Της Ανδριάνας Δελέγκου
Επιτρεπτή η νομοθετική διεύρυνση των προβλεπόμενων χρήσεων γης ενόψει της εγκατάστασης Κέντρου Αποτέφρωσης Νεκρών
(ΣτΕ 708/2020)
Ι. Εισαγωγή
Με την υπ’ αριθμ. 708/2020 απόφασή της, η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας επέτρεψε την εγκατάσταση Κέντρου Αποτέφρωσης Νεκρών (ΚΑΝ) στον Ελαιώνα Αττικής, μετά από αίτηση ακυρώσεως που άσκησαν ιδιοκτήτες ακινήτων της περιοχής. Η αίτηση αφορούσε συγκεκριμένα την ΥΠΕΝ/ ΔΝΕΠ/96770/4905/8.3.2019 απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, με τίτλο «Καθορισμός εγκατάστασης κοινωφελών δραστηριοτήτων και δραστηριοτήτων αναψυχής σε κοινόχρηστους χώρους (ΟΤ 17 και 29) περιοχής Ελαιώνα του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου δήμου Αθηναίων (Ν. Αττικής) και καθορισμός όρων και περιορισμών δόμησης αυτών».
Το Ανώτατο Δικαστήριο, προκειμένου να εκφέρει κρίση επί της αιτήσεως ακυρώσεως, προέβη σε παράθεση του πολεοδομικού καθεστώτος της περιοχής του Ελαιώνα, ώστε να διαπιστωθεί εάν η συγκεκριμένη εγκατάσταση είναι συμβατή με τις ισχύουσες χρήσεις γης. Καταρχάς, στη σκέψη 6 της απόφασης, γίνεται παράθεση των προεδρικών διαταγμάτων με τα οποία, διαδοχικά από το 1990, καθορίστηκε στην περιοχή του Ελαιώνα Ζώνη Ελεγχόμενης Ανάπτυξης, εγκρίθηκε η πολεοδομική μελέτη των Δήμων Αθηναίων, Αγίου Ιωάννη Ρέντη, Αιγάλεω, Περιστερίου και Ταύρου στην περιοχή του Ελαιώνα Αττικής, τροποποιήθηκαν τα εγκεκριμένα ρυμοτομικά σχέδια στα όρια σύνδεσής τους, θεσπίστηκαν όροι δόμησης και χρήσεων των οικοπέδων στην περιοχή, και, τέλος, εγκρίθηκε η πολεοδομική μελέτη αναθεώρησης και επέκτασης τμημάτων των Δήμων αυτών. Με το από 20.9.1995 π.δ., όπως τροποποιήθηκε στη συνέχεια σε ορισμένες περιοχές, έγινε «νέα συνολική ρύθμιση της περιοχής του Ελαιώνα, με τη θέσπιση νέων ρυμοτομικών διευθετήσεων και κανονιστικών διατάξεων σχετικά με τους όρους χρήσης και δόμησης, που εκτείνονται σε ολόκληρη την ως άνω περιοχή».
Κατόπιν, ακολουθεί σχολιασμός της εν λόγω απόφασης, κατά τον οποίο έχει δοθεί έμφαση στη συνταγματική προστασία των κοινόχρηστων χώρων πρασίνου, στο ιδιαίτερο πολεοδομικό καθεστώς της περιοχής του Ελαιώνα, στο καθεστώς που διέπει τους χώρους λειτουργίας των ΚΑΝ, τα χαρακτηριστικά και τη μορφή των εγκαταστάσεων, στο καθεστώς που διέπει τις χρήσεις γης και, τέλος, στους προβαλλόμενους λόγους ακύρωσης και την κρίση του Δικαστηρίου.
