξής: επίμαχη στην κύρια δίκη άδεια).
Από την απόφαση περί παραπομπής, προκύπτει ότι το συμβούλιο χωροταξίας προέβη σε εκτίμηση των επιπτώσεων στο περιβάλλον, κρίνοντας ότι η παράταση της διάρκειας της περιόδου υλοποίησης του υπό εξέταση έργου κατασκευής δεν είχε καμία αρνητική επίπτωση σε αυτό. Μια ομάδα υπεράσπισης, οι Φίλοι του Ιρλανδικού Περιβάλλοντος (FIE) (μια εταιρεία περιορισμένης ευθύνης, της οποίας οι στόχοι περιλαμβάνουν την προστασία του ιρλανδικού περιβάλλοντος), κατέθεσε μήνυση στο Ανώτατο Δικαστήριο (High Court), υποστηρίζοντας ότι η έγκριση από την ιρλανδική κυβέρνηση του Εθνικού Σχεδίου Μετριασμού το 2017 (National Mitigation Plan, "the Plan") παραβίαζε τον Νόμο της Ιρλανδίας για τη Δράση για το Κλίμα και την Ανάπτυξη Χαμηλών εκπομπών άνθρακα του 2015 ("the Act"), το Σύνταγμα της Ιρλανδίας και τις υποχρεώσεις βάσει της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, ιδίως το δικαίωμα στη ζωή και το δικαίωμα στην ιδιωτική και οικογενειακή ζωή.
Η FIE ισχυρίστηκε ότι το Εθνικό Σχέδιο Μετριασμού ("the Plan"), το οποίο επιδιώκει τη μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα έως το 2050, δεν συνάδει με τον νόμο “The Act” ( Low Carbon Development Act 2015) και τις δεσμεύσεις της Ιρλανδίας για τα ανθρώπινα δικαιώματα, επειδή δεν έχει σχεδιαστεί για την επίτευξη της μείωσης εκπομπών άνθρακα σε ουσιαστικό, βραχυπρόθεσμο επίπεδο. Η υπόθεση συζητήθηκε ενώπιον του Ανώτατου Δικαστηρίου στις 22 Ιανουαρίου 2019. Η FIE ζήτησε από το Ανώτατο Δικαστήριο να ακυρώσει την απόφαση της κυβέρνησης για την έγκριση του Σχεδίου και, εάν χρειάζεται, να διατάξει τη σύνταξη ενός νέου πλάνου. Στις 19 Σεπτεμβρίου 2019, το Δικαστήριο απέρριψε τον ισχυρισμό της FIE ότι το Σχέδιο ήταν άκυρο επειδή δεν επιτεύχθηκε η μείωση των εκπομπών. Το Δικαστήριο αναγνώρισε ότι «υπάρχει ένα περιορισμένο επιτρεπτό ποσοστό άνθρακα για τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου» δεδομένου του «ασφαλούς στόχου αύξησης της θερμοκρασίας» κατά 1,5 βαθμό Κελσίου. Το Δικαστήριο έκρινε, ωστόσο, ότι η κυβέρνηση προχώρησε στη χάραξη πολιτικής μέσα στο πλαίσιο της διακριτικής ευχέρειας που της παρέχει ο νόμος, εξηγώντας ότι το τρέχον σχέδιο είναι μόνο ένα πρώτο βήμα για την επίτευξη στόχων για τη μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα.