ΙΙ. Χώροι πρασίνου
Στη συνέχεια, το Δικαστήριο προβαίνει σε μια σημαντική επισήμανση, τονίζοντας ότι το «πολεοδομικό σχέδιο και ο πολεοδομικός κανονισμός για την ευρύτερη περιοχή του Ελαιώνα, καταρτίσθηκαν κατόπιν ειδικής επιστημονικής μελέτης (…). Βασικό χαρακτηριστικό της πολεοδομικής μελέτης κατά τον καθορισμό των κοινοχρήστων χώρων πρασίνου, υπήρξε η πολύ σημαντική έκταση που αυτοί καταλαμβάνουν, ιδίως στην εντός των ορίων του Δήμου Αθηναίων περιοχή του Ελαιώνα, αποβλέποντας, κατά τη μελέτη, στη δημιουργία οργανωμένου μεγάλου πνεύμονα πρασίνου για τις ανάγκες εν γένει της Πρωτεύουσας». Αναλόγως, στη σκέψη 16, το Δικαστήριο τονίζει ότι «η διατήρηση των κοινόχρηστων χώρων και των χώρων πρασίνου αποτελεί πρωταρχικό όρο για την κατά το άρθρο 24 παρ. 2 του Συντάγματος προστασία των πόλεων και των οικισμών, έτσι ώστε η μείωσή τους να συνιστά ανεπίτρεπτη επιδείνωση των όρων διαβίωσης των κατοίκων και υποβάθμιση του υπάρχοντος ή του προβλεπομένου από την ισχύουσα πολεοδομική νομοθεσία οικιστικού περιβάλλοντος, (…) επιτρέπεται μεν να προβαίνει η Διοίκηση σε αναδιάταξη των ως άνω χώρων, με τον απαρέγκλιτο, όμως, όρο ότι από την αναδιάταξη αυτή δεν θα μειώνεται η έκτασή τους».
Πρόκειται για πάγια νομολογία του ΣτΕ, που υπαγάγει τους κοινόχρηστους χώρους πρασίνου στη συνταγματική προστασία του ανωτέρω αναφερόμενου άρθρου, διότι αποτελούν πρωταρχικό όρο για την προστασία των πόλεων και των οικισμών και τη διαφύλαξη του οικιστικού περιβάλλοντος (ΣτΕ 2002/2003 Ολομ.) και βασικό στοιχείο της βιώσιμης πόλης (ΣτΕ 288/2003). Όσον αφορά την αναδιάταξη των κοινόχρηστων χώρων, πάγια νομολογία δέχεται ότι αυτή είναι δυνατή, με π.δ. περιοχής που τροποποιεί το σχέδιο πόλης (ΣτΕ 557/99, 2838/97), με τον απαρέγκλιτο όρο του σεβασμού του κανόνα «πράσινο αντί πρασίνου», πρωτοεμφανισθέντα με την ΣτΕ 1310/1993, εφαρμοζόμενης της αρχής της ανταλλαγής ή αντιστάθμισης. [1]
ΙΙΙ. Ιδιαίτερο πολεοδομικό καθεστώς της περιοχής
Το Δικαστήριο, εν συνεχεία, τονίζει πως το πολεοδομικό καθεστώς που διέπει την εν λόγω περιοχή είναι ιδιαίτερο, με πρόβλεψη ασυνήθως υψηλού ποσοστού κοινοχρήστων χώρων, το οποίο αποσκοπείται να εξισορροπήσει την οχληρότητα ορισμένων από τις επιτρεπόμενες χρήσεις γης, αλλά και ειδικών χρήσεων, όχι μόνον κατά τμήματα της ρυθμιζόμενης περιοχής, αλλά και κατά συγκεκριμένα οικοδομικά τετράγωνα, ακόμη δε και τμήματά τους. Ενόψει αυτού, οι τυχόν τροποποιητικές του πολεοδομικές ρυθμίσεις δεν επιτρέπεται να εισάγονται κατά τρόπο αποσπασματικό και περιστασιακό, ώστε να μην ανατραπεί η ισορροπία του πολεοδομικού καθεστώτος, σύμφωνα και με την συνταγματική επιταγή για χωροταξική οργάνωση της χώρας και πολεοδομική διαμόρφωση των οικισμών με κριτήρια ορθολογικού σχεδιασμού.
Καταρχάς, επισημαίνεται ότι οι επιτρεπόμενες στην περιοχή χρήσεις γης «καθορίζονται με κριτήριο τη σταδιακή απαλλαγή της περιοχής από ρυπογόνες εγκαταστάσεις, την εξυγίανση, διατήρηση και ανάπτυξη των μη οχλουσών δραστηριοτήτων του δευτερογενούς τομέα, την κατά το δυνατόν ελεγχόμενη ανάπτυξη του τριτογενούς τομέα και τη δυνατότητα δημιουργίας υπόγειων χώρων στάθμευσης». Επιπλέον, «καθορίζονται όροι και περιορισμοί δόμησης που αποβλέπουν, μεταξύ άλλων, στην αύξηση του συνολικού πρασίνου με υποχρεωτική φύτευση των προκηπίων, ακάλυπτων χώρων κ.λπ., κατ’ εκτίμηση των αναγκών που προκύπτουν από τον (…) πολεοδομικό σχεδιασμό και τις προβλεπόμενες χρήσεις γης».
IV. Κέντρα Αποτέφρωσης Νεκρών
Η αποτέφρωση νεκρών επετράπη στη χώρα μας βάσει του ν. 3448/2006, ο οποίος προέβλεψε την χορήγηση άδειας από το Δήμο ή την Κοινότητα, χωρίς περαιτέρω κριτήρια. Οι χώροι δημιουργίας των ΚΑΝ, οι όροι και ο έλεγχος λειτουργίας τους, καθώς και οι ειδικότερες προϋποθέσεις αποτέφρωσης καθορίζονται με π.δ., που εκδίδεται ύστερα από πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων και Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Επίσης, τα ΚΑΝ χωροθετούνται, κατά σειρά προτίμησης, εντός υφισταμένων ή ιδρυόμενων κοιμητηρίων ή σε επαφή με αυτά ή σε εκτός σχεδίου ή εκτός ορίων οικισμών περιοχές, εφόσον αυτές δεν αποτελούν περιβαλλοντικά προστατευόμενες περιοχές, με την έγκριση τοπικού ρυμοτομικού σχεδίου (π.δ. 31/2009 - πλέον καταργημένο δυνάμει του ά. 51, ν. 4277/2014).
Οι περιορισμοί που πρέπει να τηρούνται αφορούν την απόσταση του ΚΑΝ από εγκαταστάσεις πρόνοιας και περίθαλψης, την διασφάλιση ζώνης υψηλής φύτευσης περιμετρικά εντός του χώρου, και την περιβαλλοντική αδειοδότηση. Συγκεκριμένα, ως προς το τελευταίο σκέλος, τα ΚΑΝ υπάγονται σε Πρότυπες Περιβαλλοντικές Δεσμεύσεις, βάσει του του ν. 4014/2011 (βλ. ά. 1, παρ. 4). Επιπλέον, βάσει της ΚΥΑ «Ρύθμιση θεμάτων τεχνικού ή λεπτομερειακού χαρακτήρα για την ίδρυση και λειτουργία κέντρων αποτέφρωσης νεκρών» (20232/10.5.2010), ρυθμίστηκαν θέματα όπως οι ατμοσφαιρικές εκπομπές, η διάθεση των αποβλήτων, η πρόληψη της ρύπανσης, οι ελάχιστες κτιριολογικές απαιτήσεις, οι προδιαγραφές των τεφροδόχων κ.λπ.
Όσον αφορά τα χαρακτηριστικά και τη μορφή των εν λόγω εγκαταστάσεων, κατά την προαναφερόμενη ΚΥΑ, το ΚΑΝ είναι κτιριακό συγκρότημα με τον περιβάλλοντα χώρο του «που περιλαμβάνει της εγκαταστάσεις διατήρησης και φύλαξης της σορού, αίθουσες τελετών, καθώς και τις εγκαταστάσεις όπου λαμβάνει χώρα η διαδικασία της αποτέφρωσης». Η τεχνική εγκατάσταση στην οποία πραγματοποιείται η αποτέφρωση, καλούμενη «αποτεφρωτήρας», κατατάσσεται στην κατηγορία των μηχανολογικών εγκαταστάσεων χαμηλής όχλησης, ο δε εν γένει χώρος περιλαμβάνει «χώρο ενθύμησης» με συντριβάνι, ανθόκηπο ή συναφείς διευκολύνσεις, κατάλληλο για τη διασπορά της τέφρας, η οποία ανακτάται πλήρως από τη μηχανολογική εγκατάσταση. Εξάλλου, ανεξάρτητα από την κινητήρια ισχύ της απαιτούμενης μηχανολογικής εγκατάστασης, η συγκεκριμένη δραστηριότητα είναι χαμηλής όχλησης, δεδομένου ότι δεν επιβαρύνει το περιβάλλον από πλευράς εκπομπών θορύβου και λοιπών ρύπων, γεγονός που, βέβαια, δεν αποτελεί το προέχον στοιχείο των ΚΑΝ και ο παράλληλος χαρακτήρας της μηχανολογικής εγκατάστασης δεν εμποδίζει την συμπερίληψη των ΚΑΝ στις επιτρεπόμενες κοινωνικές, πολιτιστικές και θρησκευτικές δραστηριότητες της περιοχής. Για το λόγο αυτό, άλλωστε, όπως τονίζει το Δικαστήριο, στις περισσότερες χώρες της ΕΕ τέτοιου είδους εγκαταστάσεις ιδρύονται σε κεντρικά σημεία των πόλεων (βλ. σκ. 9).