Πρόκειται για μια περιβαλλοντικά βιώσιμη πολιτική μέχρι και το 2050, που θα υπόκειται σε επανεξέταση και αναθεώρηση. Το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η FIE είχε δικαίωμα να διατυπώνει αξιώσεις που βασίζονται σε δικαιώματα, αλλά απέρριψε το επιχείρημα ότι η κυβέρνηση παραβίασε το Σύνταγμα και τις δεσμεύσεις της Ιρλανδίας βάσει της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα επειδή το Σχέδιο είναι «ένα, αν και εξαιρετικά σημαντικό, κομμάτι του πάζλ». Στις 22 Νοεμβρίου 2019, η FIΕ άσκησε έφεση κατά της απόφασης στο Εφετείο. Η FIE υπέβαλε επίσης αίτηση απευθείας προσφυγής στο Ανώτατο Δικαστήριο. Στις 13 Φεβρουαρίου 2020, το Ανώτατο Δικαστήριο συμφώνησε να εκδικάσει την υπόθεση, πιστεύοντας ότι οι εξαιρετικές περιστάσεις δικαιολογούσαν την άσκηση (άμεσης) έφεσης. Το Δικαστήριο εξήγησε ότι, «ο αιτών και οι εναγόμενοι δέχονται ότι υπάρχει ένας βαθμός επείγοντος όσον αφορά στην υιοθέτηση διορθωτικών περιβαλλοντικών μέτρων. Δεν υπάρχει αμφισβήτηση μεταξύ των μερών ως προς την επιστήμη που στηρίζει το Σχέδιο και την πιθανή αύξηση στις εκπομπές των αερίων του θερμοκηπίου κατά τη διάρκεια εφαρμογής του Σχεδίου». Στις 31 Ιουλίου 2020, το Ανώτατο Δικαστήριο ανέτρεψε την απόφαση του κατώτερου δικαστηρίου, αποφασίζοντας περί της ακύρωσης του σχεδίου. Ειδικότερα, έκρινε ότι το Σχέδιο δεν χαρακτηρίζεται από την ιδιαιτερότητα που απαιτεί ο Νόμος, επειδή ένας κοινός αναγνώστης αυτού δεν θα κατανοούσε το πώς η Ιρλανδία θα κατάφερνε να επιτύχει τους στόχους της για το 2050. Επίσης, εξήγησε ότι «ένα συμμορφούμενο σχέδιο πρέπει να είναι επαρκώς ορισμένο όσον αφορά την πολιτική για ολόκληρη την περίοδο έως το 2050», θεωρώντας ωστόσο ότι η FIE στερείται νομιμότητας για να υποβάλει τις αξιώσεις της βάσει του Συντάγματος ή της ΕΣΔΑ. Το Δικαστήριο κατέληξε ακόμα στο συμπέρασμα ότι η FIE δεν υποστήριξε τη θέση της με κατάλληλα επιχειρήματα για την αναγνώριση του δικαιώματος σε ένα υγιές περιβάλλον, χωριστά από τα δικαιώματα που ρητά απονέμει το ιρλανδικό Σύνταγμα, «ενώ δεν αποκλείει την πιθανότητα συνταγματικά δικαιώματα και υποχρεώσεις να απασχολήσουν τον περιβαλλοντικό τομέα στην κατάλληλη υπόθεση».
Επεξήγηση όρων:
Έργο/ Σχέδιο: Αν μια δραστηριότητα θεωρείται «έργο» (project) κατά την έννοια της οδηγίας ΕΠΕ (για την Εκτίμηση των Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων), δύναται να συνιστά «σχέδιο» (project) κατά την έννοια της οδηγίας περί οικοτόπων (απόφαση της 29ης Ιουλίου 2019, InterEnvironnement Wallonie και Bond Beter Leefmilieu Vlaanderen, C411/17, EU:C:2019:622, σκέψη 124 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).
Πλην όμως, ο ορισμός του όρου «έργο» (project) που απαντά στο άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας ΕΠΕ, περιλαμβάνει στην πρώτη περίπτωση, την εκτέλεση κατασκευαστικών εργασιών ή τεχνικών κατασκευών και εγκαταστάσεων και στη δεύτερη περίπτωση, άλλες επεμβάσεις στο φυσικό περιβάλλον ή το τοπίο, στις οποίες περιλαμβάνονται και οι επεμβάσεις που αφορούν την εκμετάλλευση των πόρων του εδάφους.
Εθνικό Σχέδιο Μετριασμού, 2017 (National Mitigation Plan, "the Plan"): Το Υπουργείο Επικοινωνιών, Δράσης για το Κλίμα και Περιβάλλοντος δημοσίευσε το Εθνικό Σχέδιο Μετριασμού τον Ιούλιο του 2017. Το Σχέδιο στοχεύει να απαλλάξει την Ιρλανδία από τις εκπομπές άνθρακα έως το 2050 ενώ περιλαμβάνει επιπλέον 100 δράσεις για διάφορους Υπουργούς και δημόσιους φορείς προκειμένου να εφαρμόσουν τη στρατηγική της. Η κυβέρνηση αναγνωρίζει ότι αυτό το έγγραφο δεν αποτελεί «πλήρη οδικό χάρτη» για την επίτευξη του στόχου απαλλαγής από τις εκπομπές άνθρακα του 2050, αλλά αναπτύσσει μια μεσοπρόθεσμη έως μακροπρόθεσμη δράση. Το έγγραφο περιγράφει τα προφίλ εκπομπών, τα πλαίσια πολιτικής και τις στρατηγικές για την επίτευξη του μετριασμού της κλιματικής αλλαγής σε εθνικό επίπεδο και σε καθέναν από τους ακόλουθους τομείς: 1) παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, 2) το δομημένο περιβάλλον, 3) μεταφορές και 4) γεωργία, δασοκομία και χρήση γης. Περαιτέρω υπολογίζει το κόστος και τις δυνατότητες μείωσης των εκπομπών.