Από τις ελάχιστες κτιριολογικές απαιτήσεις των ΚΑΝ, συνάγεται ότι η λειτουργία τους, που δύναται να περιλαμβάνει και θρησκευτική τελετή, εμπεριέχει, πάντως, τελετουργία συλλογικής έκφρασης πένθους, κατ’ εξοχήν, δηλαδή, κοινωνική εκδήλωση, με έντονη, επιπροσθέτως, πολιτιστική διάσταση, για την οποίαν θα αρκούσαν και μόνοι οι τελετουργικοί συμβολισμοί (τέφρα, ανάκτηση και διασπορά της κ.λπ.) που περιλαμβάνονται σε αυτήν και, κατά κοινή πείρα, διατρέχουν την ανθρώπινη ιστορία. Υπό τα δεδομένα αυτά, το ΚΑΝ, χωρίς να αποτελεί θρησκευτικό κτίριο, μετέχει, πάντως των τριών πολεοδομικών λειτουργιών (κοινωνικής, πολιτιστικής και θρησκευτικής), που θα ήταν, κατά τα εκτιθέμενα στην έβδομη σκέψη, επιτρεπτό να αναπτύσσονται στους κοινόχρηστους χώρους του Ελαιώνα, ήδη πριν από τη θέση σε ισχύ του άρθρου 139 του ν. 4495/2017, ακριβώς όπως αποτελεί εκδήλωση κοινωνική, πολιτιστική, και, ενδεχομένως, θρησκευτική και η ίδια η αποτέφρωση νεκρών καθ’ εαυτή, χωρίς, μάλιστα, να διαφοροποιείται, κατά τούτο, από άλλες μορφές διάθεσης του νεκρού ανθρώπινου σώματος (π.χ. ταφή).
V. Χρήσεις γης
Όσον αφορά τις χρήσεις γης, βασικός τους στόχος είναι να αποφεύγεται η συνύπαρξη λειτουργικά ασυμβίβαστων γειτνιάσεων οικοδομικών μονάδων και συγκροτημάτων στην ίδια περιοχή. Το ΣτΕ αναγορεύει τον καθορισμό των χρήσεων γης σε ουσιώδες στοιχείο του πολεοδομικού σχεδιασμού, εκ του οποίου εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό η ποιότητα ζωής στους οικισμούς. Αυτές περιέχονται στα πολεοδομικά ή χωροταξικά σχέδια, ενώ υπάγονται σε κατηγοριοποίηση με βάση την ισχύουσα πολεοδομική νομοθεσία για την ορθολογική ρύθμισή τους. Επιπλέον, υψίστης σημασίας είναι η ορθή αντιστοιχία μεταξύ του περιεχομένου εκάστης κατηγορίας χρήσεων γης και της φύσεως του οικισμού, η οποία προσδιορίζεται από τις κρατούσες σε κάθε οικισμό συνθήκες, υπό την έννοια ότι για κάθε οικισμό πρέπει να καθορίζονται εκείνες οι χρήσεις γης που επιβάλλονται από την κύρια πολεοδομική λειτουργία του. Συγκεκριμένα, κατά το π.δ. 59/2018, θεσπίζονται οι γενικές και ειδικές κατηγορίες χρήσεων γης, συνολικά 13 γενικές και 47 ειδικές κατηγορίες, πρόσθετες των προβλεπομένων στο προϊσχύσαν από 23.2.1987 π.δ. [2] [3]