Νόμος της Ιρλανδίας για τη Δράση για το Κλίμα και την Ανάπτυξη Χαμηλών εκπομπών άνθρακα του 2015 ("the Act"), Ο νόμος “Act” 2015 (η κύρια πράξη) έθεσε τις βάσεις για μια εθνική πολιτική για το κλίμα για πρώτη φορά στην Ιρλανδία, περιβαλλοντικά βιώσιμη έως το 2050 και με στόχο τη μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα.
Αναφυόμενα νομικά ζητήματα:
Α) Το δίκαιο της Ένωσης:
Συμφωνία των Παρισίων για την κλιματική αλλαγή, 19/10/2016, παρ. 4:
«4. Οι συμβαλλόμενες ανεπτυγμένες χώρες θα πρέπει να εξακολουθήσουν να πρωτοστατούν αναλαμβάνοντας απόλυτους στόχους μείωσης των εκπομπών στο σύνολο της οικονομίας. Οι συμβαλλόμενες αναπτυσσόμενες χώρες θα πρέπει να εξακολουθήσουν να ενισχύουν τις προσπάθειες μετριασμού, και ενθαρρύνονται να στρέφονται με την πάροδο του χρόνου προς τους στόχους μείωσης ή περιορισμού των εκπομπών στο σύνολο της οικονομίας, στο πλαίσιο διαφορετικών εθνικών συνθηκών»
Η οδηγία περί οικοτόπων
Η έγκριση σχεδίων και έργων που μπορούν να επηρεάσουν σημαντικά περιοχή η οποία προστατεύεται δυνάμει της οδηγίας περί οικοτόπων ή της οδηγίας για την προστασία των πτηνών ρυθμίζεται στο άρθρο 6, παράγραφοι 2 και 3, της οδηγίας περί οικοτόπων ως εξής:
«2. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα κατάλληλα μέτρα ώστε στις ειδικές ζώνες διατήρησης να αποφεύγεται η υποβάθμιση των φυσικών οικοτόπων και των οικοτόπων ειδών, καθώς και τυχόν επεμβάσεις που έχουν επιπτώσεις στα είδη για τα οποία οι ζώνες έχουν ορισθεί, εφόσον αυτές θα μπορούσαν να έχουν σημαντικές επιπτώσεις όσον αφορά τους στόχους της παρούσας οδηγίας.
3. Κάθε σχέδιο, μη άμεσα συνδεόμενο ή αναγκαίο για τη διαχείριση του τόπου, το οποίο όμως είναι δυνατόν να επηρεάζει σημαντικά τον εν λόγω τόπο, καθεαυτό ή από κοινού με άλλα σχέδια, εκτιμάται δεόντως ως προς τις επιπτώσεις του στον τόπο, λαμβανομένων υπόψη των στόχων διατήρησής του. Βάσει των συμπερασμάτων της εκτίμησης των επιπτώσεων στον τόπο και εξαιρουμένης της περίπτωσης των διατάξεων της παραγράφου 4, οι αρμόδιες εθνικές αρχές συμφωνούν για το οικείο σχέδιο μόνον αφού βεβαιωθούν ότι δεν θα παραβλάψει την ακεραιότητα του τόπου περί του οποίου πρόκειται και, ενδεχομένως, αφού εκφρασθεί πρώτα η δημόσια γνώμη.»
Η οδηγία ΕΠΕ:
Η οδηγία 2011/92/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον (ΕΕ 2012, L 26, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2014/52/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Απριλίου 2014 (ΕΕ 2014, L 124, σ. 1) (στο εξής: οδηγία ΕΠΕ), ορίζει, στο άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, πρώτη περίπτωση, ως «έργο» την εκτέλεση εργασιών, κατασκευών και τη διαμόρφωση άλλων εγκαταστάσεων».
Κατά το άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχείο γʹ, της οδηγίας αυτής, «άδεια» είναι η «απόφαση της ή των αρμόδιων αρχών που δίνει το δικαίωμα στον κύριο του έργου να πραγματοποιήσει το έργο».
Άρθρο 191, ΣΛΕΕ (πρώην άρθρο 174 της ΣΕΚ), ΣΛΕΕ παρ2. «Η πολιτική της Ένωσης στον τομέα του περιβάλλοντος αποβλέπει σε υψηλό επίπεδο προστασίας και λαμβάνει υπόψη την ποικιλομορφία των καταστάσεων στις διάφορες περιοχές της Ένωσης. Στηρίζεται στις αρχές της προφύλαξης και της προληπτικής δράσης, της επανόρθωσης των καταστροφών του περιβάλλοντος, κατά προτεραιότητα στην πηγή, καθώς και στην αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει».