Σύμφωνα με το άρθρο 35, παράγραφος 2, του ν. 3448/2006 όπως ισχύει, η χωροθέτηση των ΚΑΝ επιτρέπεται σε περιοχές που έχουν καθοριστεί οι χρήσεις της μη οχλούσας και οχλούσας βιομηχανίας – βιοτεχνίας, βιομηχανικού και βιοτεχνικού πάρκου κ.λπ., του χονδρεμπορίου, των κοινωνικών εξυπηρετήσεων, των παραγωγικών δραστηριοτήτων χαμηλής και μέσης όχλησης, των παραγωγικών δραστηριοτήτων υψηλής όχλησης, των κοινωφελών λειτουργιών, χώρων κοινωνικών, πολιτιστικών και θρησκευτικών λειτουργιών σε ποσοστό μέχρι 5% μέσα στους κοινόχρηστους χώρους - συγκεκριμένα, επιτρέπονται οι χρήσεις: εστιατόρια, αναψυκτήρια, χώροι συνάθροισης κοινού, πολιτιστικά κτήρια, κτήρια εκπαίδευσης, υπαίθριες αθλητικές εγκαταστάσεις, κτήρια κοινωνικής πρόνοιας και θρησκευτικοί χώροι, και, τέλος, των ιδιαιτέρων χρήσεων, όπου προβλέπεται η δυνατότητα εγκατάστασης ΚΑΝ.
Στην αιτιολογική έκθεση του ν. 4277/2014, με τον οποίο εγκρίθηκε το νέο Ρυθμιστικό Σχέδιο Αθήνας – Αττικής, αναφέρεται, μεταξύ άλλων ότι «[σ]ε όλες τις χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπάρχουν και λειτουργούν αποτεφρωτήρια νεκρών, ήδη από το 18ο αιώνα. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η πρώτη χώρα όπου επετράπη η αποτέφρωση νεκρών ήταν η Γαλλία (1789), ενώ ακολούθησε η Βρετανία (1884), η Γερμανία (1934) και η Ισπανία (1945). Παρά ταύτα, δεν έχει καταστεί δυνατή η ίδρυση και λειτουργία Κέντρων Αποτέφρωσης Νεκρών (ΚΑΝ), εξαιτίας προβλημάτων τεχνικού κυρίως χαρακτήρα, τα οποία έγινε προσπάθεια να αντιμετωπιστούν έως σήμερα με αποσπασματικές ρυθμίσεις. Οι προτεινόμενες ρυθμίσεις αποσκοπούν στη διαμόρφωση ενός ενιαίου και σταθερού νομοθετικού πλαισίου στο οποίο θα στηριχθούν οι ΟΤΑ πρώτου βαθμού και τα νομικά πρόσωπά τους που θα αποφασίσουν την ίδρυση και λειτουργία ΚΑΝ».
Επιπλέον, στη σκέψη 10, το Δικαστήριο αναφέρει τα εξής: «Με βάση την κωδικοποίηση των χρήσεων γης που καθορίζονται από το π.δ. 6.3.1987, προκύπτει ότι οι κοινωνικές εξυπηρετήσεις, όπως αυτές ορίζονται από το άρθρο 10 του εν λόγω προεδρικού διατάγματος, καλύπτονται μερικώς στις επιμέρους ζώνες του Ελαιώνα. Ειδικότερα, από το σύνολο των ειδικών χρήσεων που περιλαμβάνονται στη γενική κατηγορία των κοινωνικών εξυπηρετήσεων (δηλ. εκπαίδευση, κοινωνική πρόνοια, περίθαλψη, πολιτισμό και αθλητικές εγκαταστάσεις), στο π.δ. του Ελαιώνα προβλέπονται: - στους κοινόχρηστους χώρους πρασίνου κτίρια εκπαίδευσης, κοινωνικής πρόνοιας και πολιτιστικά κτίρια, ενώ για τις αθλητικές εγκαταστάσεις προβλέπονται μόνο υπαίθριοι χώροι άθλησης (…). Η διαχρονική αδυναμία κάλυψης των ολοένα αυξανόμενων αναγκών των κατοίκων του Δήμου Αθηναίων για κοινωνικές εξυπηρετήσεις – κοινωφελείς λειτουργίες γίνεται ακόμα δυσχερέστερη στη συγκυρία της οικονομικής κρίσης σε συνδυασμό με τη διαπιστωμένη έλλειψη δημοτικών ακινήτων που μπορούν να αξιοποιηθούν γι` αυτό το σκοπό, σε άλλες περιοχές του Δήμου. Στο πλαίσιο αυτό (…), προωθείται η διευκόλυνση του Δήμου Αθηναίων στην αξιοποίηση των ΚΧ χώρων που κατέχει στην περιοχή για την κατασκευή ΚΑΝ. Η δυνατότητα αυτή είναι συμβατή με το νέο υπό έγκριση σχέδιο προεδρικού διατάγματος των χρήσεων γης, σύμφωνα με το οποίο οι κοινόχρηστοι χώροι στον Ελαιώνα, με βάση τις υφιστάμενες χρήσεις γης, μπορούν να είναι εν δυνάμει χώροι υποδοχής ΚΑΝ με την ταυτόχρονη προϋπόθεση ότι καλύπτονται οι ανάγκες του ΚΑΝ σε κτίρια και αδόμητους χώρους με βάση τους ισχύοντες περιορισμούς (…)».
Το Δικαστήριο καταλήγει ότι η ρητή προσθήκη της χρήσης ΚΑΝ στις δυνάμενες να αναπτυχθούν στους κοινοχρήστους χώρους του Ελαιώνα κοινωνικές, πολιτιστικές και θρησκευτικές λειτουργίες, στην οποία προέβη και ρητώς το άρθρο 139 του ν. 4495/2017, αποσκοπώντας να άρει τυχόν ερμηνευτικές αμφισβητήσεις που θα μπορούσαν να ανακύψουν σχετικώς, δεν αποβλέπει στην ανατροπή του πολεοδομικού σχεδιασμού, αλλά στη διευκρίνηση και προσαρμογή του στις σύγχρονες αντιλήψεις, παρέχοντας, ειδικότερα, στην κοινωνία και στα μέλη της την ευχέρεια επιλογής ως προς τη διάθεση της ανθρώπινης σορού, σύμφωνα με τις θρησκευτικές και φιλοσοφικές επιλογές του καθενός και, μάλιστα, με μέριμνα για τη μείωση του οικείου περιβαλλοντικού αποτυπώματος, χάριν των μελλουσών γενεών.
Εξάλλου, σύμφωνα και με πάγια νομολογία του ΣτΕ, η κανονιστική ρύθμιση των χρήσεων γης υπάγεται σε δύο βασικούς κανόνες, της τυποποίησης των χρήσεων γης και της μη επιδείνωσης του καθεστώτος των χρήσεων γης. Ως αντισυνταγματικές μπορούν να θεωρηθούν ρυθμίσεις που νοθεύουν ή μεταβάλλουν επί το δυσμενέστερο τις χρήσεις γης και επιδεινώνουν τους όρους διαβίωσης των πολιτών και την κατάσταση του περιβάλλοντος (βλ. ΣτΕ Ολ. 1528/2003), κάτι που, κατά τη γνώμη μας, δεν ισχύει στην παρούσα περίπτωση. [4]
VI. Προβαλλόμενοι λόγοι ακύρωσης και κρίση Δικαστηρίου
Καταρχάς, προβάλλεται ότι το άρθρο 139 του ν. 4495/2017 παραβιάζει το Σύνταγμα, ανατρέποντας τον πολεοδομικό σχεδιασμό της περιοχής και έχοντας αποσπασματικό και ευκαιριακό χαρακτήρα. Ωστόσο, το Δικαστήριο απέρριψε τον εν λόγω ισχυρισμό, υποστηρίζοντας, μεταξύ άλλων, ότι «τόσο η χρήση ΚΑΝ όσο και κάθε νέα χρήση γης της οποίας η παρουσία καθίσταται συνήθης ή επιβεβλημένη στο πλαίσιο της σύγχρονης κοινωνικής και οικονομικής ζωής, οφείλει και αυτή να ρυθμίζεται από τον τυπικό ή κανονιστικό νομοθέτη, με κριτήρια, βεβαίως, αναγόμενα στην πολεοδομική επιστήμη και υπαγορευόμενα από τη συνταγματική (άρθρο 24 παρ. 2) επιταγή του ορθολογικού χωροταξικού σχεδιασμού, τούτο δε προκειμένου και η χρήση αυτή να αναπτύσσεται σε περιοχές κατάλληλες να την υποδεχθούν».