B) Το ιρλανδικό δίκαιο
Το άρθρο 40, παράγραφος 1, του Planning and Development Act 2000 (νόμου του 2000 περί χωροταξικού σχεδιασμού και ανάπτυξης), όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο στη διαφορά της κύριας δίκης χρόνο (στο εξής: PDA 2000), προέβλεπε τα εξής: «Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, άδεια χορηγούμενη βάσει του παρόντος μέρους παύει να ισχύει μετά την παρέλευση της προβλεπόμενης περιόδου (χωρίς πάντως να θίγεται το κύρος οποιασδήποτε πράξεως διενεργηθείσας εντός της εν λόγω περιόδου),
α) σε περίπτωση που το έργο υποδομής για το οποίο έχει χορηγηθεί η άδεια δεν έχει αρχίσει εντός της εν λόγω περιόδου, ως προς ολόκληρο το έργο, και
β) σε περίπτωση που το έργο υποδομής έχει αρχίσει εντός της εν λόγω περιόδου, ως προς το μέρος του που δεν έχει περατωθεί εντός της περιόδου αυτής.»
Το άρθρο 42 του PDA 2000 προβλέπει ότι, κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερομένου, παράταση της διάρκειας ισχύος χωροταξικής άδειας δίνεται όταν, εντός της αρχικώς ταχθείσας προθεσμίας, εκτελέστηκαν σημαντικές εργασίες βάσει της χωροταξικής άδειας και το έργο θα υλοποιηθεί εντός ευλόγου χρόνου ή όταν λόγοι εμπορικής, οικονομικής ή τεχνικής φύσεως, ανεξάρτητοι από τη βούληση του αιτούντος, συνηγορούσαν ουσιωδώς είτε υπέρ της μη έναρξης του έργου υποδομής είτε υπέρ της μη εκτέλεσης σημαντικών εργασιών. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, δεν είναι δυνατή η παράταση της διάρκειας ισχύος της άδειας αν από τον χρόνο χορηγήσεώς της έχουν μεσολαβήσει σημαντικές αλλαγές ως προς τους στόχους του χωροταξικού σχεδιασμού που ορίζει το έργο, με αποτέλεσμα να έχει παύσει να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις προσήκοντος σχεδιασμού και βιώσιμης ανάπτυξης της οικείας περιοχής.
Είναι επίσης αναγκαίο το έργο να μην είναι ασύμβατο προς «υπουργικές κατευθυντήριες γραμμές».
Επιπλέον, το άρθρο 42 του PDA 2000 διευκρινίζει ότι, στην περίπτωση που δεν έχει αρχίσει το έργο υποδομής, η τοπική αρχή χωροταξικού σχεδιασμού πρέπει να βεβαιωθεί ότι πριν από τη χορήγηση χωροταξικής άδειας εκτιμήθηκαν οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Επιπλέον, η πρόσθετη προθεσμία δεν μπορεί να υπερβαίνει τα πέντε έτη και αίτηση για παράταση της διάρκειας ισχύος χωροταξικής άδειας μπορεί να υποβληθεί μόνο μία φορά.
Το άρθρο 50 του PDA 2000, προβλέπει ότι το κύρος χωροταξικής άδειας μπορεί να αμφισβητηθεί μόνο στο πλαίσιο προσφυγής ελέγχου νομιμότητας ασκηθείσας εντός αποκλειστικής προθεσμίας οκτώ εβδομάδων η οποία μπορεί να παραταθεί υπό ορισμένες περιστάσεις.
Το άρθρο 146 B του PDA 2000, θεσπίζει ειδική διαδικασία για τροποποίηση άδειας που αφορά έργο στρατηγικής υποδομής και προβλέπει τα ακόλουθα:
Τα άρθρα 146B και 146C του PDA 2000, προβλέπουν διαδικασία η οποία επιτρέπει την τροποποίηση συγκεκριμένου τύπου χωροταξικής άδειας χορηγούμενης σε σχέση με έργα στρατηγικής υποδομής. Στα εν λόγω άρθρα, δεν υφίσταται καμία ρητή πρόβλεψη ως προς τη διενέργεια ελέγχου ή τη δέουσα εκτίμηση κατά την έννοια της οδηγίας περί οικοτόπων.