Εν συνεχεία, προβάλλεται ότι βάσει του ΡΣΑ προκύπτει απαγόρευση εγκατάστασης της χρήσης ΚΑΝ σε περιοχές, όπως αυτή στην οποία χωροθετείται το επίμαχο ΚΑΝ, και ότι η προσβαλλόμενη πράξη αντιβαίνει στον υπέρτερο σχεδιασμό, ισχυρισμός που κρίθηκε, βέβαια, επίσης απορριπτέος. Ομοίως, απορρίφθηκε λόγος ακυρώσεως σχετικά με συνταγματικά μη ανεκτή μείωση των κοινόχρηστων χώρων, με το σκεπτικό ότι η προσβαλλόμενη πράξη δεν αποτελεί τροποποίηση του πολεοδομικού σχεδιασμού της περιοχής, ώστε να έλκεται πράγματι σε εφαρμογή η συνταγματική απαγόρευση μείωσης των κοινοχρήστων χώρων, αλλά εφαρμογή του ήδη ισχύοντος. Συγκεκριμένα, αναφέρεται ότι «η θεσμοθέτηση των χώρων στους οποίους αναφέρεται το άρθρο 3 παρ. 8 του από 20.9.1995 πρ. δ/τος, ως κοινοχρήστων, συνοδεύθηκε από την πρόβλεψη, με το ίδιο πολεοδομικό διάταγμα, της δυνατότητας καθορισμού ορισμένων λειτουργιών, εντός των κοινοχρήστων χώρων, υπό συγκεκριμένες διαδικαστικές και ουσιαστικές προϋποθέσεις, οι λειτουργίες δε αυτές είχαν έκτοτε προγραμματισθεί ως δυνάμενες να εγκατασταθούν εκεί και, συνεπώς, να περιορίσουν την έκταση των κοινοχρήστων χώρων, οι οποίοι επρόκειτο να τις υποδεχθούν».
Ένας ακόμα ισχυρισμός των αιτουσών που απορρίφθηκε από το Δικαστήριο αφορούσε την πλημμελή αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξης από την άποψη της, τυχόν, εξαντλήσεως του ανωτάτου ορίου των πολεοδομικών μεγεθών. Κρίθηκε ότι «αυτά δεν υπερβαίνουν τα οριζόμενα στο νόμο, δεδομένου, άλλωστε, ότι από κανένα στοιχείο του φακέλου δεν προκύπτει ούτε οι αιτούσες ισχυρίζονται ότι έχει και κατά το παρελθόν γίνει χρήση του ως άνω άρθρου 3 παρ. 8 στους συγκεκριμένους κοινόχρηστους χώρους και μέρος των εν λόγω πολεοδομικών μεγεθών έχει ήδη υλοποιηθεί».
Τέλος, το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι εξετάσθηκαν εναλλακτικές λύσεις πριν από την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης, αλλά και ότι η συγκεκριμένη δραστηριότητα επιτρεπτώς αναπτύσσεται σε εκτάσεις εντός σχεδίου πόλεως, δηλαδή, κατ’ εξοχήν περιοχές θεσμοθετημένης ανθρώπινης δραστηριότητας, η δε εφαρμοστέα επί του θέματος νομοθεσία, έχοντας αυτό το περιεχόμενο, δεν προσκρούει στην αρχή της προφύλαξης, όπως προβλήθηκε από τις αιτούσες.
VIΙ. Επίλογος
Η παρούσα απόφαση, λοιπόν, έκρινε επιτρεπτή, υπό προϋποθέσεις, τη νομοθετική διεύρυνση των προβλεπόμενων χρήσεων γης με νέες, συνήθεις ή επιβεβλημένες στη σύγχρονη ζωή χρήσεις, ώστε να μην κωλύεται η άσκηση αναπτυξιακής δραστηριότητας. Πρόκειται, βέβαια, για μια ειδική κατηγορία δραστηριοτήτων, καθώς αφορά ένα σοβαρό θρησκευτικό-φιλοσοφικό και, εν γένει, κοινωνικό ζήτημα, γι’ αυτό και ο διοικητικός δικαστής απέφυγε να αναφερθεί και να αναλύσει περαιτέρω τις μη αφορώσες τη χωροθέτηση πτυχές του.
Η καύση νεκρών αποτελεί ήδη πραγματικότητα στη Ριτσώνα Ευβοίας, όπου το εν λόγω αποτεφρωτήριο ξεκίνησε να λειτουργεί τον Σεπτέμβριο του 2019, ύστερα από δεκαετίες αγώνων και προσπαθειών για την παροχή αυτής της δυνατότητας στη χώρα μας. Η Ελλάδα αποτελεί, εξάλλου, την τελευταία στην Ευρωπαϊκή Ένωση που αποκτά αποτεφρωτήριο, με σταθερά αρνητική τη θέση της Εκκλησίας πάνω στο ζήτημα. [5]
Πηγές
[1] Σιούτη Γλ., Εγχειρίδιο Δικαίου Περιβάλλοντος, Γ Έκδοση 2018, Εκδόσεις Σάκκουλα, σ. 100 επ.
[2] Γιαννακούρου Γ., Δίκαιο Χωροταξίας & Πολεοδομίας, 2019, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 193 επ.
[3] Ποθητού Θ.Ε., Το πολεοδομικό κεκτημένο και η Διοίκηση ως φορέας του χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού, ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ στο 1ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ, σ. 14. Διαθέσιμο σε pdf: http://www.pspa.uoa.gr/fileadmin/pspa.uoa.gr/uploads/Research/EDE/Conferences/SDE_200 5/Proposals/Pothitou_Theodoti_Irini.pdf [πρόσβαση στις 18/12/2020].
[4] Μαθιουδάκης Ι., Συνταγματικοί και λοιποί φραγμοί κατά τον καθορισμό και τη μεταβολή των χρήσεων γης, Απρίλιος 2008, Νόμος+Φύση. Διαθέσιμο στο: https://nomosphysis.org.gr/11338/suntagmatikoi-kai-loipoi-fragmoi-kata-ton-kathorismo-kai- ti-metaboli-ton-xriseon-gis-aprilios-2008/ [πρόσβαση στις 19/12/2020].
[5] Λιάλιος Γ., Πρώτη φορά αποτέφρωση νεκρών στην Ελλάδα, 11/10/2019, Η Καθημερινή. Διαθέσιμο στο: https://www.kathimerini.gr/society/1046624/proti-fora-apotefrosi-nekron- stin-ellada/ [πρόσβαση στις 19/12/2020].
[6] Γαλάνης Π., Αναδάσωση και δικαίωμα στην ιδιοκτησία κατά τη νομολογία του ΕΔΔΑ και των εθνικών δικαστηρίων (αφιέρωμα υπό τον καθηγητή κ. Κ. Χρυσόγονο), ΠερΔικ 2/2020, σελ. 202-214.
[7] Γαλάνης Π., Παρατηρήσεις στη ΣτΕ 1724/2019 (Χρήσεις γης και πολεοδομικός σχεδιασμός, χρηστή διοίκηση, δικαιολογημένη εμπιστοσύνη διοικουμένου), ΤΝΠ QUALEX, Νομική Βιβλιοθήκη (ανάρτηση: Αύγουστος 2020).
Πηγή εικόνας: https://www.pexels.com/photo/white-concrete-building-with-swimming- pool-5583620/
Ανδριάνα Δελέγκου, Μεταπτυχιακή Φοιτήτρια ΕΚΠΑ (Δημόσιο Δίκαιο - Δημόσιες Πολιτικές - Δίκαιο Περιβάλλοντος), Μέλος της ομάδας σχολιασμού δικαστικών αποφάσεων του The Law Project.
コメント