Συμπεράσματα:
Στην παρούσα απόφαση, εξετάζεται το επιχείρημα που προέβαλε η FIE για το ΕΜΣ που δεν συμφωνεί με το Εθνικό Σχέδιο Μετριασμού της Ιρλανδίας για το κλίμα και είναι, επομένως, ultra vires. Σημειώνεται ότι κατά την επ' ακροατηρίου συζήτηση δεν τέθηκε κανένα ερώτημα προκειμένου η FIE να προβάλλει επιχειρήματα προς αυτήν την κατεύθυνση. Συμπερασματικά, σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς της ιρλανδικής κυβέρνησης, η FIE θα πρέπει να έχει το δικαίωμα να εκφράσει πειστικά επιχειρήματα σχετικά με το θέμα που εξετάζεται.
Ακόμη, το Εθνικό Σχέδιο Μετριασμού της Ιρλανδίας και ειδικότερα το άρθρο 4, απαιτεί, «την ανάληψη απόλυτων στόχων μείωσης των εκπομπών στο σύνολο της οικονομίας», στόχοι ικανοί να ανταποκριθούν στη δέσμευση της Ένωσης να μειώσει τις εκπομπές της κατά τουλάχιστον 55%, σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990, έως το 2030. Ένα τέτοιο σχέδιο πρέπει να είναι συγκεκριμένο ως προς την πολιτική που προωθεί στο σύνολό του για όλη τη χρονική περίοδο έως το 2030. Το ΕΣΜ στερείται, κατά ένα μεγάλο βαθμό, της ιδιαιτερότητας που απαιτείται από τις διατάξεις του νόμου του 2015 προκειμένου διασφαλιστεί η διαφάνεια και η συμμόρφωση προς αυτό. Επιπλέον η FIE, ως εταιρική οντότητα που δεν απολαμβάνει από μόνη της το δικαίωμα στη ζωή ή το δικαίωμα στη σωματική ακεραιότητα, δεν δύναται να υποστηρίξει τα επιχειρήματά της που βασίζονται στα δικαιώματα που επεδίωξε να προβληθούν είτε βάσει του Ιρλανδικού Συντάγματος είτε βάσει της ΕΣΔΑ.
Επίλογος
Συνοψίζοντας τα παραπάνω, ορθώς αποφασίστηκε η ακύρωση του Σχεδίου που επιδιώχθηκε βιαστικώς και χωρίς να έχουν παρθεί τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος για απαλλαγή των εκπομπών άνθρακα έως το 2050, όπως προκύπτει από το Εθνικό Σχέδιο Μετριασμού της Ιρλανδίας και της Συμφωνίας του Παρισιού για το κλίμα. Κρίνεται λοιπόν αναγκαίο, να εξετάζεται διεξοδικά από τις δικαστικές αρχές ενός κράτους μέλους το νομικό καθεστώς που ορίζει τόσο η ένωση όσο και το ίδιο το κράτος μέλος, για την ολοκλήρωση μεγάλων έργων ιδίως όταν αυτά προορίζεται να πραγματοποιηθούν σε «ευαίσθητους» περιβαλλοντικά τόπους που χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής και έρευνας. Οι οικότοποι, τα διάφορα ανά τον κόσμο οικοσυστήματα και η ποιότητα της ατμόσφαιρας πρέπει να προστατεύονται από τον νόμο με αυστηρές κυρώσεις για τους παραβάτες και να προτάσσονται των οικονομικών συμφερόντων, ιδιωτών και κυβερνήσεων. Άλλωστε, κατά αυτόν τον τρόπο ισορροπεί ένα οικοσύστημα: με την αρμονική διαβίωση των πληθυσμών που ανήκουν σε αυτό, το σεβασμό στη φύση και την πεποίθηση ότι εάν πληγεί ένα μέρος αυτής, τότε κινδυνεύει να καταρρεύσει ολάκερη.
ΠΗΓΕΣ:
1) Eur-Lex, (https://eur-lex.europa.eu/legal- content/EN/TXT/?uri=CELEX%3A62019CA0254)
2) InfoCuria, C-254/19 - Friends of the Irish Environment (https://curia.europa.eu/juris/liste.jsf?num=C-254/19&language=EL)
3) Friends of the Irish Environment v. Ireland, Climate Change Laws of the
World, LSE (https://climate-laws.org/geographies/ireland/litigation_cases/friends-of-the-irish-environment-v-ireland)
Μένη Ολυμπία,
Προπτυχιακή Φοιτήτρια Νομικής Σχολής Αθηνών,
Μέλος της Ομάδας Σχολιασμού των Δικαστικών Αποφάσεων του The Law Project
Comments